Ο Ζιρού δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη λειτουργία των ιδεολογικών μηχανισμών του σημερινού κράτους, το οποίο, όντας σήμερα στα χέρια της χρηματοπιστωτικής ελίτ, έχει μετατρέψει την κοινωνική ζωή σε παράδεισο του νεοφιλελευθερισμού. Ο Αμερικανός διανοητής χαρακτηρίζει απαραίτητο να ξεσκεπαστούν οι ιδεολογικοί μύθοι του καζινοκαπιταλισμού, όπως τον ονομάζει, προκειμένου η Αριστερά να οικοδομήσει μια νέα αφήγηση για την κοινωνική αλλαγή.
Ποιος είναι
Ο Αμερικανός ριζοσπαστικός κοινωνικός αναλυτής έχει γεννηθεί το 1943 και είναι καθηγητής στην έδρα Πολιτιστικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο McMaster του Καναδά και διευθυντής του Κέντρου για τη Δημόσια Ερευνα στο ίδιο πανεπιστήμιο, ενώ θεωρείται ένας από τους πατέρες της κριτικής παιδαγωγικής. Είναι επίσης αρθρογράφος στο «Τruthout» και ιδρυτής του προγράμματος «Δημόσιοι Διανοούμενοι». Εχει γράψει περισσότερα από εξήντα βιβλία. Συνέντευξη στον Τάσο Τσακίρογλου
• Οι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού έχουν εξοστρακίσει κάθε συζήτηση για τα δημόσια αγαθά και έχουν επιβάλει την άποψή τους, ότι οι κοινωνικές κατακτήσεις των περασμένων δεκαετιών είναι ασύμβατες με τη σημερινή πραγματικότητα. Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτήν τη διαστρέβλωση;
Αυτός ο τύπος επιχειρημάτων πρέπει να θεωρηθεί και να καταγγελθεί ως ένα προκάλυμμα για την επέλαση της νεοφιλελεύθερης αντεπανάστασης, εξαιτίας της οποίας όλα τα δημόσια αγαθά, οι κοινωνικές παροχές και τα υπολείμματα του κράτους-πρόνοιας έχουν καταστραφεί. Είναι επιχειρήματα που στοχεύουν στο να νομιμοποιήσουν τις δομικές ανισότητες, να προωθήσουν το κυνήγι των ατομικών συμφερόντων ως κυρίαρχης οργανωτικής αρχής της κοινωνικής ζωής, να συντηρήσουν μια κουλτούρα αγριότητας και να αναπαράξουν μια βολική ηθική σύμφωνα με την οποία κάθε δίχτυ κοινωνικής προστασίας είναι άξιο περιφρόνησης. Επίσης, νομιμοποιούν την άποψη ότι ο καζινοκαπιταλισμός πρέπει να κυβερνά κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής και όχι απλά την οικονομία. Ετσι, αυτά τα επιχειρήματα πρέπει να αποδείξουμε ότι υπηρετούν όχι την κοινωνία ως όλο, αλλά μια μικρή ομάδα της χρηματιστικής ελίτ, η οποία δεν έχει καμία πίστη στη δημοκρατία, στην οικονομική δικαιοσύνη, στην ελευθερία και στην ισότητα. Ο νεοφιλελευθερισμός εμπλέκεται επιτυχώς σε μια πολιτική της εξαφάνισης -δηλαδή εξαλείφει εκείνες τις μνήμες της κοινωνικής ζωής, στην οποία η δικαιοσύνη, οι συλλογικοί αγώνες, η ελευθερία και η ισότητα ωφελούν και διευρύνουν την κατανόηση της δημοκρατίας. Αυτά όλα συνιστούν ένα επιχείρημα και μια λογική για τον απολυταρχισμό του 21ου αιώνα.
• Εξαιτίας της βαθιάς οικονομικής κρίσης, η Οικονομία και η ορολογία της έχουν μονοπωλήσει τη δημόσια συζήτηση σχεδόν σε κάθε χώρα. Τι σημαίνει αυτό για την πολιτισμική και κοινωνική ζωή ως σύνολο;
Πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι πολιτιστικοί μηχανισμοί που βρίσκονται υπό τον έλεγχο της χρηματοπιστωτικής ελίτ είναι οι πλέον ισχυρές εκπαιδευτικές δυνάμεις και λειτουργούν σήμερα ως μια μορφή δημόσιας παιδαγωγικής, κάνοντας καθαρό ότι η μάχη των ιδεών είναι τόσο κρίσιμη όσο και η μάχη για τα οικονομικά. Οσοι αντιστέκονται σ’ αυτόν τον τύπο της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας πρέπει να δημιουργήσουν εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης και να τα χρησιμοποιούν για τη συγκρότηση μιας νέας πολιτικής γλώσσας, λεξιλογίου και κατανόησης του τι σημαίνει να αναπτύξουμε τόσο μια κριτική αφήγηση όσο και μια επεξεργασμένη ελπίδα, τέτοια που να επιτρέπει στους νέους και στους μεγαλύτερους να επινοήσουν ένα διαφορετικό μέλλον από εκείνο που οραματίζονται οι ζωντανοί-νεκροί, οι οποίοι ευδοκιμούν πάνω στη δυστυχία και τον πλούτο των άλλων. Η νεοφιλελεύθερη «κοινή λογική» πρέπει να αμφισβητηθεί στο πεδίο της ιδεολογίας και της πολιτικής και να συνοδευτεί από την αυξανόμενη δυσαρέσκεια που νιώθουν όλοι όσοι υποφέρουν εξαιτίας της βαναυσότητας και της αδικίας των μέτρων λιτότητας.
• «Η κατάρρευση των δημοσιογραφικών κανόνων δεοντολογίας βρίσκει το αντίστοιχό της στην αύξηση του πολιτικού αναλφαβητισμού στις ΗΠΑ», όπως γράφετε σ’ ένα άρθρο σας. Παρατηρούμε τα ίδια φαινόμενα στις περισσότερες χώρες. Πώς μπορούμε να υπερβούμε αυτό το πολιτιστικό και πολιτικό χάσμα των ημερών μας;
Οι νεοφιλελεύθεροι πολιτισμικοί μηχανισμοί, από τα σχολεία μέχρι τα κυρίαρχα ΜΜΕ και την «κουλτούρα της οθόνης», λειτουργούν ως μηχανές απενεργοποίησης της φαντασίας, οι οποίες διαχωρίζουν την πολιτική από την εξουσία, εξατομικεύουν το κοινωνικό, υποκαθιστούν τον πολίτη με τον πελάτη και ορίζουν την ανταλλακτική αξία ως τη μόνη αξία που έχει κάθε νόμισμα για να διαμορφώνει τις σχέσεις. Οι προοδευτικοί, οι εργαζόμενοι, οι δάσκαλοι και οι νέοι άνθρωποι πρέπει να θέτουν θέματα διαπαιδαγώγησης και εκπαίδευσης στο επίκεντρο της όποιας βιώσιμης προσέγγισης για την πολιτική.
• Και ο ρόλος της Αριστεράς;
Η Αριστερά πρέπει να ξεπεράσει την απλή αφήγηση της κριτικής και των καταγγελιών και να αναπτύξει μια γλώσσα με αναφορές στις δυνατότητες, στον σεβασμό και στην ελπίδα, τα οποία διευρύνουν το νόημα και την πιθανότητα καλλιέργειας μιας ριζοσπαστικής δημοκρατίας. Το κλειδί εδώ είναι η ανάπτυξη μιας πολιτικής εκπαίδευσης βασισμένης στη συμπόνια, στον σεβασμό των άλλων, στην οικονομική ισότητα και στη διεκδίκηση όχι απλώς κάποιων πολιτικών και ατομικών δικαιωμάτων, αλλά επίσης κοινωνικών δικαιωμάτων που συνεπάγονται απελευθέρωση από την ένδεια, την έλλειψη υγειονομικής περίθαλψης, την ανεργία και εκείνες τις συνθήκες που εξασφαλίζουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και παρέχουν τη δυνατότητα να μάθουμε περισσότερο πώς να διοικούμε, παρά να διοικούμαστε. Η Αριστερά πρέπει να παράξει γνώση μεστή περιεχομένου, προκειμένου να είναι κριτική και να έχει δύναμη μετασχηματισμού.
• Αυτό που έχουμε δει μέχρι τώρα στην Ελλάδα (και όχι μόνο) είναι η συνεργασία των διανοουμένων με το κράτος σε διάφορες περιόδους και υπό διαφορετικές συνθήκες. Τι γίνεται με την κριτική σκέψη και την αμφισβήτηση του συστήματος εξουσίας;
Ο νεοφιλελευθερισμός έχει δημιουργήσει όχι μόνο έναν τεράστιο μηχανισμό παιδαγωγικών σχέσεων οι οποίες ευνοούν την απορρύθμιση, τις ιδιωτικοποιήσεις, την εμπορευματοποίηση και τη στρατιωτικοποίηση της καθημερινότητας, αλλά και ένα στρατό «αντι-δημόσιων» διανοουμένων, ο οποίος λειτουργεί κατά κύριο λόγο προς το συμφέρον της κυρίαρχης εξουσίας. Αυτοί οι διανοούμενοι αγοράζονται και πουλιούνται από τη χρηματοπιστωτική ελίτ και δεν είναι τίποτα περισσότερο από ιδεολογικές μαριονέτες που χρησιμοποιούν τις ικανότητές τους για να καταστρέψουν το κοινωνικό συμβόλαιο, την κριτική σκέψη και όλους εκείνους τους κοινωνικούς θεσμούς που μπορούν να οικοδομήσουν μη εμπορευματικές αξίες και μια δημοκρατική δημόσια σφαίρα. Είναι εχθροί της δημοκρατίας και απαραίτητοι για τη δημιουργία υποκειμενικοτήτων και αξιών που πρεσβεύουν την άποψη ότι υποκείμενο της Ιστορίας είναι μάλλον το Κεφάλαιο παρά οι άνθρωποι και ότι η κατανάλωση αποτελεί τη μοναδική υποχρέωση των πολιτών. Στόχος τους είναι να νομιμοποιήσουν τις ιδεολογίες, τους τρόπους διακυβέρνησης και τις πολιτικές που αναπαράγουν τις μαζικές ανισότητες και την οδύνη για τους πολλούς και ταυτόχρονα τα υπερβολικά και επικίνδυνα προνόμια για τις επιχειρήσεις και τη χρηματοπιστωτική ελίτ.
• Αρα μιλάμε για ένα έλλειμμα διανοούμενων στην ευρύτερη Αριστερά;
Αυτό συνεπάγεται ότι η Αριστερά στις διάφορες εκδοχές της πρέπει να δημιουργήσει τους δικούς της δημόσιους διανοούμενους στην Ανώτατη Εκπαίδευση, στα εναλλακτικά ΜΜΕ και σε όλους εκείνους τους χώρους στους οποίους κυκλοφορούν τα νοήματα. Οι διανοούμενοι έχουν μιαν ευθύνη να συνδέουν τη δουλειά τους με τα σημαντικά κοινωνικά ζητήματα, να δουλεύουν μαζί με τα λαϊκά κινήματα και να συμμετέχουν στη διαμόρφωση πολιτικών που είναι προς όφελος όλων των ανθρώπων – και όχι μόνον ορισμένων.
• «Η αβεβαιότητα και η επισφάλεια τρέφουν τον φόβο και την ανασφάλεια, αντί να προάγονται οι αναγκαίες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και η πίστη σε ένα πιο δίκαιο μέλλον». Πώς μπορούμε να ανακτήσουμε το όραμα και την έμπνευση σε ένα περιβάλλον απελπισίας και φόβου;
Το μεγαλύτερα όπλα του νεοφιλελευθερισμού είναι ο φόβος και η εσωτερίκευση της δεξιάς λαϊκίστικης εκδοχής του «κοινού νου». Και τα δύο αυτά στοιχεία του νεοφιλελευθερισμού πρέπει να αμφισβητηθούν, έτσι ώστε τα ιδιωτικά προβλήματα να μπορούν να μεταφραστούν σε δημόσια και οι συστημικές προσεγγίσεις και το κυρίαρχο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό λεξιλόγιο του νεοφιλελευθερισμού να τεθούν υπό αμφισβήτηση. Τα υποδόρια συναισθήματα φόβου και οργής πρέπει να αναδιατυπωθούν με όρους περισσότερο πολιτικούς και ισχυρούς. Κάθε νεοφιλελεύθερη πολιτική πρέπει να αποδομηθεί, να της ασκηθεί κριτική και να αποκαλυφθεί ποια κρυμμένα ταξικά συμφέροντα εξυπηρετεί. Την ίδια ώρα, είναι κρίσιμο να αναπτύξουμε σχέσεις μεταξύ των μεμονωμένων κινημάτων, έτσι ώστε να υπερβούμε την κατακερματισμένη πολιτική που χαρακτηρίζει συχνά την αντιπολίτευση και την καθιστά αδύναμη στη μάχη για την εξουσία.
Εφημερίδα των Συντακτών