ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Ο Τύπος στη χώρα μας, ακόμη και στο παρελθόν, δύσκολα θα μπορούσε να διεκδικήσει δάφνες πολιτικής αμεροληψίας. Τουλάχιστον όμως τότε, ο πολιτικός χρωματισμός του περιορίζονταν στο - ανυπόγραφο συνήθως - σχόλιο του εκδότη ή διευθυντή, και σε λίγες στήλες άποψης.
Ωστόσο παρά τις προφανείς και συχνές προσπάθειες χειραγώγησης, ορισμένοι επαγγελματίες του χώρου κρατούσαν κάποια στοιχειώδη προσχήματα δημοσιογραφικής δεοντολογίας, συντηρώντας μιαν επίφαση ουδετερότητας  και πολυφωνίας. Επίφαση που θεωρούνταν μέχρι τότε αναγκαία για τη διατήρηση ενός ισχνού έστω κύρους στα μάτια του κοινού.
Η βαθιά οικονομική – και όχι μόνον – κρίση στην οποία η χώρα μπήκε εδώ και 5 χρόνια, οδήγησε σε μια ποιοτική υποβάθμιση της ήδη προβληματικής ενημέρωσης, που με 3 λέξεις μπορεί να περιγραφεί ως η “κατάρρευση των προσχημάτων”.


Ελιγμοί, ακροβατικά και κωλοτούμπες του παρελθόντος κατά την απονομή εύνοιας σε πολιτικούς φορείς και πρόσωπα, φαντάζουν πια παιχνίδια ρουτίνας για τα συστημικά media, που αυτή τη φορά αντιμετώπισαν μια δυσκολία άλλης τάξης.  Να διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα και αυτά των πολιτικών συμμάχων τους, με την επικοινωνιακή προώθηση μιας προδήλως αντιδημοφιλούς και – κατά την πλειοψηφία των πολιτών – αναποτελεσματικής πολιτικής, την υλοποίηση των Μνημονιακών επιταγών. Αναγκάζονται με άλλα λόγια να πάνε κόντρα στο αίσθημα και στην κρίση της κοινωνίας. Με εξαίρεση εννοείται, εκείνους τους πολίτες που θεωρούν το Μνημόνιο θεόσταλτη ευκαιρία σωτηρίας για τη χώρα και συνεπώς αντιλαμβάνονται τους ιδιοκτήτες ΜΜΕ με το προσωπικό τους ως πεφωτισμένους θεματοφύλακες των μακροπρόθεσμων λαϊκών συμφερόντων, τα οποία για την ώρα ο ίδιος λαός δεν αντιλαμβάνεται.
Αν λοιπόν το κίνητρο για το δύσκολο αυτό επικοινωνιακό στόχο των εγχώριων ΜΜΕ είναι η διατήρηση οικονομικών προνομίων και η αναπαραγωγή εξωθεσμικής εξουσίας, η συνθήκη που μείωσε το πιθανό ‘κόστος’ του εγχειρήματος είναι η δραματική πτώση των διαφημιστικών εσόδων. Οι εμπορικές επιχειρήσεις συρρίκνωσαν έως μηδενισμού τη διαφημιστική τους επένδυση και τα συστημικά media στέγνωσαν από έσοδα, αλλά ταυτόχρονα ‘απελευθερώθηκαν’ κι από τις όποιες δεσμεύσεις σε κανόνες δεοντολογίας. Αφού δεν υπάρχουν πια target groups για να πουλήσουν στους διαφημιστές, οι ΔΚΓ λιγότερο ενδιαφέρονται για το πόσοι πολίτες τους παρακολουθούν, και καθόλου για το τι πιστεύουν για τους ίδιους εκείνοι που τους παρακολουθούν! Έτσι λοιπόν άνοιξε ο δρόμος για να καταπέσουν τα τελευταία προσχήματα, διότι διαφορετικά η χειραγώγηση της κοινής γνώμης, η προώθηση της Μνημονιακών επιταγών και η υπεράσπιση της κυβερνητικής πολιτικής θα ήταν εκ των προτέρων καταδικασμένες.
Η πρωτοφανής αυτή άσκηση προπαγάνδας είχε 2 βασικούς άξονες:
α.) Την ενοχοποίηση της κοινωνίας, για να καμφθεί η αντίδραση της σε θυμικό επίπεδο,
β.) Την επιβολή της βίαιης “εσωτερικής υποτίμησης” καθ’ υπαγόρευση των δανειστών, ως μοναδική διέξοδο για την χώρα, και την μεταμφίεση της ενδοτικότητας και υποταγής σε σύνεση και ρεαλισμό.
Ενδεικτικά:
α.) Οι τυφλοί της Ζακύνθου, οι εστιάτορες της Ύδρας, οι γιατροί του Κολωνακίου, οι 7000-8000 επίορκοι δημ. υπάλληλοι (οι οποίοι τελικά βρέθηκαν 200-700), από καταδικαστέα και κολάσιμα περιστατικά μετατράπηκαν από τα συστημικά media σε άλλοθι για μαζικές περικοπές αναπηρικών συντάξεων, για αυξήσεις φόρων, για δυσφήμιση του ιατρικού επαγγέλματος με διάλυση του συστήματος υγείας και για απολύσεις στο δημόσιο.
Το χειρότερο όμως, αυτές και δεκάδες άλλες ‘αποκαλύψεις’ ενοχοποίησαν την κοινωνία στο σύνολο της, μεταθέτοντας την οργή των πολιτών από τους πάνω στους δίπλα. Αφήνοντας στο απυρόβλητο τη διεφθαρμένη κι ανίκανη πολιτική εξουσία και καταγγέλλοντας το ‘λαμόγιο της διπλανής πόρτας’.
Η λαθραία αυτή αναγωγή της μερικής ευθύνης πολιτών σε γενικευμένη καταδίκη επαγγελματικών ή κοινωνικών ομάδων, διέρρηξε την κοινωνική συνοχή, έπληξε το αίσθημα αλληλεγγύης και περιόρισε καθοριστικά την δυνατότητα της κοινωνίας να αντιδράσει. 
β.) Η επιβολή των Μνημονικής επιταγών ως μονόδρομος και των εκφραστών της ως συνετών άμα και ρηξικέλευθων πολιτικών, επιχειρήθηκε δια μέσου
• χειραγώγησης
• συκοφάντησης
• τρομοκράτησης
Οι συνήθεις τεχνικές της επαίσχυντης αυτής δημοσιογραφίας είναι:
1. Υπερ-προβολή ‘χρήσιμων’ ειδήσεων’ (σε σειρά αναφοράς και χρονική κάλυψη), με ταυτόχρονη υποβάθμιση έως απόκρυψη ‘δυσάρεστων’ ειδήσεων
2. Μεροληπτικός λόγος κατά την παρουσίαση ειδήσεων και προσώπων
3. Μεθοδευμένη διαστρέβλωση δημοσκοπικών ευρημάτων και ευκαιριακή διατύπωση κατευθυνόμενων ερωτήσεων
4. Προκατασκευασμένη σύνθεση πάνελ σε εκπομπές λόγου, που διασφαλίζει εκ των προτέρων την αριθμητική επικράτηση της επιθυμητής άποψης
5. Ανισότιμη μεταχείριση συμμετεχόντων σε ενημερωτικές εκπομπές, όπου οι ‘δημοσιογράφοι’ τόσο δια λόγου όσο και με την εξω-γλωσσική επικοινωνία, λειτουργούν ως αβανταδόροι των φιλοκυβερνητικών, ενώ προβοκάρουν τους αντιπολιτευόμενους (στους πρώτους: ‘πάσες’, απρόσκοπτη ρητορική, νεύματα συγκατάθεσης, ενώ στους δεύτερους: ‘μπηχτές’, αλλεπάλληλες διακοπές, ειρωνικά χαμόγελα κ.λπ.)
6. Ψευδολογία και συστηματική διαστρέβλωση των επίσημα διατυπωμένων θέσεων της αντιπολίτευσης (κυρίως της αξιωματικής), όπου και οι μικρότερες φραστικές διαφορές παρουσιάζονται σαν μείζονες πολιτικές διαφοροποιήσεις.
Επιχειρούν έτσι, αφενός να καλλιεργήσουν Φόβο για τις υποτιθέμενες ολέθριες συνέπειες μιας άλλης πολιτικής για έξοδο από την κρίση κι αφετέρου να απεικονίσουν τον πολιτικό φορέα της ως ανακόλουθο, έρμαιο εσωτερικών συγκρούσεων, άρα αφερέγγυο κι αναποτελεσματικό.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο:
Το προσωπικό θρησκευτικό ή μη αίσθημα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναδείχθηκε σε σημαντικό θέμα της επικαιρότητας διότι “οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν”, όπως και η επιλογή από τον ΣΥΡΙΖΑ αμφιλεγόμενου υποψηφίου στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας “αφού τώρα κάνετε λάθος επιλογές, πως να μην ανησυχεί ο κόσμος για τις ικανότητες σας αν τυχόν γίνεται κυβέρνηση”
Αντίθετα, η κωμικοτραγική δήλωση του Υπ. Εξωτερικών για μέτρα εναντίον της Συρίας (8/2013), η πρόσφατη διάλυση του ΕΟΠΥΥ από τον Υπ. Υγείας δίχως ακόμη να υπάρχει εναλλακτική υποδομή, και η κάθοδος αντι-κομματικών υποψηφίων της ΝΔ στους μεγαλύτερους δήμους και περιφέρειες, περίπου εξαφανίστηκαν από τα διαπλεκόμενα media, αφού προφανώς δεν συνάγονται χρήσιμα συμπεράσματα για τις ικανότητες και τη συνοχή της σημερινού κυβερνητικού σχήματος.
Οι δηλώσεις της αντιπολίτευσης εισάγονται με φραστικά σχήματα τύπου “προσπαθώντας να απαντήσει..., επιχειρώντας να αναστρέψει..., κατά δήλωση..., ισχυρίζεται..., επανερχόμενος σε σκληρή ρητορική...”, ενώ της κυβέρνησης “διεμήνυσε ξεκάθαρα..., έδωσε άμεση απάντηση..., διαβεβαίωσε κατηγορηματικά...,  επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά...”
Πρόσφατη δημοσκόπηση για τις ευρωεκλογές παρουσιάστηκε σε συγχορδία των ΜΜΕ ως “πρωτιά για το ΣΥΡΙΖΑ στη Αττική και πρωτιά της ΝΔ στη Κεντρική Μακεδονία” που “ικανοποιεί την κυβέρνηση αλλά θα πρέπει να προβληματίζει την Κουμουνδούρου η οποία δεν φαίνεται να αναπτύσσει δυναμική παρά τα δύσκολα κυβερνητικά μέτρα κ.λπ”
Η χειραγωγημένη ερμηνεία των ευρημάτων βασίζεται στη αποσιώπηση του γεγονότος, ότι στις 7 περιφέρειες της Κεν. Μακεδονίας οι διαφορά της ΝΔ από το ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιουνίου 2012 κυμαίνονταν από 6,53% έως 23,8% (με πέντε περιφέρειες να εμφανίζουν διψήφια διαφορά), ενώ τώρα η μέση διαφορά είναι μόλις 3,9%. Οπότε είναι προφανές ποιος αναπτύσσει δυναμική, ποιος έχει το πρόβλημα, και ποιος διαστρεβλώνει την πραγματικότητα.
Η καλλιέργεια του Φόβου τέλος, αποτελεί σύνθετη και κεντρική στρατηγική της χειραγώγησης και θα την αναλύσουμε σε ένα επόμενο σχόλιο.
Πανεπιστημιακά ιδρύματα της αλλοδαπής και ινστιτούτα ερευνών διαθέτουν έγκυρα αναλυτικά πρωτόκολλα για την ανάλυση κι αξιολόγηση ΜΜΕ και των ενημερωτικών τους προϊόντων. Αν τα εγχώρια media και τα ενημερωτικά formats τους περνούσαν από αυτή την δοκιμασία, ελάχιστα θα πετύχαιναν μια αξιοπρεπή επίδοση, ενώ τα περισσότερα θα ανταγωνίζονταν μόνον με προπαγανδιστικούς μηχανισμούς τριτοκοσμικών καθεστώτων.
Ενδιαφέρον όμως απέναντι στα πρωτοφανή φαινόμενα χειραγώγησης, έχει η στάση των αυτοαποκαλούμενων ‘προοδευτικών διανοουμένων’. Μέρος αυτών εκφράζεται μέσα από τις ποικιλόμορφες κινήσεις της κατά media ‘κεντροαριστεράς’ και παρά τους αλλεπάλληλους πολιτικούς τους ελιγμούς, εμφανίζονται πάντα ως διαπρύσιοι υπερασπιστές αρχών και θεσμών. Παλιότερα ξεκίνησαν σταυροφορίες εναντίον της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες, πρόσφατα στιγματίζουν τους “λαϊκιστές πρυτάνεις που δεν εφαρμόζουν την νομιμότητα στα ΑΕΙ” αλλά δεν βρίσκουν λέξη κριτικής για τους “νταβατζήδες της ενημέρωσης” (κατά την ρήση πρώην πρωθυπουργού).
Μα πώς να καταγγείλουν άραγε τις επαίσχυντες πρακτικές της παραπληροφόρησης, όταν μέσω αυτής προωθείται μια πολιτική που κατά βάση τους βρίσκει σύμφωνους, πιέζεται και συκοφαντείται ο κύριος πολιτικός τους αντίπαλος και - το βασικότερο - εκπορεύεται από τους ίδιους τους πολιτικούς τους πάτρωνες.  Όπως εύστοχα σχολίασε αθυρόστομος φίλος μου: ποια πουτάνα τα χώνει στο νταβατζή της για θέματα ερωτικού αυτοπροσδιορισμού κι εμπορευματοποίησης του σεξ; Όταν μάλιστα δεν περνάει πια η μπογιά της...
Δυσάρεστη τέλος έκπληξη προκαλεί η αντίδραση ή ορθότερα η μη αντίδραση των κατ’ εξοχήν θιγόμενων, των εκπροσώπων της αντιπολίτευσης δηλαδή. Οι εκφραστές της αντι-μνημονιακής στάσης, φιλοξενούμενοι στα συστημικά ΜΜΕ, είτε προβοκάρονται με υποβολιμαίες ερωτήσεις και ανισότιμη μεταχείριση,  είτε κανακεύονται ως δήθεν ‘μετριοπαθείς’ σε αντίθεση υποτίθεται προς τους ‘ακραίους’ συναδέλφους τους στον ίδιο πολιτικό φορέα, από τους οποίους (ακραίους) και πιέζονται κατά τη διάρκεια της συζήτησης να αποστασιοποιηθούν.
Σε κάθε περίπτωση, γίνονται μάρτυρες της διαστρέβλωσης των πολιτικών θέσεων του κόμματος τους, για τις οποίες και καλούνται να απολογηθούν.
Προβληματισμό πρέπει να προκαλέσει, η - πλην ελαχίστων εξαιρέσεων -  παθητικότητα, αδυναμία, αποδοχή εντέλει εκ μέρους τους, αυτής της προσβλητικής αντιμετώπισης.
Η απάντηση λιγότερο πρέπει να αναζητηθεί στην ευγένεια και στο χαμηλό προφίλ που διεκδικούν οι θιγόμενοι και περισσότερο σε ένα είδος μιζέριας και μικροκομματική ιδιοτέλειας.
Φαίνεται πως τους αρκεί η πρόσκληση στο γυαλί ή στο ραδιόφωνο επειδή συμβάλει στην προσωπική αναγνωρισιμότητα τους και αποφεύγουν να συγκρουσθούν με τον ‘παρουσιαστή’, αυταπατώμενοι πως μελλοντικά θα αλλάξει στάση και θα τους μεταχειριστεί ευνοϊκότερα.
Αγνοούν προφανώς, ότι το Μέσον τους προσκαλεί γιατί είναι αναγκασμένο να φιλοξενεί και αντιπολιτευτικές απόψεις, ότι η αξιοπιστία και το κύρος των δημοσιογράφων – σύμφωνα με όλες τις πρόσφατες μετρήσεις - βρίσκεται στο ναδίρ, και ότι αν ποτέ βρεθούν στη κυβέρνηση οι επιθέσεις που θα δεχθούν από τα συστημικά media και τους εγκάθετους της ενημέρωσης θα ωχριούν μπροστά σε όσα συμβαίνουν σήμερα.
Έχουν συνεπώς οι εκφραστές μιας εναλλακτικής στάσης και πολιτικής, όχι μόνο δικαίωμα αλλά και υποχρέωση, να συγκρουστούν με τους ‘χειραγωγούς’, να απονομιμοποιήσουν το στημένο παιχνίδι, να διεκδικήσουν και να αποκαταστήσουν κανόνες έντιμου διαλόγου, με διπλό στόχο:
Να διασφαλίσουν βραχυπρόθεσμα καλύτερες συνθήκες για την αμερόληπτη επικοινωνία των πολιτικών τους θέσεων,
Να κατοχυρώσουν στρατηγικά και σε συμβολικό επίπεδο, το παράδειγμα μιας πρώτης, έμπρακτης κατίσχυσης πάνω σε έναν από τους σκληρότερους πυρήνες του κατεστημένου.
Αν δεν επιτύχουν σήμερα αυτό, τόσο η διεκδίκηση όσο και η διαχείριση της εξουσίας αύριο, θα μοιάζουν εκ των προτέρων υποθηκευμένες.

Πηγή TVXS

Popular Posts

Blog Archive

Download

Translate

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Αναζήτηση του ιστολογίου

Copyright © ΦΡΥΚΤΩΡΙΑ | Powered by Blogger
Design by Dizzain Inc | Blogger Theme by Lasantha - PremiumBloggerTemplates.com