Στις
10 Μαρτίου του 2010, λίγες ημέρες πριν υπογραφεί το Μνημόνιο, η Άνγκελα Μέρκελ
διατύπωσε την απαίτηση...
Το κύριο ζήτημα είναι ότι το δίλημμα «εντός ή εκτός του ευρώ» αυτή τη στιγμή χρησιμεύει μόνο για εκφοβισμό του κόσμου από τη μεριά του Κόμματος του Μνημονίου. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι στο δίλημμα έχουν εγκλωβιστεί και προοδευτικές δυνάμεις.
Οι τελευταίες, μάλιστα, υπό την επίδραση Ελλήνων διανοουμένων που επηρεάζονται από τη βρετανική σκέψη, αναπαράγουν ουσιαστικά την «αγγλική» συζήτηση, η οποία διατρέχει διλημματικά ακόμη και το κυβερνών συντηρητικό κόμμα.
Το δίλημμα που έθεσαν η Θάτσερ, η Μέρκελ, ο Σημίτης το έθεσαν προκειμένου να οδηγήσουν πολιτικές δυνάμεις στην υποταγή. Το δίλημμα αυτό το υιοθετούν προοδευτικές δυνάμεις επιθυμώντας να το μετατρέψουν σε σημαία ανυποταξίας. Το λάθος τους είναι ότι στην πολιτική συχνά πρέπει να αποφεύγει κανείς τον εγκλωβισμό σε διλήμματα που θέτει η άλλη πλευρά, ακόμη κι αν προσπαθήσει να τα απαντήσει με προοδευτικά κριτήρια. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το δίλημμα όπως τίθεται επιδιώκει να βάλει τη δημοκρατική παράταξη και την υπόλοιπη Αριστερά σε μια πρόωρη συζήτηση για ένα δίλημμα που δεν είναι της στιγμής. Να συγκαλύψει τις ευθύνες της κυβέρνησης που δεν έδωσε ούτε μία μάχη προστασίας της χώρας, καθώς και την έλλειψη ουσιαστικού σχεδίου ανασυγκρότησης της ελληνικής κοινωνίας και εξόδου από την οικονομική ύφεση.
Η ουσία του διλήμματος «υποταγή ή έξοδος» είναι ότι οι φορείς του εγκλωβίζονται στη θεωρία του μονοδρόμου. Υπάρχει, όμως, αυτή την περίοδο μια εντελώς διαφορετική επιλογή: Η μάχη εντός της ΕΕ με όλα τα όπλα από τα οποία έχει παραιτηθεί η κυβέρνηση. Δηλαδή, του διλήμματος που εξετάζουμε εδώ προηγείται μια ενεργητική ευρωπαϊκή πολιτική συμμαχιών –όπως με ελλειμματικές χώρες και το Νότο της ΕΕ–, προσφυγής στα δικαστήρια της ΕΕ –η Επιτροπή παραβιάζει τις συνθήκες, επεμβαίνοντας στο εσωτερικό κράτους-μέλους–, χρήσης του βέτο σε όλη την κλίμακα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τέλος, επειδή η Ελλάδα μπορεί να βρεθεί εκτός ευρώ κατόπιν επιλογής τρίτων, όπως θα ήταν η διάλυση της Ευρωζώνης, οφείλει –πριν αρχίσει να φαντασιώνεται κανείς ανύπαρκτες δόξες εκτός ευρώ– να διασφαλίσει τη διατροφή του λαού. Την ιατροφαρμακευτική του κάλυψη. Τα απαραίτητα αποθέματα σε μέσα ενέργειας. Να έχει, δηλαδή, τα θεμέλια για ένα «σχέδιο Β», αντί να κάνει ασκήσεις συνθηματολογίας σε ζητήματα που άπτονται της ίδιας της επιβίωσης του λαού.