Όσο συνεχίζεται η διαπραγμάτευση, όσο αργεί η ανακοίνωση του οριστικού, ένα μέρος του κόσμου έχει την κρυμμένη ανακούφιση από τη μη λήψη μέτρων. Αυτή η ελπιδοφόρα ασάφεια, η έλευση ενός φημολογούμενου και όχι πραγματικού κακού, για πολλούς, είναι λυτρωτική. Και πολλοί «κυβερνητικοί» βουλευτές -το ομολογώ- ζούμε στην αύρα της αόριστης ελπίδας, λαμβάνουμε τη μικρή πίστωση χρόνου απ' το ότι ακόμα μια μέρα σκιαμαχείς με φήμες και όχι (π.χ.) με το τετελεσμένο κλείδωμα του ΦΠΑ σε κάποιο ανελαστικό νούμερο ή με κάποια επαπειλούμενη μείωση εισοδήματος.
Παράλληλα, όμως, υπάρχει και ένα τμήμα της πιάτσας, η λεγόμενη αγορά του τέως «μεσαίου χώρου», που είναι εξαιρετικά πιεσμένη. Κάνει ο πολίτης ρύθμιση, πληρώνει την πρώτη δόση και σε λίγο κλειδώνει αλλόκοτα ο λογαριασμός του στην τράπεζα. Ή φορτηγά που προμηθεύουν αγαθά μένουν έξω από τα πλοία, αφού τα δρομολόγια προς τα νησιά είναι απολύτως ανεπαρκή, ασταθή, άνισα. Κανείς δεν μπορεί να προγραμματίσει τίποτα. Μια πραγματικότητα παράλυτη και ανάλγητη.
Το σύστημα λοιπόν δεν «ακούει». Η χώρα, οι δομές δεν λειτουργούν. Όχι μόνο τώρα, ανέκαθεν. Απλώς ήταν διαφορετικός ο τύπος του δράματος, ο τύπος της ανυπακοής του συστήματος, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Γιατί το κυριότερο χαρακτηριστικό του συστήματος είναι μια μορφή «αναρχικής» ανυπακοής. Προσπαθείς λοιπόν να προτείνεις κάτι, αλλά, ακόμα κι αν το αποδέχεται η υπουργική ηγεσία, το σύστημα -κάτι αόρατο, υπόγειο και πηχτό- δεν «ακούει». Πρέπει να τρέχεις ο ίδιος αυτονόητες υποθέσεις που συναντούν απρόβλεπτα διοικητικά ή πολιτικά εμπόδια.
Έτσι η παραγωγή κοινοβουλευτικού έργου σκιάζεται από δύο πλευρές. Μια πρακτικόμορφη ένδεια, μια ένθεση εμπειρισμού που σαν μέδουσα κολλάει σε κάθε νομοθετικό κομμάτι απορρυθμίζοντας τις αρετές του (συχνά προϊόν ρηχών ομάδων πίεσης) που συγχρόνως δίνει μια αίσθηση υπόγειας ανάσχεσης της δημοκρατίας. Κάθε δυσλειτουργία -απ' αυτές τις άπειρες της διοίκησης και της καθημερινής πολιτικής παραγωγής πάνω στην οποία σκοντάφτεις συνεχώς- είναι εκπτωτική της δημοκρατίας. Η αλάδωτη μηχανή, η αρνητική, η «αρνησίπρακτη» μηχανή, τα γρανάζια που μπλοκάρουν, δείχνουν ότι λίγοι μεσαίοι, άνθρωποι της ντουλάπας, αρκούν για να κάνουν τη ζημιά. Το λεγόμενο σύστημα, ένας μηχανισμός πολιτικού, διοικητικού ασανσέρ, κάτι που δεν διαβάζει τη ζωή αλλά τη διατρέχει στο φρεάτιο, είναι μια τερατωδία. Το ζούμε συνεχώς. Οι ποικίλοι ανασχετικοί μετριοκρατικοί μηχανισμοί, που επιτρέπουν ποιος θα υπάρξει, τι θα πει, πώς θα συντεθεί μια απόφαση, πώς θα εφαρμοστεί, πώς θα ιεραρχηθεί και αναλυθεί η πραγματικότητα κ.λπ., θριαμβεύουν.
Σχολαστικά ερωτήματα που ούτε θ' απαντηθούν ούτε μπορούν ν' ακυρωθούν οι αιτίες τους. Ο καθένας ξέρει τη μούχλα που κηλιδώνει και καταλαμβάνει τη ζωή μας. Ας μείνουμε λοιπόν λίγο ακόμα στην ασάφεια, στην ευχάριστη σαββατοκυριακάτικη αναβολή της συμφωνίας. Σκληρά μέτρα ύφεσης και πίεσης πεταλουδίζουν στα μίντια, στις ρητορικές αποδόσεις των επαγγελματιών της πολιτικής. Υποψίες, αυξομείωση φόρων, έκτακτων εισφορών ή εκδίωξη απ το ευρώ, όλοι οι εφιάλτες είτε κεφαλαιοποιούνται είτε αποδομούν πολιτικά. Είτε οργανώσουν το πεδίο του φόβου, είτε το πεδίο της απελπισίας (στις διαφορετικές ομάδες που απευθύνονται τα τρομοκρατικά αφηγήματα), παράγουν το ίδιο. Μια αίσθηση ότι δεν συγκροτείται η διαφυγή, η ύφανση του διαφορετικού.
Ναι, η Ευρώπη καταλαμβάνεται απ' τον ανορθολογισμό, από τον εθνικιστικό οικονομισμό, αλλά το ερώτημα είναι εσύ τι κάνεις, εσύ τι λες, και κυρίως πώς και πότε το λες. Πρέπει να επανανακαλύψουμε τον κοινοβουλευτισμό. Αναποδογυρίζοντας το κακό δεν παράγεις απαραιτήτως το καλό...
Δημήτρης Α. Σεβαστάκης