Του ΚΛΕΑΡΧΟΥ ΤΣΑΟΥΣΙΔΗ
Από τα χρόνια της διάσπασης του '68 βίωσα ένα άνευ ορίων μίσος, αυτό που αναπτύσσεται μεταξύ συντρόφων όταν οι δρόμοι τους αποκλίνουν. Σε πρώτη ανάγνωση, αυτή η στάση αποτελεί ένα παράδοξο φαινόμενο, πλην κατανοητό, όταν οι φορείς αυτών των συμπεριφορών
* έχουν φιλοδοξίες που οι λοιποί δεν ικανοποιούμε διότι αδυνατούμε να αντιληφθούμε το μεγαλείο τους,
* βρέθηκαν στην Αριστερά λόγω οικογένειας ή σε εποχές που η γοητεία της διεμβόλιζε και χώρους συντηρητικούς.
Φυσικά, το φαινόμενο υπάρχει από γενέσεως κόσμου, απλώς εγώ καταθέτω τα όσα έζησα στα χρόνια της κομματικής μου θητείας, κυρίως στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Στα χρόνια της χούντας, λόγω παρανομίας ίσως, τα βρίσκαμε ακόμη και με τους συντρόφους της ΑντιΕΦΕΕ.
Το πόσο αυτό το μίσος - απόρριψη - σπίλωση είχε πολιτική βάση ή βρισκόταν στα όρια της σχιζοφρένειας, φάνηκε το 1989, όταν η πλειονότητα των μελών και στελεχών της Αριστεράς αποδέχτηκε, εν πολλοίς με ενθουσιασμό, τη δημιουργία του Συνασπισμού από το ΚΚΕ και την ΕΑΡ, τη μετεξέλιξη δηλαδή του μισητού «ρεβιζιονιστικού, οπορτουνιστικού, προδοτικού» κ.λπ. ΚΚΕ εσ. Δεν μπορώ να γράψω άλλα για το θέμα, διότι ανήκα σ' αυτούς που εξαρχής διαφώνησαν.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, το φαινόμενο του τυφλού μίσους έδειχνε να υποχωρεί. Απόδειξη η συσπείρωση στον ΣΥΡΙΖΑ ετερόκλητων τότε κομμάτων ή κινημάτων και η συνεργασία στελεχών που στο παρελθόν είχαν βρεθεί απέναντι, ενίοτε με το δάχτυλο στη σκανδάλη (μεταφορικά βέβαια).
Όταν το πείραμα έδειχνε να στεριώνει, με σαφείς όμως τις πλειοψηφικές και μειοψηφικές τάσεις εντός του Συνασπισμού και τις διαφοροποιήσεις συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ, μεγάλο τμήμα της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού αποχώρησε, ακαίρως κατά τη γνώμη μου και χωρίς καθαρή πολιτική επιχειρηματολογία.
Ε, τι ακούσαμε από συντρόφους που στα χρόνια των Λαμπράκηδων ήσαν οι διερμηνείς των σταλινικότερων απόψεων, αλλά στα γεράματα πια, έχοντας μελετήσει σκληρά οι περισσότεροι στα χρόνια της χούντας, ωρίμασαν και ομνύουν στην πάση θυσία συναίνεση... Έχοντας «αποκατασταθεί» οικονομικά, επαγγελματικά, κοινωνικά, βρέθηκαν -ως οπαδοί ή μέλη της ΔΗΜ.ΑΡ. πλέον- ενώπιον διλήμματος: με μια ριζοσπαστική Αριστερά που θα σπάσει το πελατειακό κράτος ή με μια δημοκρατική Αριστερά που θα συνεργαστεί έως και με τον ακροδεξιό Σαμαρά για την επιβολή της πλέον στυγνής πολιτικής;
Βεβαίως και εμείς υπερβάλαμε και η κριτική αφορά πρώτον εμένα: τσουβαλιάσαμε συλλήβδην συντρόφους που για διάφορους άλλους από τους προαναφερθέντες λόγους ακολούθησαν τις επιλογές του Φώτη Κουβέλη, αναπαράγοντας το μίσος και πάλι. Το άσχημο κλίμα το έζησα ακόμη και σε κηδεία συντρόφου...
Μια μελέτη, μια νομική συμβουλή, μια φορολογική «διευκόλυνση», μια οιονεί αργομισθία στο ΙΚΑ, ήταν όντως δελεαστικές προσεγγίσεις των άλλοτε κυβερνητικών κομμάτων προς τους «κουρασμένους» και απογοητευμένους από τη διαρκή ενδοσκόπηση των κομμάτων και κομματιδίων της Αριστεράς πολίτες.
Η άνεση με την οποία στελέχη της ΔΗΜ.ΑΡ. -επιστήμονες διακεκριμένοι συνήθως- αποδέχτηκαν τον διορισμό τους σε δημόσιες θέσεις μέσω ενός συστήματος ποσόστωσης μεταξύ των τριών εταίρων της μνημονιακής κυβέρνησης του 2012 ήταν απογοητευτική. Κάποιοι εξακολουθούν και κατέχουν αυτές τις θέσεις κι ας αποχώρησε από την κυβέρνηση το κόμμα που τους διόρισε!
Φυσικά, από την άλλη πλευρά, ένα σωρό παλιοί σύντροφοι της ανανεωτικής Αριστεράς, από αυτούς που δεν ανακάλυψαν αίφνης την «ανεπάρκεια» αυτού που τους έκανε ανθρώπους, δηλαδή του Φώτη Κουβέλη, συνεχίζουν να στηρίζουν τη ΔΗΜ.ΑΡ. ή στοιχίζονται με τον κόσμο που προσβλέπει σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ, διατηρώντας τις επιφυλάξεις τους και έχοντας τις κεραίες τους σε εγρήγορση για να προλάβουν υπαναχωρήσεις ή ολιγωρίες.
Αυτοί αξίζουν τον σεβασμό μας και όχι οι μελετηροί σαλτιμπάγκοι που στις 26 Ιανουαρίου θα ψάχνουν πάλι (όχι πια από το ΠΑΣΟΚ) μια νομική συμβουλή, μια φορολογική «διευκόλυνση», μια τεχνική μελέτη, μια αργομισθία στα ερείπια του συστήματος υγείας...
Από τα χρόνια της διάσπασης του '68 βίωσα ένα άνευ ορίων μίσος, αυτό που αναπτύσσεται μεταξύ συντρόφων όταν οι δρόμοι τους αποκλίνουν. Σε πρώτη ανάγνωση, αυτή η στάση αποτελεί ένα παράδοξο φαινόμενο, πλην κατανοητό, όταν οι φορείς αυτών των συμπεριφορών
* έχουν φιλοδοξίες που οι λοιποί δεν ικανοποιούμε διότι αδυνατούμε να αντιληφθούμε το μεγαλείο τους,
* βρέθηκαν στην Αριστερά λόγω οικογένειας ή σε εποχές που η γοητεία της διεμβόλιζε και χώρους συντηρητικούς.
Φυσικά, το φαινόμενο υπάρχει από γενέσεως κόσμου, απλώς εγώ καταθέτω τα όσα έζησα στα χρόνια της κομματικής μου θητείας, κυρίως στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Στα χρόνια της χούντας, λόγω παρανομίας ίσως, τα βρίσκαμε ακόμη και με τους συντρόφους της ΑντιΕΦΕΕ.
Το πόσο αυτό το μίσος - απόρριψη - σπίλωση είχε πολιτική βάση ή βρισκόταν στα όρια της σχιζοφρένειας, φάνηκε το 1989, όταν η πλειονότητα των μελών και στελεχών της Αριστεράς αποδέχτηκε, εν πολλοίς με ενθουσιασμό, τη δημιουργία του Συνασπισμού από το ΚΚΕ και την ΕΑΡ, τη μετεξέλιξη δηλαδή του μισητού «ρεβιζιονιστικού, οπορτουνιστικού, προδοτικού» κ.λπ. ΚΚΕ εσ. Δεν μπορώ να γράψω άλλα για το θέμα, διότι ανήκα σ' αυτούς που εξαρχής διαφώνησαν.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, το φαινόμενο του τυφλού μίσους έδειχνε να υποχωρεί. Απόδειξη η συσπείρωση στον ΣΥΡΙΖΑ ετερόκλητων τότε κομμάτων ή κινημάτων και η συνεργασία στελεχών που στο παρελθόν είχαν βρεθεί απέναντι, ενίοτε με το δάχτυλο στη σκανδάλη (μεταφορικά βέβαια).
Όταν το πείραμα έδειχνε να στεριώνει, με σαφείς όμως τις πλειοψηφικές και μειοψηφικές τάσεις εντός του Συνασπισμού και τις διαφοροποιήσεις συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ, μεγάλο τμήμα της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού αποχώρησε, ακαίρως κατά τη γνώμη μου και χωρίς καθαρή πολιτική επιχειρηματολογία.
Εκατέρωθεν το μίσος
Τότε ζήσαμε για μιαν ακόμη φορά ένα κύμα εκατέρωθεν μίσους, ειδικά όσοι, εντός ή εκτός Συνασπισμού, διαφωνήσαμε με την κίνηση του Φώτη Κουβέλη και επικροτήσαμε τη στάση του Δημήτρη Παπαδημούλη, ο οποίος, αν και ξεκάθαρα τοποθετημένος στην Ανανεωτική Πτέρυγα, παρέμεινε στο κόμμα και συνεισέφερε τα μέγιστα για την ανάδειξή του σε αξιωματική αντιπολίτευση και σε πρώτη πλέον πολιτική δύναμη.Ε, τι ακούσαμε από συντρόφους που στα χρόνια των Λαμπράκηδων ήσαν οι διερμηνείς των σταλινικότερων απόψεων, αλλά στα γεράματα πια, έχοντας μελετήσει σκληρά οι περισσότεροι στα χρόνια της χούντας, ωρίμασαν και ομνύουν στην πάση θυσία συναίνεση... Έχοντας «αποκατασταθεί» οικονομικά, επαγγελματικά, κοινωνικά, βρέθηκαν -ως οπαδοί ή μέλη της ΔΗΜ.ΑΡ. πλέον- ενώπιον διλήμματος: με μια ριζοσπαστική Αριστερά που θα σπάσει το πελατειακό κράτος ή με μια δημοκρατική Αριστερά που θα συνεργαστεί έως και με τον ακροδεξιό Σαμαρά για την επιβολή της πλέον στυγνής πολιτικής;
Βεβαίως και εμείς υπερβάλαμε και η κριτική αφορά πρώτον εμένα: τσουβαλιάσαμε συλλήβδην συντρόφους που για διάφορους άλλους από τους προαναφερθέντες λόγους ακολούθησαν τις επιλογές του Φώτη Κουβέλη, αναπαράγοντας το μίσος και πάλι. Το άσχημο κλίμα το έζησα ακόμη και σε κηδεία συντρόφου...
Η θλιβερή ποσόστωση
Να βλέπεις λοιπόν τώρα φίλους, που ακόμη και σήμερα ως αριστεροί δηλώνονται, να στοιχίζονται μαζί με νεοφιλελεύθερους έως δεξιούς πατεντάτους οι οποίοι στελεχώνουν το Ποτάμι, μάλλον είναι αντικείμενο ψυχιάτρου. Ο ανελλήνιστος και απολίτικος ηγέτης του νεόκοπου μορφώματος, υπάλληλος συγκεκριμένων μεγαλοπετρελαιάδων και μιντιοκρατών, τι σχέση έχει με την όποια Αριστερά;Μια μελέτη, μια νομική συμβουλή, μια φορολογική «διευκόλυνση», μια οιονεί αργομισθία στο ΙΚΑ, ήταν όντως δελεαστικές προσεγγίσεις των άλλοτε κυβερνητικών κομμάτων προς τους «κουρασμένους» και απογοητευμένους από τη διαρκή ενδοσκόπηση των κομμάτων και κομματιδίων της Αριστεράς πολίτες.
Η άνεση με την οποία στελέχη της ΔΗΜ.ΑΡ. -επιστήμονες διακεκριμένοι συνήθως- αποδέχτηκαν τον διορισμό τους σε δημόσιες θέσεις μέσω ενός συστήματος ποσόστωσης μεταξύ των τριών εταίρων της μνημονιακής κυβέρνησης του 2012 ήταν απογοητευτική. Κάποιοι εξακολουθούν και κατέχουν αυτές τις θέσεις κι ας αποχώρησε από την κυβέρνηση το κόμμα που τους διόρισε!
Φυσικά, από την άλλη πλευρά, ένα σωρό παλιοί σύντροφοι της ανανεωτικής Αριστεράς, από αυτούς που δεν ανακάλυψαν αίφνης την «ανεπάρκεια» αυτού που τους έκανε ανθρώπους, δηλαδή του Φώτη Κουβέλη, συνεχίζουν να στηρίζουν τη ΔΗΜ.ΑΡ. ή στοιχίζονται με τον κόσμο που προσβλέπει σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ, διατηρώντας τις επιφυλάξεις τους και έχοντας τις κεραίες τους σε εγρήγορση για να προλάβουν υπαναχωρήσεις ή ολιγωρίες.
Αυτοί αξίζουν τον σεβασμό μας και όχι οι μελετηροί σαλτιμπάγκοι που στις 26 Ιανουαρίου θα ψάχνουν πάλι (όχι πια από το ΠΑΣΟΚ) μια νομική συμβουλή, μια φορολογική «διευκόλυνση», μια τεχνική μελέτη, μια αργομισθία στα ερείπια του συστήματος υγείας...