Δοκίμιο
με τίτλο «Monete locali e moneta globale. La Rivoluzione monetaria del
XXI secolo» (ΣτΜ τοπικά νομίσματα και παγκόσμιο νόμισμα. Η νομισματική
επανάσταση του 21ου αιώνα) του Τονίνο Πέρνα, για την Altreconomia.
Μπορούμε να απελευθερωθούμε από την εξουσία των χρημάτων; Σύμφωνα με τον
συγγραφέα είμαστε σε καλό δρόμο, χάρη στην αύξηση της συνειδητοποίησης
και στα εναλλακτικά συστήματα παραγωγής που γεννιούνται στον κόσμο.
Αν είναι αλήθεια ότι οι κερδοσκοπικές δυναμικές του χρήματος είναι στη βάση της κοσμοϊστορικής κρίσης στην οποία είμαστε βυθισμένοι, είναι επίσης αλήθεια ότι σήμερα «αναμέτρηση με το Χρήμα σημαίνει αναμέτρηση με την Εξουσία». Αυτή είναι η γνώμη του Τονίνο Πέρνα, στο τελευταίο του δοκίμιο Monete locali e moneta globale. La Rivoluzione monetaria del XXI secolo (ΣτΜ τοπικά νομίσματα και παγκόσμιο νόμισμα. Η νομισματική επανάσταση του 21ου αιώνα) (Altreconomia), ένα βιβλίο που συνοδεύει τον αναγνώστη στο να αντιληφθεί πολύπλοκα φαινόμενα και παρόλα αυτά συνδεδεμένα με την καθημερινή ζωή με προσιτή γλώσσα και, σε κάποια σημεία, μέχρι και ειρωνική, αλλά πάντα με μια επιστημονική και μεθοδολογική αυστηρότητα.
Στο κέντρο της συλλογιστικής του Πέρνα είναι η πεποίθηση ότι το χρήμα δεν είναι από μόνο του ο «Δαίμονας», αλλά ένα εργαλείο απαραίτητο για τις συναλλαγές και για τη λειτουργία της οικονομίας. Πάντα έτσι ήταν, από τις απαρχές του ανθρώπινου πολιτισμού. Και όταν υπήρξε η σκέψη ότι το να καταργηθεί το χρήμα θα συνιστούσε ένα αναγκαίο βήμα για την οικοδόμηση μιας δικαιότερης κοινωνίας δημιουργήθηκαν «πιο ωμά και πιο απάνθρωπα συστήματα εξουσίας». Το πρόβλημα, συνεπώς, δεν είναι το χρήμα ως τέτοιο, αλλά η λειτουργία του. Η ανάκτηση της «κοινωνικής λειτουργίας» του γίνεται λοιπόν ο στόχος που επιδιώκουμε.
Στην αρχή του βιβλίου υπάρχει μια βιβλική υποβλητική εικόνα: η υποταγή του εβραϊκού λαού στον «χρυσό μόσχο». Για τον Πέρνα πρόκειται για τη μεταφορά της υποταγής μας στον Θεό Χρήμα, στον οποίο θυσιάσαμε τα πάντα, από τους κοινωνικούς δεσμούς μέχρι τις σχέσεις αγάπης, μέχρι και το περιβάλλον. Υπήρξε, σαφώς, μια μακρά πορεία, από το νόμισμα-αντικείμενο (που συχνά συνέπιπτε με τρόφιμα και με ζώα) των πρωτόγονων κοινωνιών μέχρι το νόμισμα fiat (ή επίσημο νόμισμα) της σημερινής εποχής, που έχασε εντελώς την «υλική του υπόσταση», την «αξία χρήσης» του ή την εσωτερική του αξία. Στο μέσον, υπάρχει μια ακριβής ανάλυση της φαινομενολογίας του δημόσιου χρέους, το οποίο, σύμφωνα με τον συγγραφέα, «παραμένει ένα εργαλείο εξαιρετικής αποτελεσματικότητας για να ‘υποδουλώσει’ έναν άνθρωπο ή μια ολόκληρη χώρα». Ο συλλογισμός είναι ο εξής: για «κρατικό χρέος» ― που ανάγεται σε βασιλιάδες, πρίγκιπες, δημοκρατίες– μπορούμε να μιλήσουμε μόνο με τη γέννηση των εθνικών κρατών, που εισήγαν μια κρατική λογιστική. Όμως για αιώνες τα κράτη χρεώνονταν μόνο για να κάνουν πολέμους (σε καιρό ειρήνης οι προϋπολογισμοί ήταν πάντα ισοσκελισμένοι!). Με την έλευση του σύγχρονου κοινωνικού κράτους αλλάζουν οι προϋποθέσεις της προσφυγής στη δανειακή επιβάρυνση, αλλά συμβαίνει και κάτι πιο «ιδιαίτερο»: μια ανατροπή των συσχετισμών δύναμης μεταξύ πολιτικής εξουσίας και πιστωτών. «Για μια μακρά περίοδο – γράφει ο Πέρνα – η ευρωπαϊκή ιστορία μας δείχνει ότι είναι τα εθνικά κράτη που κυριαρχούν πάνω στις τράπεζες, ότι η εξουσία των όπλων είναι ισχυρότερη από την εξουσία του χρήματος. Τώρα ζούμε σε έναν αναποδογυρισμένο κόσμο, όπου η εξουσία είναι στα χέρια των hedge fund, και σ’ εκείνο το μυστηριώδες υποκείμενο που αποκαλείται ‘οι αγορές’ (…)». Στις κοινωνίες μας όποιος διαχειρίζεται τις ροές χρήματος «κατευθύνει τις ροές ανθρώπινης ενέργειας, μεταβάλλει το περιβάλλον που είναι γύρω μας, αποφασίζει για τη ζωή και το θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων».
Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το ζήτημα του «οικολογικού χρέους», στο οποίο μας παραπέμπει ο συγγραφέας πολλές φορές μέσα στο έργο του. Ένα ζήτημα που αντιπροσωπεύει «τον μεγάλο απόντα» στη σημερινή συζήτηση για την οικονομική κρίση και για τη μεταμόρφωση του καπιταλισμού. Και όμως υπάρχει ένας στενότατος δεσμός μεταξύ της χρηματιστικοποίησης της οικονομίας και της δύναμης του χρήματος από τη μια πλευρά και της ρύπανσης και της περιβαλλοντικής καταστροφής από την άλλη. Τα «τοξικά ομόλογα», μας θυμίζει ο Πέρνα, «δεν τα πάσαραν μόνο στις τράπεζες, στους αποταμιευτές ή στην τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά τα διένειμαν σε ευρεία κλίμακα στη γη και στο νερό». Υπάρχουν κραυγαλέα παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο το συμφέρον μεγάλων κερδοσκοπικών κεφαλαίων συνέπεσε τα τελευταία χρόνια με την εμφάνιση θεομηνιών, με απώλειες της συγκομιδής, με περιβαλλοντικές καταστροφές. Τι να πούμε και για την έντονη εκμετάλλευση ορισμένων φυσικών πόρων (δασών, ορυχείων, πετρελαίου) εκ μέρους κάποιων κρατών για να αντιμετωπίσουν την τοκογλυφία των hedge fund επί των ομολόγων τους; Δεν είναι πλέον δυνατό να ακολουθήσουμε, σύμφωνα με τον συγγραφέα, το δρόμο που οδηγεί σε μια μεγαλύτερη κατανάλωση νερού και εδάφους, ορυκτών καυσίμων: το θέμα της εξόδου από την κρίση είναι στενά συνδεδεμένο με ένα νέο «μοντέλο πολιτισμού».
Μπορούμε να λυτρωθούμε από τη σκλαβιά του χρήματος; Σ’ αυτή την ερώτηση ο Πέρνα απαντά με κάποια αισιοδοξία, υποστηρίζοντας ότι είναι όλο και περισσότερα τα άτομα στον κόσμο που συνειδητοποιούν το γεγονός ότι το χρήμα μπορεί να είναι «μόνο ένα αγαθό, ένα εργαλείο στην υπηρεσία της κοινωνίας» και όχι το «κύριο εργαλείο της εξουσίας».
Αυτό θα εξηγούσε και την εξάπλωση τοπικών συμπληρωματικών νομισμάτων, πετυχημένων ή μη προσπαθειών, σε ένα βαθμό, να ανακτήσει το νόμισμα μια «λειτουργία κοινωνικού τύπου». Σε πολλές περιπτώσεις, βοήθησαν στην αναζωογόνηση της οικονομίας μιας περιοχής, στην ενίσχυση των τοπικών ταυτοτήτων, στην αντιπαράθεση με την εγκληματική οικονομία. Στην Ευρωζώνη, περισσότερο στις χώρες του Νότου, η εισαγωγή σε τοπικό, κοινοτικό επίπεδο, συμπληρωματικών νομισμάτων θα μπορούσε να χρησιμεύσει μέχρι και για να «παρακαμφθούν» τα αυστηρά πρωτόκολλα λιτότητας που επιβλήθηκαν από τη συμφωνία ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Σε κάποιες περιπτώσεις, θα επρόκειτο για μια ανάκτηση νομισματικής κυριαρχίας από τα κάτω, χρήσιμης για την επανεκκίνηση της τοπικής οικονομίας και της απασχόλησης. Ουτοπία; «Μια αναγκαιότητα» για τον Τονίνο Πέρνα.
Αν είναι αλήθεια ότι οι κερδοσκοπικές δυναμικές του χρήματος είναι στη βάση της κοσμοϊστορικής κρίσης στην οποία είμαστε βυθισμένοι, είναι επίσης αλήθεια ότι σήμερα «αναμέτρηση με το Χρήμα σημαίνει αναμέτρηση με την Εξουσία». Αυτή είναι η γνώμη του Τονίνο Πέρνα, στο τελευταίο του δοκίμιο Monete locali e moneta globale. La Rivoluzione monetaria del XXI secolo (ΣτΜ τοπικά νομίσματα και παγκόσμιο νόμισμα. Η νομισματική επανάσταση του 21ου αιώνα) (Altreconomia), ένα βιβλίο που συνοδεύει τον αναγνώστη στο να αντιληφθεί πολύπλοκα φαινόμενα και παρόλα αυτά συνδεδεμένα με την καθημερινή ζωή με προσιτή γλώσσα και, σε κάποια σημεία, μέχρι και ειρωνική, αλλά πάντα με μια επιστημονική και μεθοδολογική αυστηρότητα.
Στο κέντρο της συλλογιστικής του Πέρνα είναι η πεποίθηση ότι το χρήμα δεν είναι από μόνο του ο «Δαίμονας», αλλά ένα εργαλείο απαραίτητο για τις συναλλαγές και για τη λειτουργία της οικονομίας. Πάντα έτσι ήταν, από τις απαρχές του ανθρώπινου πολιτισμού. Και όταν υπήρξε η σκέψη ότι το να καταργηθεί το χρήμα θα συνιστούσε ένα αναγκαίο βήμα για την οικοδόμηση μιας δικαιότερης κοινωνίας δημιουργήθηκαν «πιο ωμά και πιο απάνθρωπα συστήματα εξουσίας». Το πρόβλημα, συνεπώς, δεν είναι το χρήμα ως τέτοιο, αλλά η λειτουργία του. Η ανάκτηση της «κοινωνικής λειτουργίας» του γίνεται λοιπόν ο στόχος που επιδιώκουμε.
Στην αρχή του βιβλίου υπάρχει μια βιβλική υποβλητική εικόνα: η υποταγή του εβραϊκού λαού στον «χρυσό μόσχο». Για τον Πέρνα πρόκειται για τη μεταφορά της υποταγής μας στον Θεό Χρήμα, στον οποίο θυσιάσαμε τα πάντα, από τους κοινωνικούς δεσμούς μέχρι τις σχέσεις αγάπης, μέχρι και το περιβάλλον. Υπήρξε, σαφώς, μια μακρά πορεία, από το νόμισμα-αντικείμενο (που συχνά συνέπιπτε με τρόφιμα και με ζώα) των πρωτόγονων κοινωνιών μέχρι το νόμισμα fiat (ή επίσημο νόμισμα) της σημερινής εποχής, που έχασε εντελώς την «υλική του υπόσταση», την «αξία χρήσης» του ή την εσωτερική του αξία. Στο μέσον, υπάρχει μια ακριβής ανάλυση της φαινομενολογίας του δημόσιου χρέους, το οποίο, σύμφωνα με τον συγγραφέα, «παραμένει ένα εργαλείο εξαιρετικής αποτελεσματικότητας για να ‘υποδουλώσει’ έναν άνθρωπο ή μια ολόκληρη χώρα». Ο συλλογισμός είναι ο εξής: για «κρατικό χρέος» ― που ανάγεται σε βασιλιάδες, πρίγκιπες, δημοκρατίες– μπορούμε να μιλήσουμε μόνο με τη γέννηση των εθνικών κρατών, που εισήγαν μια κρατική λογιστική. Όμως για αιώνες τα κράτη χρεώνονταν μόνο για να κάνουν πολέμους (σε καιρό ειρήνης οι προϋπολογισμοί ήταν πάντα ισοσκελισμένοι!). Με την έλευση του σύγχρονου κοινωνικού κράτους αλλάζουν οι προϋποθέσεις της προσφυγής στη δανειακή επιβάρυνση, αλλά συμβαίνει και κάτι πιο «ιδιαίτερο»: μια ανατροπή των συσχετισμών δύναμης μεταξύ πολιτικής εξουσίας και πιστωτών. «Για μια μακρά περίοδο – γράφει ο Πέρνα – η ευρωπαϊκή ιστορία μας δείχνει ότι είναι τα εθνικά κράτη που κυριαρχούν πάνω στις τράπεζες, ότι η εξουσία των όπλων είναι ισχυρότερη από την εξουσία του χρήματος. Τώρα ζούμε σε έναν αναποδογυρισμένο κόσμο, όπου η εξουσία είναι στα χέρια των hedge fund, και σ’ εκείνο το μυστηριώδες υποκείμενο που αποκαλείται ‘οι αγορές’ (…)». Στις κοινωνίες μας όποιος διαχειρίζεται τις ροές χρήματος «κατευθύνει τις ροές ανθρώπινης ενέργειας, μεταβάλλει το περιβάλλον που είναι γύρω μας, αποφασίζει για τη ζωή και το θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων».
Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το ζήτημα του «οικολογικού χρέους», στο οποίο μας παραπέμπει ο συγγραφέας πολλές φορές μέσα στο έργο του. Ένα ζήτημα που αντιπροσωπεύει «τον μεγάλο απόντα» στη σημερινή συζήτηση για την οικονομική κρίση και για τη μεταμόρφωση του καπιταλισμού. Και όμως υπάρχει ένας στενότατος δεσμός μεταξύ της χρηματιστικοποίησης της οικονομίας και της δύναμης του χρήματος από τη μια πλευρά και της ρύπανσης και της περιβαλλοντικής καταστροφής από την άλλη. Τα «τοξικά ομόλογα», μας θυμίζει ο Πέρνα, «δεν τα πάσαραν μόνο στις τράπεζες, στους αποταμιευτές ή στην τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά τα διένειμαν σε ευρεία κλίμακα στη γη και στο νερό». Υπάρχουν κραυγαλέα παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο το συμφέρον μεγάλων κερδοσκοπικών κεφαλαίων συνέπεσε τα τελευταία χρόνια με την εμφάνιση θεομηνιών, με απώλειες της συγκομιδής, με περιβαλλοντικές καταστροφές. Τι να πούμε και για την έντονη εκμετάλλευση ορισμένων φυσικών πόρων (δασών, ορυχείων, πετρελαίου) εκ μέρους κάποιων κρατών για να αντιμετωπίσουν την τοκογλυφία των hedge fund επί των ομολόγων τους; Δεν είναι πλέον δυνατό να ακολουθήσουμε, σύμφωνα με τον συγγραφέα, το δρόμο που οδηγεί σε μια μεγαλύτερη κατανάλωση νερού και εδάφους, ορυκτών καυσίμων: το θέμα της εξόδου από την κρίση είναι στενά συνδεδεμένο με ένα νέο «μοντέλο πολιτισμού».
Μπορούμε να λυτρωθούμε από τη σκλαβιά του χρήματος; Σ’ αυτή την ερώτηση ο Πέρνα απαντά με κάποια αισιοδοξία, υποστηρίζοντας ότι είναι όλο και περισσότερα τα άτομα στον κόσμο που συνειδητοποιούν το γεγονός ότι το χρήμα μπορεί να είναι «μόνο ένα αγαθό, ένα εργαλείο στην υπηρεσία της κοινωνίας» και όχι το «κύριο εργαλείο της εξουσίας».
Αυτό θα εξηγούσε και την εξάπλωση τοπικών συμπληρωματικών νομισμάτων, πετυχημένων ή μη προσπαθειών, σε ένα βαθμό, να ανακτήσει το νόμισμα μια «λειτουργία κοινωνικού τύπου». Σε πολλές περιπτώσεις, βοήθησαν στην αναζωογόνηση της οικονομίας μιας περιοχής, στην ενίσχυση των τοπικών ταυτοτήτων, στην αντιπαράθεση με την εγκληματική οικονομία. Στην Ευρωζώνη, περισσότερο στις χώρες του Νότου, η εισαγωγή σε τοπικό, κοινοτικό επίπεδο, συμπληρωματικών νομισμάτων θα μπορούσε να χρησιμεύσει μέχρι και για να «παρακαμφθούν» τα αυστηρά πρωτόκολλα λιτότητας που επιβλήθηκαν από τη συμφωνία ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Σε κάποιες περιπτώσεις, θα επρόκειτο για μια ανάκτηση νομισματικής κυριαρχίας από τα κάτω, χρήσιμης για την επανεκκίνηση της τοπικής οικονομίας και της απασχόλησης. Ουτοπία; «Μια αναγκαιότητα» για τον Τονίνο Πέρνα.
Λουίτζι Παντόλφι
Μετάφραση από το "Μανιφέστο": Τόνια Τσίτσοβιτς
- ΕΠΟΧΗ