Κάποιες ατυχείς δηλώσεις της Κικής Δημουλά σε μια εκδήλωση, ένα εύστοχο χρονογράφημα, ένα ακόμη επεισόδιο «κανιβαλισμού» στα social media, δυο χούφτες άρθρα για τον νεοζντανοφισμό της Αριστεράς κι ένα Νόμπελ που ίσως να περιμένει στη γωνία για τη χώρα μας, μεσούσης της κρίσης ή και εξαιτίας αυτής… Μια ωραία ιστορία δηλαδή. |
Της Έφης Γιαννοπούλου
Θα μπορούσε να αντιμετωπίσει κανείς το πρόσφατο «επεισόδιο Δημουλά» ως ένα ακόμη στο σήριαλ της πόλωσης και του κανιβαλισμού των κοινωνικών δικτύων. Η ποιήτρια έκανε κάποιες ατυχείς δηλώσεις και για δύο μέρες βρέθηκε στο επίκεντρο ενός διαδικτυακού πανηγυριού, ενός απ’ τα πολλά που εκτονώνουν τους κοινωνικά δικτυωμένους σε μια συγκυρία όπου το καθετί γίνεται αφορμή για λυσσαλέες αντιπαραθέσεις, χλεύη, δημιουργικές ή αηδείς φωτοσοπιές, έξυπνα σχόλια ή απλώς χυδαίες ύβρεις. Δεν ήταν η πρώτη και δεν θα είναι η τελευταία. Αφορμή, ένα κείμενο στην Εφημερίδα των Συντακτών, με την υπογραφή της Άννας Δαμιανίδη, παράπλευρης απώλειας αυτού του μίνι εμφυλίου – άκουσε κι εκείνη, με τη σειρά της, τα εξ αμάξης. Ίσως όμως θα είχε νόημα να εξετάσει κανείς αυτό το πρόσφατο επεισόδιο, καταρχάς ως προς την τυπολογία των διαδικτυακών «ξεκατινιασμάτων». Δεν ξέρω πόσοι το διάβασαν, αλλά το κείμενο της Δαμιανίδη ήταν ένα εύστοχο, ισορροπημένο και μετρημένο κείμενο. Διαβάζοντας εκ των υστέρων την απομαγνητοφώνηση της παρέμβασης της Κικής Δημουλά στην εκδήλωση των Atenistas, σκέφτομαι πως ακριβώς έτσι θα τη σχολίαζα, αν αποφάσιζα να την κάνω θέμα ενός χρονογραφήματος (και πιθανότατα θα το αποφάσιζα). Όμως τη φωτιά στα κοινωνικά δίκτυα δεν την έβαλε το κείμενο της Δαμιανίδη, αλλά η μερική αναπαραγωγή του από τη Lifo, που στον τίτλο της αναφερόταν σε «ρατσιστικό ξέσπασμα της Κικής Δημουλά». Και δεν είναι η πρώτη φορά που η Lifo πυροδοτεί ένα ξεκατίνιασμα στα κοινωνικά δίκτυα, ούτε η πρώτη που το σάιτ του free press, αφού βάλει τη φωτιά, κάνει δυο βήματα πίσω και με δασκαλίστικο ύφος καταγγέλλει τον κανιβαλισμό. Χρεώνεται με την «ηθική αυτουργία» και του «επεισοδίου Χρονάς» και, λίγους μήνες νωρίτερα, του «Μπογδάνος-Τσαλαπάτης». Μια πρώτη παρατήρηση λοιπόν είναι πως κάποιοι αρέσκονται να προκαλούν αναταραχή στα κοινωνικά δίκτυα με κέρδος την αύξηση χτυπημάτων και διαφημίσεων στη σελίδα τους. Μια δεύτερη, ότι πολύ συχνά κείμενα και δηλώσεις αποσπώνται από το πλαίσιό τους με (όχι και τόσο) απρόσμενες συνέπειες. Έτσι, το χρονογράφημα της Δαμιανίδη παρουσιάζεται ως ρεπορτάζ, σατιρικά κείμενα καταγγέλλονται σαν να ήταν κείμενα γνώμης, ή ένα στάτους στο facebook αντιμετωπίζεται με τους όρους που θα αντιμετωπιζόταν μια δήλωση στον Τύπο. Όμως τα κοινωνικά δίκτυα είναι ένα αλλόκοτο καφενείο, στο μεταίχμιο μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού. Εν μέρει δημόσιος διάλογος, εν μέρει κουβεντολόι καφενείου, μονάχα με πολλούς ωτακουστές. Ας επανέλθουμε όμως στο «επεισόδιο Δημουλά». Αν και σε μια πρώτη φάση, τα στρατόπεδα δεν ήταν ακριβώς τα γνωστά και οι περισσότεροι κράτησαν αποστάσεις από τις δηλώσεις της, το ξεκατίνιασμα στα κοινωνικά δίκτυα και η αναμενόμενη πόλωση ενεργοποίησαν την παντοδύναμη αρχή της αδράνειας. Κι έτσι διαβάσαμε τα γνωστά περί Ζντάνοφ και Μπέρια της Αριστεράς, που δεν δέχονται την αντίθετη άποψη και δεν συγχωρούν στη Δημουλά το γεγονός ότι δεν είναι αριστερή. Κάποιος όμως θα πρέπει να πει στους εμμανείς εμμονικούς, ότι το βασικό χαρακτηριστικό των Ζντάνοφ και των Μπέρια, όπως και των Μακάρθι και των λογοκριτών της κάθε χούντας, ήταν πως το μαχαίρι που κρατούσανε στα χέρια τους ήταν αυτό της εξουσίας. Και τι έχει τάχα στερηθεί η Κική Δημουλά εξαιτίας της μη αριστεροσύνης της; Έχει διαβαστεί όσο κανένας ποιητής τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα, έχει πάρει τα μεγαλύτερα βραβεία, έχει γίνει ακαδημαϊκός, έχει συγχρωτιστεί επίσης όσο κανείς ομότεχνός της με κάθε λογής εξουσία, έχει τιμηθεί σε εκδηλώσεις Μεγάρων παντός είδους. Και σίγουρα μεταξύ των φανατικών αναγνωστών της βρίσκονται ουκ ολίγοι αριστεροί και αριστερές. Κάτι άλλο λοιπόν, και όχι οι πολιτικές απόψεις, συνέχει όσους δεν έχουν υποκύψει στη γοητεία της ποίησής της. Από τη μια λοιπόν το πραγματικό περιστατικό, η ομιλία δηλαδή της Δημουλά στην Κυψέλη και το εύστοχο χρονογράφημα της Δαμιανίδη – τι διαφορετικό κάνει άλλωστε η Δαμιανίδη από το να παραπέμπει, και μάλιστα πιο εύστοχα από άλλους (τον Παύλο Τσίμα στο δελτίο του Mega, για παράδειγμα), στη Χάνα Άρεντ και στην «κοινοτοπία του κακού»; Συμφωνώ τόσο με το συγκεκριμένο κείμενο της Δαμιανίδη, που δεν έχω να πω κάτι παραπάνω επ’ αυτού. Και από την άλλη, ο «κανιβαλισμός» της «ανυπεράσπιστης» ποιήτριας στα κοινωνικά δίκτυα, και η πολιτική ορθότητα της νεοζντανοφικής αριστεράς. Αλλά ας έρθουμε στα συγκαλά μας· ναι, γράφτηκαν και αθλιότητες στο διαδίκτυο, και υπερβολές και κακίες. Όμως έτσι δεν γίνεται στα καφενεία; Το παγκοσμιοποιημένο εικονικό καφενείο έχει πράγματι άλλη επιδραστικότητα από αυτό της γειτονιάς, παραμένει όμως καφενείο, εκτός κι αν το επικυρώνουν άλλα, πιο θεσμικά μέσα. Και ποιος είναι εντέλει ανυπεράσπιστος σ’ αυτή την ιστορία; Σίγουρα όχι η Κική Δημουλά, που διαθέτει πλήθος και ισχυρών και θεσμικών υπερασπιστών, που χρόνια τώρα με τη μεσολάβησή τους καταφέρνει να πατάσσει κάθε αρνητική κρίση ή κριτική για το πρόσωπό της. Πριν από κάποια χρόνια, το 2006, δύο ποιητές και κριτικοί, η Μ. Τοπάλη και ο Ν. Λάζαρης, λοιδορήθηκαν και δέχτηκαν χυδαίες επιθέσεις επειδή τόλμησαν να κρίνουν αρνητικά μια ποιητική της συλλογή. Μόλις πριν από ένα χρόνο, ένας φίλος ποιητής δημοσίευσε στο περιοδικό Ποιητική μια σειρά ποιημάτων αφιερωμένων σε νεκρές ποιήτριες, στις αγαπημένες του και μερικές από τις σημαντικότερες παγκοσμίως ποιήτριες. Ανάμεσά τους, μία ζωντανή, η Δημουλά. Το ποίημα αναγνώστηκε από την ποιήτρια αντιποιητικώς, ως (σχεδόν πραγματική) θανάτωσή της, και ο φίλος βρίσκει ακόμα μπροστά του εκείνο το «ατόπημα», συχνά μαζί με κλειστές πόρτες. Όποιος τόλμησε να σχολιάσει τη συνέντευξη της Δημουλά στη Herald Tribune μετρήθηκε και βρέθηκε μίζερος και φθονερός. Και τώρα επιστρατεύθηκαν οι πάντες για να απαντήσουν στον κάθε ανώνυμο του facebook και να τον στηλιτεύσουν ως κανίβαλο, μοχθηρό, φθονερό, και φυσικά αγράμματο, διότι αποκλείεται να έχει διαβάσει η πλέμπα στίχους. «Η Κική Δημουλά θα μπορούσε να είναι πιο προσεκτική, να μη μιλάει, ή να μιλάει μόνον αν συμφωνεί με τους κήνσορες της. Έτσι θα ήταν προστατευμένη από τη δημόσια τιμωρία. Αυτό θέλουμε; Δεν νομίζω», αναρωτιέται ο Γιάννης Μπασκόζος στον ιστότοπο «Αναγνώστης» και απαντά το ερώτημά του. Μόνο που θα μπορούσαμε να του απαντήσουμε κι εμείς: «Η Κική Δημουλά θέλει να μιλάει, να λέει ό,τι θέλει, να γράφει ό,τι θέλει, και κανείς να μην έχει το δικαίωμα να της ασκήσει κριτική, κανείς να μη διανοείται να την αμφισβητήσει; Αυτό θέλει;» Κι εδώ η πράξη λέει πως μάλλον ναι, αυτό θέλει. Και όχι μόνο το θέλει, αλλά και προσπαθεί να το επιβάλλει, έχοντας με το μέρος της σύμπαν σχεδόν το πολιτικό και λογοτεχνικό και δημοσιογραφικό κατεστημένο. Ακόμα και τη σιωπή κάποιων που δεν γοητεύονται απ’ την ποίησή της. Κι έτσι θα επανέλθουμε στον Ζντάνοφ, που δεν ήταν ο Ζντάνοφ επειδή από μία γωνία κάποιου σύμπαντος καταδίκαζε απόψεις και έργα που δεν του άρεσαν, αλλά επειδή κρατούσε τη λογοκρίνουσα (και όχι μόνο) μάχαιρα της εξουσίας. Ευτυχώς στα καθ’ ημάς δεν κυβερνά ούτε ο ζντανοφισμός, ούτε ο μακαρθισμός, ούτε οποιαδήποτε άλλη μορφή θεσμικής λογοκρισίας, κι έτσι, από το περιθώριο συνήθως του μικρού μας κόσμου, κάποιες φωνές δύνανται να αμφισβητούν την ποίηση ή τον δημόσιο λόγο της υποψήφιας νομπελίστριας μας. Γιατί αυτή είναι μια ακόμη παράμετρος του επεισοδίου. Οι πρόσφατες ατυχείς δηλώσεις θα μπορούσαν να κλείσουν οριστικά για τη Δημουλά το δρόμο προς το λογοτεχνικό βραβείο του οικουμενικού. Αυτό που κάποιοι πιστεύουν ή φαντάζονται ότι, μεσούσης της κρίσης ή και εξαιτίας αυτής, μπορεί να φτάσει μέχρι την Αθήνα. ΥΓ. Δεν θέλησα να σχολιάσω ούτε την αρχική υποστήριξη της Χρυσής Αυγής προς την ποιήτρια, ούτε την αλλαγή στάσης μετά την επανορθωτική συνέντευξη της Δημουλά, την οποία πληροφορήθηκα από το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου. Και όχι μόνο επειδή θα παρατραβούσε αυτό το κείμενο. |
Σάββατο 11 Μαΐου 2013
Posted by ΦΡΥΚΤΩΡΙΑ at Σάββατο, Μαΐου 11, 2013
Category: Ιδεο-γραφήματα