ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Παρά τη ρητορική έντασης που έχει δημιουργηθεί μεταξύ της ελληνικής και της γερμανικής κυβέρνησης, λόγω της στάσης του Βερολίνου τον τελευταίο μήνα, στο παρασκήνιο καταβάλλονται προσπάθειες ώστε να τεθούν άμεσα οι βάσεις για έναν έντιμο συμβιβασμό.
Η ελληνική κυβέρνηση επιθυμεί σφόδρα να γίνει αποδεκτό το αίτημά της ότι μετά τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου και με το ξεκίνημα των διαπραγματεύσεων στα τεχνικά κλιμάκια η Ελλάδα βρίσκεται σε πρόγραμμα εν εξελίξει. Πρόκειται προφανώς για πολιτική απόφαση την οποία πρωτίστως θα πρέπει να λάβει η καγκελάριος Μέρκελ. Η πολιτική αποδοχή του συγκεκριμένου αιτήματος θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να αυξήσει την πολυπόθητη ρευστότητα στη χώρα. Το «αίτημα» φέρεται να ανέδειξε και ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας στις συναντήσεις του με τους κ. Γιούνκερ και Σουλτς την προηγούμενη εβδομάδα.
Εξάλλου, στην παρούσα φάση, ο πρώτος στόχος της Αθήνας, προκειμένου να μπορεί να ανταπεξέλθει στις εσωτερικές και διεθνείς υποχρεώσεις της, είναι το άνοιγμα κάποιου «παραθύρου» από την ΕΚΤ και συγκεκριμένα η αύξηση του ορίου των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου ώστε να καλυφθούν οι επείγουσες ανάγκες των επόμενων μηνών μέχρι τη μεγάλη διαπραγμάτευση του Ιουνίου.
Είναι παγκοίνως γνωστό ότι, σε τελικό στάδιο, οι αποφάσεις που λαμβάνονται στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πολιτικές. Σε αυτό το πλαίσιο κρίσιμη μπορεί να αποδειχθεί η συνάντηση που ενδέχεται να έχουν την Τρίτη η Γερμανίδα καγκελάριος Άν. Μέρκελ με τον επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι.
Στην κατεύθυνση της μερικής χαλάρωσης του κλοιού, θα μπορούσε να λειτουργήσει η εκτίμηση πως η Ελλάδα δεν θα πρέπει να οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Η συγκεκριμένη άποψη κατ' ορισμένες πηγές κερδίζει εσχάτως έδαφος και στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, περιλαμβανομένου και του Βερολίνου, όχι επειδή εκτιμάται, όπως στο παρελθόν, ότι η Ελλάδα αποτελεί κίνδυνο για τη σταθερότητα του ευρώ, αλλά για γεωπολιτικούς λόγους, όπως εδώ και χρόνια επιμένει η Ουάσιγκτον. Δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητες τόσο οι πρόσφατες δηλώσεις της ίδιας της καγκελαρίου όσο και οι δηλώσεις του προέδρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αμέσως μετά την επιστροφή του από τις ΗΠΑ και τη συνάντησή του με τον πρόεδρο Ομπάμα. Ο Τουσκ δήλωσε ότι: «Έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη -ως ατύχημα ή ό,τι άλλο- είναι ένα βλακώδες σενάριο που πρέπει να αποτραπεί». «Οι συνέπειες δεν θα ήταν μόνο οικονομικές. Μια ελληνική έξοδος θα ήταν το πιο δραματικό κεφάλαιο σε ολόκληρη την ιστορία της Ε.Ε.» λέει ο Τουσκ και συμπληρώνει: «Η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη δεν είναι μόνο ζήτημα χρημάτων, αλλά πρέπει να αντιμετωπιστεί σε γεωπολιτικό πλαίσιο» και σημειώνει ότι λόγω της κρίσης στη Λιβύη, της εύθραυστης κατάστασης στα Βαλκάνια, στη Μολδαβία, την Τρανσδνειστερία και την Κύπρο, «μια τόσο δραματική πράξη, όπως η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, θα ήταν καταστροφή». Παραμένει πάντως το ερώτημα κατά πόσον η γερμανική κυβέρνηση θα επιλέξει να δώσει την «ανάσα» που διεκδικεί η Αθήνα μετά και το άκρως φορτισμένο κλίμα των τελευταίων ημερών.