O Γάλλος Οικονομολόγος Thomas Piketty θεωρείται από τους «ροκ» συγγραφείς, μιας και το βιβλίο του «Capital in the Twenty First Century» δημιούργησε απρόσμενο «θόρυβο» στην Αμερική (και όχι τόσο στη Γαλλία), διθυραμβικά σχόλια αλλά και σκληρές έως κατεδαφιστικές κριτικές. Το θέμα του βιβλίου είναι ο καπιταλισμός, το κεφάλαιο και οι μορφές που αυτό παίρνει αλλά, κυρίως, το ζήτημα της άνισης διανομής των κεφαλαιακών στοιχείων στον πληθυσμό των καπιταλιστικών οικονομιών.
Φαίνεται πως η Αμερική είναι η χώρα που θεωρεί τον καπιταλισμό ως εθνικό της «ιδίωμα» και γι” αυτό ίσως συναρπάζεται με κάθε αφήγηση γι” αυτόν. Εδώ, όμως, δεν θα επιμείνουμε σε μια πολιτισμική ανάλυσή του αλλά θα εξετάσουμε συνοπτικά τα βασικά ευρήματα του βιβλίου και τις διαπιστώσεις που κάνει, για να δούμε αν υπάρχουν πολιτικές συνεπαγωγές των οικονομικών συμπερασμάτων του.
Η διατύπωση του πρώτου θεμελιώδους νόμου του καπιταλισμού
Η λογιστική ταυτότητα a=r x β, σύμφωνα με τον Pikkety ισχύει σε κάθε καπιταλιστική οικονομία και σε κάθε εποχή, και είναι βασική διότι παρουσιάζει με απλό τρόπο τη σχέση μεταξύ τριών θεμελιωδών πραγμάτων, του μεριδίου του εισοδήματος που προέρχεται από το κεφάλαιο στο εθνικό εισόδημα (α), του ποσοστού κέρδους (r) ή της απόδοσης ανά έτος και του συσσωρευμένου πλούτου (β) σε μια συγκεκριμένη περίοδο.
Αν, για παράδειγμα, έχουμε συσσωρευμένο πλούτο που ισοδυναμεί με το 600% του εθνικού εισοδήματος και απόδοση κεφαλαίου 5%, τότε το μερίδιο του κεφαλαίου στο παραγόμενο εισόδημα είναι 30% [1].
Η διατύπωση του δεύτερου θεμελιώδους νόμου του καπιταλισμού
Ο συσσωρευμένος πλούτος (β) συνδέεται με τη φόρμουλα Harrod–Domar–Solow και είναι β = s/g, δηλαδή προσδιορίζεται από την αποταμιευτική–σωρευτική συμπεριφορά (s) και από την επιβράδυνση της παραγωγικότητας στον καπιταλισμό, μεταξύ άλλων, και λόγω της αύξησης του πληθυσμού. Για ρυθμό ανάπτυξης g = 3%, το β υπολογίζεται γύρω στο 300% και προσδιορίζει τις καπιταλιστικές οικονομίες της δεκαετίας του 1970. Με ρυθμό ανάπτυξης 1,5%, το β είναι 600% και προσδιορίζει την αυξημένη ανισότητα των καπιταλιστικών οικονομιών από το 2010 και μετά [2].
Η βασική αντίθεση του καπιταλισμού
Η βασική αντίθεση του καπιταλισμού
Τα παραπάνω οδηγούν στη βασική αντίθεση του καπιταλισμού, που εκφράζεται με την ανισότητα r > g. Ο ρυθμός ανάπτυξης των προηγμένων καπιταλιστικών χωρών θα υπολείπεται συστηματικά από την απόδοση του κεφαλαίου, και αυτή η σταθερότητα της ανισότητας μας οδηγεί σε κοινωνικές ανισότητες που είχαν να εμφανιστούν από τον 19ο αιώνα. Οι προηγμένες χώρες δεν φαίνεται να μπορούν, μακροπρόθεσμα, να ξεπεράσουν ρυθμούς ανάπτυξης του 1–1,5%. Μόνο οι αναπτυσσόμενες χώρες φαίνεται να μπορούν να αντιστρέψουν την ανισότητα. Η αποκάλυψη της βασικής αντίθεσης του καπιταλισμού οδηγεί τον Piketty στο να διατυπώσει, σαν πιθανό μέτρο αντιμετώπισης των ανισοτήτων, την παγκόσμια προοδευτική φορολογία του κεφαλαίου. Βέβαια, κάτι τέτοιο απαιτεί παγκόσμια συνεργασία, πράγμα που εκτιμά ως σχεδόν ακατόρθωτο υπό τις παρούσες συνθήκες. Ο εθνικός χώρος, λοιπόν, παραμένει ο μοναδικός χώρος στον οποίο μπορεί με κάποιες στοιχειώδεις πολιτικές αναδιανομής να αντιμετωπιστεί η τάση του καπιταλισμού για διεύρυνση της ανισότητας. Το συμπέρασμα αυτό θυμίζει λίγο την πολύ μεγάλη κουβέντα που έγινε, πριν λίγες δεκαετίες, για τον φόρο Tobin στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, αλλά και τις ελάχιστες απόπειρες που υπήρξαν πραγματικά για τον έλεγχο αυτών των συναλλαγών.
Τι είναι το κεφάλαιο τελικά;
Τι είναι το κεφάλαιο τελικά;
Τώρα, όμως, ας προσπαθήσουμε να δούμε με ένα απλό παράδειγμα πού κάνει λάθος ο Piketty και τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό.
Ας μεταφέρουμε τις υποθέσεις του Piketty στο μικροοικονομικό επίπεδο και ας δούμε πως αποτιμάται μια εταιρία ως χρηματικός τίτλος στο χρηματιστήριο. Ας υποθέσουμε ότι μια εταιρία αξίζει χρηματιστηριακά 200 εκ.€ και πως με απόδοση 10% έχει 20 εκ.€ κέρδη ανά έτος. Η οπτική του Piketty θα έλεγε πως έχουμε μια επιχείρηση που το συσσωρευμένο κεφάλαιο της σε πάγια, αυτήν την στιγμή, αξίζει 200 εκ.€, και πως με ένα ποσοστό κέρδους 10% παράγει κάθε χρόνο 20 εκ.€ κέρδη. Η οπτική αυτή είναι η οπτική ενός σύγχρονου «φυσιοκράτη». Ο συσσωρευμένος πλούτος, στη μορφή παγίων μιας επιχείρησης, και με ένα σταθερό ποσοστό κέρδους (από πού ορίζεται δεν μας λέει…) παράγει μια χρηματική μάζα αποδόσεων κάθε χρόνο. Ο συσσωρευμένος πλούτος και το ποσοστό κέρδους προσδιορίζουν, εξαρχής, το εισόδημα του κεφαλαιοκράτη με την μορφή κερδών, και το υπόλοιπα από το συνολικό παραγόμενο προϊόν της επιχείρησης, που απομένει αν διανείμουμε τα κέρδη, είναι οι μισθοί και τα εισοδήματα των άλλων παραγωγικών συντελεστών. Μένει στο κράτος να έρθει, σε μεταγενέστερο χρόνο, και να αποφασίσει αν θέλει με τη φορολογία να κάνει μια πιο δίκαιη διανομή του εισοδήματος.
Το κεφάλαιο, όμως, δεν είναι μόνο ο συσσωρευμένος πλούτος σε μορφή παγίων και η καπιταλιστική σχέση δεν είναι μόνο ανταλλαγή εμπορευμάτων. Στην εγχρήματη οικονομία που ζούμε το κεφάλαιο παίρνει την μορφή των απαιτήσεων (των κυρίαρχων τάξεων) επί του παραγόμενου προϊόντος και της μελλοντικής παραγωγής. Μάλιστα, στην εγχρήματη καπιταλιστική οικονομία κυριαρχεί το πιστωτικό χρήμα και όχι το χρήμα που «τυπώνει» η κεντρική τράπεζα.
Με βάση τα προηγούμενα, το παράδειγμα της χρηματικής αξίας της επιχείρησης μπορεί να επαναδιατυπωθεί ως εξής: Υπάρχει μια επιχείρηση που ως φυσικό κεφάλαιο, ως συγκεκριμένα μηχανήματα και πάγια στοιχεία, ως οργανωτική δομή, ως εργατικό δυναμικό με συγκεκριμένες δεξιότητες και ως μάζα προϊόντων που παράγει για συγκεκριμένες αγορές δημιουργεί 20 εκ.€ κέρδη το έτος. Η καθαρή παρούσα των μελλοντικών ροών κερδών της επιχείρησης με το επιτόκιο προεξόφλησης στο 10% είναι 200 εκ.€ και αυτά είναι η αξία της επιχείρησης [3].
Με βάση τα προηγούμενα, το παράδειγμα της χρηματικής αξίας της επιχείρησης μπορεί να επαναδιατυπωθεί ως εξής: Υπάρχει μια επιχείρηση που ως φυσικό κεφάλαιο, ως συγκεκριμένα μηχανήματα και πάγια στοιχεία, ως οργανωτική δομή, ως εργατικό δυναμικό με συγκεκριμένες δεξιότητες και ως μάζα προϊόντων που παράγει για συγκεκριμένες αγορές δημιουργεί 20 εκ.€ κέρδη το έτος. Η καθαρή παρούσα των μελλοντικών ροών κερδών της επιχείρησης με το επιτόκιο προεξόφλησης στο 10% είναι 200 εκ.€ και αυτά είναι η αξία της επιχείρησης [3].
Για ποια πολιτική ενάντια στις ανισότητες;
Τι μας λέει η επαναδιατύπωση της έννοιας του κεφαλαίου ως εγχρήματης απαίτησης επί του παρόντος και μελλοντικού προϊόντος, και όχι απλά ως συσσωρευμένα φυσικά στοιχεία που προσδιορίζουν το εισόδημα από κεφάλαιο; Ότι το μέλλον των πολιτικών ενάντια στην ανισότητα δεν είναι ένα «κλειστό σύμπαν», πως τα εργαλεία πολιτικής δεν περιορίζονται μόνο σε ρυθμιστικούς φόρους εκτόνωσης των εντάσεων, αλλά και σε στρατηγικές των κοινωνικών απαιτήσεων (των υποτελών τάξεων) επί του παραγόμενου προϊόντος που τροποποιούν, εντέλει, και τα χαρακτηριστικά του τρόπου παραγωγής του παραγόμενου προϊόντος. Ότι το εισόδημα του κεφαλαίου δεν προσδιορίζει, εξ υπολοιπού, το είσοδημα των εργαζομένων, αλλά και πως μπορεί να γίνει το αντίθετο χωρίς να οδηγηθούμε σε μια μη λειτουργική οικονομία. Και εδώ βρίσκεται η διαφορά μεταξύ της σύγχρονης αριστερής και ριζοσπαστικής πολιτικής με την κεντροαριστερή διευθέτηση κάποιων κοινωνικών ανισοτήτων, εν είδη «βαλβίδας» εκτόνωσης.
Σημειώσεις
1. Thomas Piketty, Capital in the twenty first century, The Belknap Press of Harvard University Press, 2014.
2. Thomas Piketty – Gabriel Zucman, Capital is back, Wealth-Income Ratios in Rich Countries 1700-2010, July 2013.
3. Mehrling on Black on Capital
2. Thomas Piketty – Gabriel Zucman, Capital is back, Wealth-Income Ratios in Rich Countries 1700-2010, July 2013.
3. Mehrling on Black on Capital