ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013



Λόγω επαγγέλματος, ο Μίχελ Σέπενς (Michel Scheepens) είναι εξοικειωμένος με το ρίσκο. Ο 41χρονος επιβλέπει την αγορά ενέργειας εκ μέρους της ολλανδικής τράπεζας ING. Δουλειά του είναι να αποφασίζει αν ο εργοδότης του θα πρέπει να χρηματοδοτεί σχέδια όπως π.χ. ένα αιολικό πάρκο στην Κύπρο ή μια εγκατάσταση ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο στην Τουρκία. Μέχρι σήμερα όμως, τον απασχολούσαν πάντοτε τα λεφτά των άλλων.

Αλλά εδώ και κάμποσο καιρό, ο Σέπενς, που είναι πατέρας τριών παιδιών, ανακαλύπτει τι θα πει μείωση ρευστότητας σε προσωπικό επίπεδο. Εδώ κι έξι χρόνια, αγόρασε μια μεζονέτα στο προάστιο Νιέου Βένεπ, κοντά στην Βόρειο Θάλασσα. Το πλινθόκτιστο κτίριο κόστισε 430,000 ευρώ, αλλά η τράπεζα τους δάνεισε γενναιόδωρα 500,000 ώστε να έχει αρκετά λεφτά για τις απαιτούμενες ανακαινίσεις, τον συμβολαιογράφο και τους φόρους. Ο Σέπενς σκόπευε να μεταπωλήσει το κτίριο μετά από λίγα χρόνια, πράγμα σύνηθες στην Ολλανδία. Αλλά μετά την χρεοκοπία της «Λίμαν», οι τιμές των ακινήτων κατέρρευσαν. Αν η οικογένειά του πουλούσε σήμερα το σπίτι, θα όφειλε στην τράπεζα 60 χιλιάδες. Όπως λέει ο Σέπενς, έχει «μπει μέσα», ή -στα ολλανδικά- βρίσκεται «όντερ βάτα» («κάτω από το νερό»).


Αυτός είναι ένας καλός χαρακτηρισμός για την κρίση που πλήττει μια χώρα που βρίσκεται εν πολλοίς κάτω από την στάθμη της θάλασσας. Κατά ειρωνικό τρόπο, η Ολλανδία, υπόδειγμα κάποτε εύρυθμης οικονομίας, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια φούσκα ακινήτων που έπληξε άλλοτε τις ΗΠΑ -και σήμερα σαρώνει την Ισπανία. Από την δεκαετία του 1990, στην Ολλανδία οι τράπεζες διοχέτευαν δισεκατομμύρια σε δάνεια για αγοραπωλησίες ακινήτων, χωρίς να εγγυοδοτούν επαρκώς τον δανεισμό τους. Οι αγοραστές ακινήτων εύρισκαν εύκολα δάνεια που υπερέβαιναν το 100% της αξίας του νέου τους ακινήτου. «Μπορούσες με ευκολία να δανειστείς ως και πέντε φορές το ετήσιο εισόδημά σου» λέει ο Σέπενς, «χωρίς ούτε ένα σεντς εγγυοδοσίας». Αυτό ήταν δυνατό επειδή τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων εξέπιπταν αυτομάτως από το φορολογητέο εισόδημα. Αντί να αποπληρώνουν τα δάνειά τους, οι δανειστές δικαιούνταν να παίζουν τα λεφτά τους σε διάφορα αμοιβαία κεφάλαια, σε αναζήτηση των σχετικών κερδών. Τα λεφτά αυτά, τουλάχιστον εν μέρει, πήγαιναν βέβαια στην αποπληρωμή των δανείων, αλλά εμπεδώθηκε η βεβαιότητα πως η τιμή των ακινήτων δεν μπορεί παρά να αυξάνει. Πολλοί Ολλανδοί αγόραζαν και μεταπωλούσαν ακίνητα για να αποπληρώσουν τα δάνειά τους, προσδοκώντας παράλληλα σε ένα ζουμερό κέρδος.

Μια οικονομία στο χείλος του γκρεμνού

Εδώ και πάνω από μια δεκαετία, η ολλανδική κεντρική τράπεζα προειδοποιούσε για τους κινδύνους αυτής της ευφορίας, αλλά οι ανησυχίες της έπεσαν στο κενό. Μόνο πέρσι δέησε η κυβέρνηση του συντηρητικού-φιλελεύθερου Μαρκ Ρούτε (Mark Rutte) να παρέμβει στις προφανείς δυσπλασίες του συστήματος, που σταδιακά άρχισε να εκπνέει τον Ιανουάριο. Ήταν ήδη πολύ αργά: κανένα άλλο κράτος της ευρωζώνης δεν είναι τόσο υπερχρεωμένο όσο η Ολλανδία, όπου οι τράπεζες εμφανίζουν στους ισολογισμούς τους ελλείμματα ύψους 650 δις ευρώ. Το ύψος των καταναλωτικών δανείων εκπροσωπεί το 250% της διαθέσιμης αγοραστικής δύναμης. Ως μέτρο σύγκρισης, το ανάλογο ποσοστό στην Ισπανία το 2011 ήταν 125%.

Η Ολλανδία εξακολουθεί να είναι μια από τις ανταγωνιστικότερες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά το σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων κινδυνεύει να συμπαρασύρει ολόκληρη την οικονομία. Η ανεργία βρίσκεται σε άνοδο, η κατανάλωση σε πτώση και η ανάπτυξη καρκινοβατεί. Παρά τα σκληρά μέτρα λιτότητας, φέτος η Ολλανδία θα παραβιάσει το όριο του 3% επί του ΑΕΠ που επιτρέπει η ΕΕ για το έλλειμμα. Πρόκειται για πολύ προβληματική κατάσταση, ιδίως για τον Ολλανδό υπουργό οικονομικών Γερούν Ντάισελμπλουμ (Jeroen Dijsselbloem), τον επικεφαλής της «ευρωομάδας», που βρίσκεται στην παράδοξη κατάσταση να είναι ταυτόχρονα επόπτης της τήρησης της νομισματικής ενότητας και βασικός παραβάτης της!

Τα 46 δις ευρώ των μέτρων λιτότητας δεν φαίνεται να είναι αρκετά να συγκρατήσουν το ολλανδικό έλλειμμα κάτω από το ευρωπαϊκό όριο. Οι νέες περικοπές, ύψους 4.3 δις ευρώ στις δαπάνες υγείας, που ανακοίνωσε πρόσφατα ο Ντάισελμπλουμ, αφορούν το 2014. «Το να μπει τώρα το μαχαίρι ακόμα πιο βαθιά, θα ήταν απλά εντελώς παράλογο» δήλωσε, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει την αναβολή αυτού του μέτρου, ο σοσιαλδημοκράτης Ντάισελμπλουμ στην γερμανική ημερήσια εφημερίδα «φρανκφούρτερ αλγκεμάινε τσάιτουνγκ». Αυτού του είδους η επιχειρηματολογία συνήθως ακούγεται στις νότιες υπερχρεωμένες χώρες.

Οι Ολλανδοί ζούσαν πάνω από τις δυνατότητές τους, με παρενέργειες που άρχισαν να φαίνονται όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση. Πολλά από τα περίπλοκα οικονομικά μοντέλα δεν λειτουργούν πια, και όλο και περισσότεροι πολίτες δεν έχουν πια την δυνατότητα να αποπληρώνουν τα χρέη τους. Οι τιμές των ακινήτων, που είχαν φτάσει σε παράλογα υψηλά επίπεδα, προσγειώνονται ανώμαλα. Η άλλοτε ανθούσα οικονομία καταβαραθρώνεται.

'Ανοδος της ανεργίας

«Σε αυτές τις περιπτώσεις δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος», λέει ο πρόεδρος της «ευρωπαϊκής χολής μάνατζμεντ και τεχνολογίας» του Βερολίνου και μέλος του ακαδημαϊκού συμβουλίου του υπουργείου οικονομικών της Γερμανίας Γιοργκ Ρόσολ (Jörg Rocholl). «Οι πελάτες των τραπεζών είναι τόσο υπερχρεωμένοι που δεν μπορούν να εξυπηρετούν τα δάνειά τους. Αυτό δημιουργεί προβλήματα στις τράπεζες, που παύουν να παρέχουν επαρκή ρευστότητα στην οικονομία, που με την σειρά του προκαλεί οικονομική δυσπραγία και υψηλή ανεργία, που καθιστά ακόμα δυσχερέστερη την θέση των οφειλετών...».

Η επίσημη ανεργία στην Ολλανδία έφτασε στο 7.7%. Στην πραγματικότητα είναι πολύ υψηλότερη, αλλά κρύβεται ως τώρα από την ύπαρξη μιας επαγγελματικής ομάδας, των ZZP. Οι «zelfstandigen zonder personeel» («αυτοαπασχολούμενοι χωρίς υπαλλήλους») μοιάζουν κάπως με τους Γερμανούς «ich-AG» («εγώ Α.Ε»). Σήμερα στην Ολλανδία υπάρχουν περί τους 800 χιλιάδες ΖΖΡ.

Ένας εξ αυτών είναι ο Ρομπ Χούισμαν (Rob Huisman). Ο 47χρονος ζει με την σύζυγο και το παιδί του στο Σάντπορτ, κοντά στο Χάρλεμ. Το 2006, ο Χούισμαν, ειδικός στις τεχνολογίες πληροφόρησης, εγκατέλειψε την δουλειά του ως υπάλληλος μιας μεγάλης επιχείρησης για να ξεκινήσει την δική του δουλειά. Αρχικά όλα πήγαιναν καλά και ο Χούισμαν κέρδιζε 100 ευρώ την ώρα. Αλλά σταδιακά οι πελάτες του, ιδιώτες και δημόσιο, άρχισαν να προσφέρουν πολύ λιγότερα. Συχνά αθετούσαν τις συμφωνίες τους και διέκοπταν την συνεργασία τους μαζί του. «Τις επιχειρήσεις τις συμφέρει να διώχνουν τους μονίμους υπαλλήλους τους και να προσλαμβάνουν άλλους, με συμβόλαια πρόσκαιρης απασχόλησης. Γλιτώνουν τα κοινωνικά επιδόματα».

Υπάρχει σφοδρός ανταγωνισμός μεταξύ των αυτοαποσχολούμενων, που μειοδοτούν για να βρουν δουλειά. «Αν δεν πάρεις εσύ την δουλειά, θα στην αρπάξει κάποιος άλλος» λέει ο Χούισμαν. Προς το παρόν πάντως, του είναι αδύνατο να πληρώνει το συνταξιοδοτικό του ταμείο. «Βασικά ζούμε από τις αποταμιεύσεις μας», λέει.

Κανένα φως στην άκρη του τούνελ

Οι Ολλανδοί συγκαταλέγονται στους μεγαλύτερους αποταμιευτές της Ευρώπης, και σε καιρούς κρίσης έχουν το αντανακλαστικό να γίνονται ακόμα πιο οικονόμοι, πράγμα όμως που μπορεί να έχει τοξικές επιπτώσεις στην οικονομία. «Ένα από τα βασικά μας προβλήματα είναι η μείωση της κατανάλωσης», λέει ο Γιοχάνες Χερς (Johannes Hers) στέλεχος του «γραφείου κεντρικού σχεδιασμού» (CPB) στο υπουργείο οικονομικών στην Χάγη.

Το υπουργείο προβλέπει ύφεση της τάξης του 0.5% τ0 2013. Τον Φεβρουάριο δήλωσαν χρεοκοπία περί τις 755 επιχειρήσεις, που είναι ο μεγαλύτερος αριθμός από τότε που τηρούνται σχετικά στοιχεία, το 1981. Ο τραπεζικός τομέας απολύει επίσης χιλιάδες υπαλλήλους.

Λόγω των πολλών ενυπόθηκων δανείων, ο χρηματοοικονομικός τομέας εμφανίζεται υπερδιογκωμένος, και τα συνολικά ενεργητικά των τραπεζών είναι 450% του ΑΕΠ.

Τον Φεβρουάριο η κυβέρνηση εξαναγκάστηκε να κρατικοποιήσει την τράπεζα SNS, την τέταρτη μεγαλύτερη στην χώρα, διότι διέθετε πλήθος στεγαστικών δανείων που δεν μπορούσαν να εξυπηρετηθούν. Οι εναπομείνασες ιδιωτικές τράπεζες προσπαθούν να εξασφαλίσουν ένα μέρος τουλάχιστον των πελώριων δανειακών τους χαρτοφυλακίων, μεταπωλώντας τα χρεόγραφα μέσω μιας ειδικής τράπεζας, κυρίως στα ασφαλιστικά ταμεία, όπου οι Ολλανδοί έχουν καταθέσει μεγάλα ποσά για την συνταξιοδότησή τους.

Νέες οικογένειες σαν εκείνη του Σέπενς, που αγόρασαν πρόσφατα σπίτια, ελπίζουν τουλάχιστο να κρατήσουν την δουλειά τους. Αν και η μεζονέτα κόστισε πολλά λεφτά στον Σέπενς, αυτός τουλάχιστο μπορεί ακόμα να πληρώνει τους λογαριασμούς του. Αλλά οι περικοπές τον πλησιάζουν ολοένα και περισσότερο. Πρόσφατα ένας γείτονάς του έχασε την δουλειά του, και πολλοί καλά καταρτισμένοι άνθρωποι δεν βρίσκουν δουλειά. «Το τέλος της κρίσης δεν φαίνεται πουθενά», διαπιστώνει ο Σέπενς.

Οι Christoph Schult και Anne Seith είναι συντάκτες του «Σπίγκελ»

Popular Posts

Blog Archive

Download

Translate

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Αναζήτηση του ιστολογίου

Copyright © ΦΡΥΚΤΩΡΙΑ | Powered by Blogger
Design by Dizzain Inc | Blogger Theme by Lasantha - PremiumBloggerTemplates.com