Του Μανώλη Δρεττάκη
Στα μέσα Σεπτεμβρίου ο πρόεδρος του
ΣΥΡΙΖΑ πρόκειται να παρουσιάσει στη Θεσσαλονίκη το πρόγραμμα με το οποίο
το κόμμα του οποίου ηγείται θα «κατεβεί» στις πρόωρες εκλογές είτε
αυτές γίνουν εντός του έτους ή στις αρχές του 2015. Το πρόγραμμα αυτό
επομένως, αποκτά κρίσιμη σημασία για τη μελλοντική πορεία του κόμματος
αυτού και πρώτα απ' όλα το ποσοστό που θα πάρει στις επικείμενες
εκλογές.
Η κρισιμότητα του προγράμματος για την πορεία αυτή του ΣΥΡΙΖΑ πηγάζει από το γεγονός ότι -παρά την πρωτιά του στις ευρωεκλογές- ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των μέχρι το 2012 ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., που δεν εμπιστεύονται πια τα κόμματα αυτά, δεν τον εμπιστεύονται για πολλούς λόγους, και τόσο στις διπλές εκλογές του 2012 όσο και στις ευρωεκλογές είτε ψήφισαν άλλα κόμματα είτε έριξαν στην κάλπη λευκό ή άκυρο ψηφοδέλτιο, είτε έκαναν αποχή, η οποία είναι αυξημένη σε σύγκριση με προηγούμενες εκλογές και γι' αυτό τον λόγο.
Είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να διεκδικήσει με αξιώσεις να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού με άλλα κόμματα, στην περίπτωση που θα αναδειχθεί πρώτο κόμμα στις επικείμενες εκλογές, πρέπει να αυξήσει τα ποσοστά που πήρε στις δεύτερες εκλογές του 2012 και στις φετινές ευρωεκλογές. Για να επιτύχει τον στόχο αυτό, είναι ανάγκη να κερδίσει την εμπιστοσύνη ενός σημαντικού ποσοστού των εκλογέων που προαναφέρθηκαν. Για να το κατορθώσει, είναι ανάγκη να δώσει πειστικές απαντήσεις στους λόγους που οι εκλογείς αυτοί προβάλλουν για την έλλειψη εμπιστοσύνης που έχουν απέναντί του. Τις απαντήσεις αυτές πρέπει, ανάμεσα στα άλλα, να περιλαμβάνει το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Στο άρθρο αυτό θα αναφερθούμε στους κυριότερους από τους λόγους που προβάλλουν οι ψηφοφόροι αυτοί.
Ι. ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ
Τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και η Ν.Δ., στο διάστημα των 40 ετών που εναλλάσσονταν στη διακυβέρνηση της χώρας, με τις πράξεις και τις παραλείψεις τους, προκάλεσαν την τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα και τη φτωχοποίηση ή, ακόμα, και την εξαθλίωση ενός μεγάλου ποσοστού του λαού. Τα κόμματα αυτά, όταν βρίσκονταν στην αξιωματική αντιπολίτευση, υπόσχονταν την ικανοποίηση όλων των αιτημάτων οργανώσεων με πολλά ή λίγα μέλη, ή ακόμα και μεμονωμένων ψηφοφόρων, με βασικό στόχο να τους αποσπάσουν από το κόμμα που κυβερνούσε, ώστε να κερδίσουν τις επόμενες εκλογές και να σχηματίσουν κυβέρνηση. Όταν αναλάμβαναν την κυβέρνηση, με διαμεσολαβητές τα δίκτυα των τοπικών, νομαρχιακών, συνεταιριστικών και συνδικαλιστικών οργανώσεών τους, τους βουλευτές και τους υποψήφιους βουλευτές τους καθώς και την Κεντρική Επιτροπή, προσπαθούσαν να ικανοποιήσουν λίγες, συνήθως, από τις υποσχέσεις που έδιναν, σπαταλώντας δημόσιο χρήμα, δανεικό στις περισσότερες περιπτώσεις, αυξάνοντας τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, διά στόματος του προέδρου του, των ηγετικών στελεχών και των βουλευτών του, έχει δώσει και συνεχίζει να δίνει πολλές υποσχέσεις, οι οποίες, κατά τη γνώμη των ψηφοφόρων που δεν τον εμπιστεύονται, αλλά και πολλών από εκείνους που τον εμπιστεύονται, θεωρούνται από τη μια μεριά ως επανάληψη της συμπεριφοράς του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., όταν τα κόμματα αυτά ήταν στην αντιπολίτευση, και από την άλλη ότι είναι πρακτικά ανέφικτες όχι μόνο άμεσα, αλλά και βραχυπρόθεσμα.
Είναι προφανές ότι το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να είναι παρόμοιο με εκείνα του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. Δεν πρέπει δηλαδή να περιλαμβάνει υποσχέσεις που είναι αδύνατο να υλοποιηθούν. Όσες δεσμεύσεις περιληφθούν στο πρόγραμμα πρέπει να είναι κοστολογημένες και να αναφέρεται ρητά ο τρόπος και χρόνος υλοποίησής τους.
ΙΙ. ΥΠΟΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΟΓΚΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ
Εκτός από το πρόβλημα των υποσχέσεων που προαναφέρθηκε, οι ψηφοφόροι των οποίων την εμπιστοσύνη πρέπει να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι το κόμμα αυτό, ενώ από τη μία μεριά καταγγέλλει, ορθά, τα κυβερνώντα κόμματα τόσο για τις ευθύνες τους για τις πράξεις και τις παραλείψεις τους τα 35 χρόνια πριν το 2009 και τα όσα έπραξαν την πενταετία 2009-2013 όσο και όσα διαπράττουν σήμερα, φαίνεται να υποτιμά τον όγκο και τη σοβαρότητα των προβλημάτων τα οποία θα κληρονομήσει στην περίπτωση που θα σχηματίσει κυβέρνηση. Πιο συγκεκριμένα:
Στην εσωτερική πολιτική τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που είχε δημιουργήσει η διαχείριση της οικονομίας της χώρας από το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. μέχρι το 2009 ήταν ήδη πολύ σοβαρά. Τα προβλήματα αυτά διογκώθηκαν τα 5 τελευταία χρόνια. Αναφέρομαι κυρίως στο 1.300.000 ανέργους, στα 4.000.000 που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, στη μείωση των γεννήσεων, τη μετανάστευση των νέων, στο γιγάντιο δημόσιο χρέος των 322 δισ. ευρώ που είναι ίσο με το 175% του συρρικνωμένου ΑΕΠ, στα «κόκκινα» δάνεια και τα προβλήματα των τραπεζών και των ασφαλιστικών ταμείων καθώς και στον όγκο των ληξιπρόθεσμων οφειλών των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων προς το Δημόσιο.
Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, εκτός από τα χρόνια ανοικτά και άλυτα εθνικά προβλήματα (Κυπριακό, FYROM, ελληνοτουρκικές σχέσεις, σχέση με την Αλβανία), υπάρχει και το τεράστιο και εξαιρετικά δύσκολο πρόβλημα των δεσμεύσεων της χώρας που έχουν υπογράψει οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. και ψηφίσει οι βουλευτές τους. Ανάμεσα σ' αυτές είναι και η υπαγωγή στο αγγλικό δίκαιο των ομολόγων που κατέχουν οι δανείστριες χώρες, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ.
Οι όποιες λύσεις θα προτείνονται στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να λαμβάνουν υπόψη: για μεν τα χρόνια άλυτα προβλήματα τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι μέχρι τώρα προσπάθειες αντιμετώπισής τους, για δε τα πρόσφατα το γεγονός ότι η επίλυσή τους είναι εξαιρετικά δύσκολη και θα απαιτήσει πολλά χρόνια.
ΙΙΙ. ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΥΝΙΣΤΩΣΩΝ ΚΑΙ ΣΤΕΛΕΧΩΝ
Σοβαρό πρόβλημα έχουν δημιουργήσει παλαιότερα και πρόσφατα οι διαφοροποιήσεις συνιστωσών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ σε θέματα στα οποία υπάρχουν συγκεκριμένες θέσεις του κόμματος. Οι διαφοροποιήσεις αυτές, και ιδιαίτερα εκείνες που θίγουν ευαίσθητα θέματα, δίνουν αφορμές στους ψηφοφόρους που πρέπει να κερδίσει το κόμμα αυτό να συνεχίσουν να μην το εμπιστεύονται. Είναι, κατά συνέπεια, αναγκαίο, όταν οριστικοποιηθεί και παρουσιαστεί το προεκλογικό, ουσιαστικά, πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, όλες οι συνιστώσες, όλα τα στελέχη και μέλη του κόμματος να το στηρίξουν και να σταματήσουν οι όποιες δημόσιες διαφοροποιήσεις τους. Είναι αδιανόητο ένα κόμμα που διεκδικεί κυβερνητικό ρόλο λίγο πριν από τις εκλογές να μην εμφανίζεται στο εκλογικό σώμα συμπαγές πίσω από τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί με δημοκρατικό τρόπο στα όργανά του.
IV. ΟΙ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Έχω αναφέρει σε παλαιότερα άρθρα μου ότι η αυτοδυναμία, ακόμα και με τα καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, είναι αδύνατη λόγω του κατακερματισμού του εκλογικού σώματος. Κατά συνέπεια, αν στις επικείμενες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει πρώτο κόμμα, πρέπει να αναζητήσει συμμάχους για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Η κυβέρνηση αυτή δεν αρκεί να στηρίζεται στην πλειοψηφία στη Βουλή. Τα κόμματα τα οποία θα μετέχουν σ' αυτήν πρέπει να έχουν συγκεντρώσει συνολικά ποσοστό που θα πλησιάζει ή θα ξεπερνά το 50% των έγκυρων ψηφοδελτίων. Μόνο μια τέτοια κυβέρνηση θα μπορέσει να διεκδικήσει με πιθανότητες επιτυχίας την επίλυση των πιεστικών προβλημάτων που προαναφέρθηκαν.
Το θέμα των συμμαχιών δεν μπορεί να επιλυθεί με γενικότητες στο κυβερνητικό πρόγραμμα ούτε, φυσικά, με την απαίτηση του ΣΥΡΙΖΑ τα κόμματα με τα οποία θα συμμαχήσει να δεχθούν το σύνολο του προγράμματός του, δεδομένων και των δικών τους θέσεων. Κατά συνέπεια, εκτός από το συνολικό πρόγραμμα που θα παρουσιάσει στο εκλογικό σώμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, στην περίπτωση που θα κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση, θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος για τη διαμόρφωση ενός κοινού με τα άλλα κόμματα προγράμματος, το οποίο θα περιλαμβάνει τις εφικτές λύσεις που προτείνει για τα την επίλυση των πιεστικών προβλημάτων του λαού, όπως το σημαντικό «κούρεμα» του μη βιώσιμου δημόσιου χρέους και την εξόφληση του υπολοίπου σε χρονικό ορίζοντα που θα επιτρέπει την πορεία εξόδου της χώρας από τον βυθό στον οποίο την έχουν βυθίσει τα Μνημόνια.
________
*Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Η κρισιμότητα του προγράμματος για την πορεία αυτή του ΣΥΡΙΖΑ πηγάζει από το γεγονός ότι -παρά την πρωτιά του στις ευρωεκλογές- ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των μέχρι το 2012 ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., που δεν εμπιστεύονται πια τα κόμματα αυτά, δεν τον εμπιστεύονται για πολλούς λόγους, και τόσο στις διπλές εκλογές του 2012 όσο και στις ευρωεκλογές είτε ψήφισαν άλλα κόμματα είτε έριξαν στην κάλπη λευκό ή άκυρο ψηφοδέλτιο, είτε έκαναν αποχή, η οποία είναι αυξημένη σε σύγκριση με προηγούμενες εκλογές και γι' αυτό τον λόγο.
Είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να διεκδικήσει με αξιώσεις να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού με άλλα κόμματα, στην περίπτωση που θα αναδειχθεί πρώτο κόμμα στις επικείμενες εκλογές, πρέπει να αυξήσει τα ποσοστά που πήρε στις δεύτερες εκλογές του 2012 και στις φετινές ευρωεκλογές. Για να επιτύχει τον στόχο αυτό, είναι ανάγκη να κερδίσει την εμπιστοσύνη ενός σημαντικού ποσοστού των εκλογέων που προαναφέρθηκαν. Για να το κατορθώσει, είναι ανάγκη να δώσει πειστικές απαντήσεις στους λόγους που οι εκλογείς αυτοί προβάλλουν για την έλλειψη εμπιστοσύνης που έχουν απέναντί του. Τις απαντήσεις αυτές πρέπει, ανάμεσα στα άλλα, να περιλαμβάνει το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Στο άρθρο αυτό θα αναφερθούμε στους κυριότερους από τους λόγους που προβάλλουν οι ψηφοφόροι αυτοί.
Ι. ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ
Τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και η Ν.Δ., στο διάστημα των 40 ετών που εναλλάσσονταν στη διακυβέρνηση της χώρας, με τις πράξεις και τις παραλείψεις τους, προκάλεσαν την τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα και τη φτωχοποίηση ή, ακόμα, και την εξαθλίωση ενός μεγάλου ποσοστού του λαού. Τα κόμματα αυτά, όταν βρίσκονταν στην αξιωματική αντιπολίτευση, υπόσχονταν την ικανοποίηση όλων των αιτημάτων οργανώσεων με πολλά ή λίγα μέλη, ή ακόμα και μεμονωμένων ψηφοφόρων, με βασικό στόχο να τους αποσπάσουν από το κόμμα που κυβερνούσε, ώστε να κερδίσουν τις επόμενες εκλογές και να σχηματίσουν κυβέρνηση. Όταν αναλάμβαναν την κυβέρνηση, με διαμεσολαβητές τα δίκτυα των τοπικών, νομαρχιακών, συνεταιριστικών και συνδικαλιστικών οργανώσεών τους, τους βουλευτές και τους υποψήφιους βουλευτές τους καθώς και την Κεντρική Επιτροπή, προσπαθούσαν να ικανοποιήσουν λίγες, συνήθως, από τις υποσχέσεις που έδιναν, σπαταλώντας δημόσιο χρήμα, δανεικό στις περισσότερες περιπτώσεις, αυξάνοντας τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, διά στόματος του προέδρου του, των ηγετικών στελεχών και των βουλευτών του, έχει δώσει και συνεχίζει να δίνει πολλές υποσχέσεις, οι οποίες, κατά τη γνώμη των ψηφοφόρων που δεν τον εμπιστεύονται, αλλά και πολλών από εκείνους που τον εμπιστεύονται, θεωρούνται από τη μια μεριά ως επανάληψη της συμπεριφοράς του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., όταν τα κόμματα αυτά ήταν στην αντιπολίτευση, και από την άλλη ότι είναι πρακτικά ανέφικτες όχι μόνο άμεσα, αλλά και βραχυπρόθεσμα.
Είναι προφανές ότι το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να είναι παρόμοιο με εκείνα του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. Δεν πρέπει δηλαδή να περιλαμβάνει υποσχέσεις που είναι αδύνατο να υλοποιηθούν. Όσες δεσμεύσεις περιληφθούν στο πρόγραμμα πρέπει να είναι κοστολογημένες και να αναφέρεται ρητά ο τρόπος και χρόνος υλοποίησής τους.
ΙΙ. ΥΠΟΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΟΓΚΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ
Εκτός από το πρόβλημα των υποσχέσεων που προαναφέρθηκε, οι ψηφοφόροι των οποίων την εμπιστοσύνη πρέπει να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι το κόμμα αυτό, ενώ από τη μία μεριά καταγγέλλει, ορθά, τα κυβερνώντα κόμματα τόσο για τις ευθύνες τους για τις πράξεις και τις παραλείψεις τους τα 35 χρόνια πριν το 2009 και τα όσα έπραξαν την πενταετία 2009-2013 όσο και όσα διαπράττουν σήμερα, φαίνεται να υποτιμά τον όγκο και τη σοβαρότητα των προβλημάτων τα οποία θα κληρονομήσει στην περίπτωση που θα σχηματίσει κυβέρνηση. Πιο συγκεκριμένα:
Στην εσωτερική πολιτική τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που είχε δημιουργήσει η διαχείριση της οικονομίας της χώρας από το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. μέχρι το 2009 ήταν ήδη πολύ σοβαρά. Τα προβλήματα αυτά διογκώθηκαν τα 5 τελευταία χρόνια. Αναφέρομαι κυρίως στο 1.300.000 ανέργους, στα 4.000.000 που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, στη μείωση των γεννήσεων, τη μετανάστευση των νέων, στο γιγάντιο δημόσιο χρέος των 322 δισ. ευρώ που είναι ίσο με το 175% του συρρικνωμένου ΑΕΠ, στα «κόκκινα» δάνεια και τα προβλήματα των τραπεζών και των ασφαλιστικών ταμείων καθώς και στον όγκο των ληξιπρόθεσμων οφειλών των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων προς το Δημόσιο.
Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, εκτός από τα χρόνια ανοικτά και άλυτα εθνικά προβλήματα (Κυπριακό, FYROM, ελληνοτουρκικές σχέσεις, σχέση με την Αλβανία), υπάρχει και το τεράστιο και εξαιρετικά δύσκολο πρόβλημα των δεσμεύσεων της χώρας που έχουν υπογράψει οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. και ψηφίσει οι βουλευτές τους. Ανάμεσα σ' αυτές είναι και η υπαγωγή στο αγγλικό δίκαιο των ομολόγων που κατέχουν οι δανείστριες χώρες, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ.
Οι όποιες λύσεις θα προτείνονται στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να λαμβάνουν υπόψη: για μεν τα χρόνια άλυτα προβλήματα τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι μέχρι τώρα προσπάθειες αντιμετώπισής τους, για δε τα πρόσφατα το γεγονός ότι η επίλυσή τους είναι εξαιρετικά δύσκολη και θα απαιτήσει πολλά χρόνια.
ΙΙΙ. ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΥΝΙΣΤΩΣΩΝ ΚΑΙ ΣΤΕΛΕΧΩΝ
Σοβαρό πρόβλημα έχουν δημιουργήσει παλαιότερα και πρόσφατα οι διαφοροποιήσεις συνιστωσών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ σε θέματα στα οποία υπάρχουν συγκεκριμένες θέσεις του κόμματος. Οι διαφοροποιήσεις αυτές, και ιδιαίτερα εκείνες που θίγουν ευαίσθητα θέματα, δίνουν αφορμές στους ψηφοφόρους που πρέπει να κερδίσει το κόμμα αυτό να συνεχίσουν να μην το εμπιστεύονται. Είναι, κατά συνέπεια, αναγκαίο, όταν οριστικοποιηθεί και παρουσιαστεί το προεκλογικό, ουσιαστικά, πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, όλες οι συνιστώσες, όλα τα στελέχη και μέλη του κόμματος να το στηρίξουν και να σταματήσουν οι όποιες δημόσιες διαφοροποιήσεις τους. Είναι αδιανόητο ένα κόμμα που διεκδικεί κυβερνητικό ρόλο λίγο πριν από τις εκλογές να μην εμφανίζεται στο εκλογικό σώμα συμπαγές πίσω από τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί με δημοκρατικό τρόπο στα όργανά του.
IV. ΟΙ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Έχω αναφέρει σε παλαιότερα άρθρα μου ότι η αυτοδυναμία, ακόμα και με τα καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, είναι αδύνατη λόγω του κατακερματισμού του εκλογικού σώματος. Κατά συνέπεια, αν στις επικείμενες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει πρώτο κόμμα, πρέπει να αναζητήσει συμμάχους για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Η κυβέρνηση αυτή δεν αρκεί να στηρίζεται στην πλειοψηφία στη Βουλή. Τα κόμματα τα οποία θα μετέχουν σ' αυτήν πρέπει να έχουν συγκεντρώσει συνολικά ποσοστό που θα πλησιάζει ή θα ξεπερνά το 50% των έγκυρων ψηφοδελτίων. Μόνο μια τέτοια κυβέρνηση θα μπορέσει να διεκδικήσει με πιθανότητες επιτυχίας την επίλυση των πιεστικών προβλημάτων που προαναφέρθηκαν.
Το θέμα των συμμαχιών δεν μπορεί να επιλυθεί με γενικότητες στο κυβερνητικό πρόγραμμα ούτε, φυσικά, με την απαίτηση του ΣΥΡΙΖΑ τα κόμματα με τα οποία θα συμμαχήσει να δεχθούν το σύνολο του προγράμματός του, δεδομένων και των δικών τους θέσεων. Κατά συνέπεια, εκτός από το συνολικό πρόγραμμα που θα παρουσιάσει στο εκλογικό σώμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, στην περίπτωση που θα κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση, θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος για τη διαμόρφωση ενός κοινού με τα άλλα κόμματα προγράμματος, το οποίο θα περιλαμβάνει τις εφικτές λύσεις που προτείνει για τα την επίλυση των πιεστικών προβλημάτων του λαού, όπως το σημαντικό «κούρεμα» του μη βιώσιμου δημόσιου χρέους και την εξόφληση του υπολοίπου σε χρονικό ορίζοντα που θα επιτρέπει την πορεία εξόδου της χώρας από τον βυθό στον οποίο την έχουν βυθίσει τα Μνημόνια.
________
*Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ