Του Πέτρου Θ. Πιζάνια*

Τι μπορεί να σημαίνει η πολιτική επιβολής χρηματοδοτικής ασφυξίας του ελληνικού κράτους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα; Σχεδόν αμέσως μετά την εκλογή της αριστερής ελληνικής κυβέρνησης η ΕΚΤ άρχισε σταδιακά να διακόπτει τις δυνατότητες χρηματοδότησης του ελληνικού κράτους, αλλά κρατώντας ελάχιστα ανοικτές τις δυνατότητες για τις ελληνικές τράπεζες. Ταυτόχρονα η ΕΚΤ, σε σύμπνοια με το Eurogroup και τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, αρνήθηκαν να επιστρέψουν στο ελληνικό κράτος τα κέρδη που έχουν αποκομίσει από την αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων διακινδυνεύοντας να χαρακτηριστούν κοινοί τοκογλύφοι εις βάρος ενός ευρωπαϊκού λαού.



Πρόσφατα, μετά το επιτηδευμένο λάθος της διευθύντριας του ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να δώσει ένα και πλέον δισεκατομμύριο στο αντίστοιχο ευρωπαϊκό ενώ ανήκουν στο ελληνικό κράτος, όλοι μαζί οι λεγόμενοι ευρωπαϊκοί θεσμοί συμπεριφέρονται ανοικτά σαν τον κλέφτη που πιάστηκε αφού πρόλαβε να κρύψει τα κλοπιμαία. Επιπλέον η ΕΚΤ απαγόρευσε στις ελληνικές τράπεζες να δανείζουν το ελληνικό κράτος παρότι αυτές τις έχουν δανείσει οι Έλληνες πολίτες, ενώ το ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας αποσιωπά τα οφειλόμενα κέρδη στην Ελλάδα που έχουν προκύψει από τις ποικίλες δανειοδοτικές δοσοληψίες. Όλα αυτά τα ποσά συνολικά είναι απολύτως ασήμαντα για τους Ευρωπαίους, περίπου 3,5 δισ. ευρώ, αλλά πολύ σημαντικά για την Ελλάδα, και πάντως μας ανήκουν.
Πρόκειται για την επιβολή χρηματοπιστωτικού μπλόκου, ενίοτε στα όρια των ευρωπαϊκών κανόνων και άλλοτε ευθέως παράνομα. Σε όλους αυτούς τους φθηνούς τακτικισμούς, των οποίων κύριος χειριστής είναι ο κ Ντράγκι, πρέπει να προσθέσουμε τον καταιγισμό κινδυνολογίας και συκοφαντιών μέρους του διεθνούς Τύπου για την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και τις αλλεπάλληλες δολιχοδρομήσεις και κουτοπονηριές του προέδρου του Eurogroup και των τεχνικών υπαλλήλων των ευρωπαϊκών θεσμών. Αυτά απαιτούν μια ερμηνεία.
Θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε όλους τους παραπάνω κλέφτες, τοκογλύφους, βρομιάρηδες. Είναι όμως προτιμότερο να αλλάξουμε απλά την οπτική μας. Η κυβέρνησή μας θα πρέπει από τον τρέχοντα Απρίλιο έως το τέλος του χρόνου να συγκεντρώσει ποσό της τάξης των 16,5 δισ. για εξόφληση οφειλόμενων σε ποικίλους εξωτερικούς δανειστές, κυρίως στην ΕΚΤ, σε ευρωπαϊκά κράτη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τονίζοντας ότι το τελευταίο έχει απόλυτη προτεραιότητα.
Το πραγματικό χρηματοδοτικό κενό φαίνεται να ανέρχεται στα 10 δισ. και ειδικότερα για το ΔΝΤ το ποσό για την αντίστοιχη περίοδο αντιπροσωπεύει 6,5 δισ. συν ορισμένους τόκους σε σχετικά προσιτά ποσά ομαλά κατανεμημένα στους επόμενους μήνες του 2015. Και αν η ελληνική κυβέρνηση αποφάσιζε να εξοφλήσει μόνο τις υποχρεώσεις του κράτους προς το ΔΝΤ και τα ελάχιστα χρέη προς ιδιώτες, αφήνοντας μετέωρους την ΕΚΤ και λοιπούς Ευρωπαίους δανειστές; Τι αντίκτυπο θα είχε αυτή η επιλογή στις ευρωπαϊκές τράπεζες, όλες κούφιες; Ακριβώς επειδή το ποσό των ελληνικών χρεών είναι γελοίο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, ο αντίκτυπος από μια παρόμοια επιλογή της Ελλάδας μάλλον θα ήταν εκρηκτικός. Ας αλλάξουμε ξανά την οπτική μας αγαπητέ αναγνώστη.
Μετά το 2015 τα χρέη του ελληνικού κράτους προς τρίτους ξένους ελαφραίνουν για αρκετά χρόνια, τόσο ώστε να είναι οριακά μεν για τις δυνατότητες της Ελλάδας, αλλά όχι ανυπέρβλητα -χωρίς να υπολογίσουμε το πιθανότατο ενδεχόμενο απομείωσης του δημόσιου χρέους. Αν λοιπόν απομένει ένα χρονικό περιθώριο στις δεξιές ευρωπαϊκές πολιτικές και χρηματοπιστωτικές ελίτ να εκβιάσουν την ελληνική κυβέρνηση, αυτό περιορίζεται κατά το μέγιστο εντός του 2015, αλλά πιο σίγουρα μόλις έως τον Αύγουστο.
Ο προφανής στόχος του εκβιασμού είναι να εξαναγκάσουν διά του χρηματοδοτικού μπλόκου την πρώτη ευρωπαϊκή αριστερή κυβέρνηση να υποκύψει στην κυριαρχία των εν λόγω ελίτ εκφραζόμενη με περικοπή των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες, έλεγχο στην κυκλοφορία των κεφαλαίων ή τουλάχιστον μέτρα λιτότητας. Έτσι θα χάσει η ελληνική κυβέρνηση την αξιοπιστία της εσωτερικά, θα καταβαραθρωθεί ηθικά η υψηλή νομιμοποίησή της στους Έλληνες πολίτες αλλά και στους ευρωπαϊκούς λαούς εν πολλοίς.
Άλλα τμήματα αυτών των ευρωπαϊκών ελίτ προτιμούν να πιεστεί η ελληνική κυβέρνηση χρηματοδοτικά τόσο, ώστε ευθέως να καταρρεύσει ή να διασπαστεί. Θα ήταν υπερβολικό να το ορίσουμε ως πραξικόπημα. Πάντως, αμέσως μετά τις ελληνικές εκλογές είχαν δηλώσει πως το εκλογικό αποτέλεσμα δεν είχε σημασία γι' αυτούς. Το χρονικό περιθώριο των εν λόγω ελίτ προκειμένου να εφαρμόσουν μια από τις παραπάνω επιλογές περιορίζεται στους πέντε μόλις μήνες.
Βεβαίως διαθέτουν ιθαγενείς συμμάχους πρόθυμους να μετατραπούν σε εσωτερικούς εχθρούς ή και ευθέως να εξαγοραστούν: τους Έλληνες ολιγάρχες, τμήμα της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, στελέχη διάσπαρτα στο κράτος και την Τράπεζα της Ελλάδος και φυσικά τους σκουπιδο-δημοσιογράφους (οι οποίοι αποτελούν την πλειονότητα στο επάγγελμα). Εδώ δικαιούμαστε να χρησιμοποιήσουμε πολλά κοσμητικά επίθετα για τις εν λόγω επαγγελματικές ομάδες και κόμματα, μάλιστα τα χειρότερα, αλλά είναι προτιμότερο να αντιληφθούμε τα σχέδιά τους.
Πρώτα από όλα αυτό το οποίο διακυβεύεται στη σύγκρουση μεταξύ των ευρωπαϊκών νεοφιλελεύθερων ελίτ και της ελληνικής αριστερής κυβέρνησης δεν είναι κατά κανέναν τρόπο ζήτημα οικονομικό. Πόσο μάλλον ότι η ελληνική κυβέρνηση δίνει εγγυήσεις σοβαρών και αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για τη χώρα μας, τήρηση των ευρωπαϊκών κανόνων και ρητή επιδίωξη παραμονής στην Ευρωζώνη. Έπειτα, όπως είπαμε, το ποσό είναι μικρό, το πολύ 16 δισ. ευρώ, όταν η Γαλλία, η Ιταλία χρειάζονται εκατοντάδες δισ. ετησίως για να εξυπηρετούν το δημόσιο χρέος τους. Το μικρό ύψος του ποσού έχει μια λανθάνουσα πολιτική όψη: μπορεί να αντληθεί είτε με απευθείας εσωτερικό δανεισμό από τους πολίτες, έκτακτη φορολογία σε υψηλά εισοδήματα, μικρά δάνεια από τρίτες χώρες εκτός Ε.Ε. ή με συνδυασμό. Δεν πρόκειται για σπουδαίες δυνατότητες, απλά για εναλλακτικές λύσεις μικρής κλίμακας.
Οι φιλελεύθερες ευρωπαϊκές ελίτ, μαζί με την ιθαγενή κλεπτοκρατία και κομματοκρατία, βλέπουν την ελληνική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛΛ. να τηρεί τις προεκλογικές υποσχέσεις της (άκουσον, άκουσον!), να θέτει ευθαρσώς στη γερμανική κυβέρνηση ζητήματα κατοχικού δανείου και αποζημιώσεων, να διαπραγματεύεται στην Ευρώπη χωρίς να χάνει τους στόχους της, να αναδεικνύει τη γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας, να ασκεί απαρχές πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, εν ολίγοις να αποκαθιστά σταδιακά την πολιτική κυριαρχία της χώρας.
Οι νεοφιλελεύθερες ευρωπαϊκές ελίτ μαζί με τους ιθαγενείς συμμάχους τους χάνουν βαθμιαία ακριβώς την κυριαρχία επί των Ελλήνων πολιτών. Και ο χρόνος που διαθέτουν ώστε να αντιδράσουν είναι πολύ λίγος, ενώ τυχόν ακαριαία αντίδρασή τους εις βάρος μας γίνεται όλο και πιο επικίνδυνη για αυτές τις ίδιες. Αυτή η αντινομία εκφράζει την πρώτη σημαίνουσα ρωγμή που προκάλεσε η μόνη αριστερή κυβέρνηση στην Ευρώπη, δηλαδή η ελληνική, στο ιδεολογικά σκοταδιστικό και οικονομικά τυραννικό ευρωπαϊκό πολιτικό και οικονομικό σύστημα του νεοφιλελευθερισμού. Αλλά η σύγκρουση δεν τελείωσε.

* O Πέτρος Θ. Πιζάνιας είναι ομότιμος καθηγητής Ιστορίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο

Πηγή Η ΑΥΓΗ