Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, παρά τις τοπικές ιδιαιτερότητές τους, έχουν άμεση πολιτική διάσταση. Αφορούν πρωτογενείς θεσμούς δημοκρατίας που οργανώνουν την καθημερινότητα του πολίτη. Τα περιθώρια αυτονομίας τους έχουν συρρικνωθεί εξαιτίας των μνημονιακών ρυθμίσεων που έχουν απλωθεί καταστροφικά πάνω στην Αυτοδιοίκηση, με πρώτο θύμα τις στοιχειώδεις υπηρεσίες του κοινωνικού κράτους. Η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων συνοδεύεται ολοένα και περισσότερο από τη μείωση της κρατικής χρηματοδότησης προς την Αυτοδιοίκηση, η οποία σπρώχνεται από την κεντρική εξουσία να λειτουργήσει φορομπηχτικά, σε μια περίοδο μάλιστα που οι πολίτες έχουν "λαλήσει" από την εξοντωτική φορολογία.


 Νευραλγικές υπηρεσίες για την καθημερινότητα του πολίτη, όπως τα απορρίμματα και οι βρεφονηπιακοί σταθμοί, εκχωρούνται σταδιακά στα ιδιωτικά συμφέροντα...
Ειδικά, λοιπόν, αυτές οι εκλογές, ακόμη κι αν τις αντιμετωπίσουμε μέσα από το τοπικό πρίσμα, συνδέονται άμεσα με τη γενική πορεία του τόπου, με την επείγουσα αξίωση να απεγκλωβιστεί η χώρα από τη δίνη του Μνημονίου και να αναληφθούν αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Υπάρχει κι άλλη μία πλευρά που αναγκάζει τους πολίτες να μην ψηφίσουν "χαλαρά". Οι εκλογές αποτελούν ευκαιρία για να στείλουν οι πολίτες εκκωφαντικό μήνυμα απόρριψης του Μνημονίου και αποδοκιμασίας της κυβέρνησης. Καθώς μάλιστα συμπίπτουν με τις ευρωεκλογές, η πολιτική σημασία τους είναι αναμφισβήτητη. Γι' αυτό και οι πρώτοι σχεδιασμοί του Σαμαρά και του Βενιζέλου για τον πολιτικό αποχρωματισμό των εκλογών του Μαΐου υποχωρούν και η κυβέρνηση πολιτικοποιεί το διακύβευμα, ευελπιστώντας ότι θα περιορίσει την ήττα της και θα ανακόψει, επί του παρόντος, το ενδεχόμενο γοργών πολιτικών εξελίξεων.
Οι δημοσκοπήσεις για τις βουλευτικές και τις ευρωπαϊκές εκλογές έχουν σαφές πρόσημο ανατροπής και προαναγγέλλουν την εκλογική κατάρρευση του μνημονιακού μπλοκ. Επινοούνται τώρα βιαστικά οι δημοσκοπήσεις για τις μεγάλες πόλεις και τις περιφέρειες, με προφανή σκοπιμότητα να δημιουργηθούν εντυπώσεις ότι αντέχουν οι κυβερνητικοί υποψήφιοι. Είναι νωρίς για συμπεράσματα, καθώς ακόμη δεν έχουν παρουσιαστεί τα πρόσωπα και τα προγράμματα και είναι φυσικό να συγκεντρώνουν κάποιο μικρό προβάδισμα πρόσωπα που είναι "αναγνωρίσιμα". Η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ να προτείνει νέα και άφθαρτα πρόσωπα, δηλαδή "μη αναγνωρίσιμα" σύμφωνα με τους κανόνες του πολιτικού λάιφ στάιλ, διαθέτει δυναμική, σε μια περίοδο που η κοινωνία αναζητεί διέξοδο από το φαύλο πολιτικό σύστημα του καταρρέοντος δικομματισμού. Και σε μια περίοδο που το δικομματικό κατεστημένο στην Αυτοδιοίκηση εκτίθεται για συμπεριφορές αδιαφάνειας και διαφθοράς.
Πάντως δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, παρ' ότι σταθερά πρώτος στις δημοσκοπήσεις για τις γενικές εκλογές, δεν έχει κατορθώσει να μετατρέψει τη γενική πολιτική επιρροή του σε επιρροή σε ειδικούς κοινωνικούς χώρους, όπως τα συνδικάτα και η Αυτοδιοίκηση, όπου το πελατειακό δικομματικό σύστημα δίνει ισχυρή μάχη να διασωθεί μέσα στους σπασμούς του. Υπάρχει βέβαια χρόνος να αξιοποιηθεί η λαϊκή αξίωση για αξιόπιστη, δημοκρατική εκπροσώπηση, ικανή να οργανώσει τη λαϊκή συμμετοχή, με στόχο να γλυτώσει η χώρα από τον θανατηφόρο ιό της λιτότητας και να απελευθερωθούν δυνάμεις λαϊκής δημιουργίας, ικανές βήμα-βήμα να πραγματοποιήσουν την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Ν.Φ.