Του Νικόλα Σεβαστάκη
«Τώρα βγαίνουμε πραγματικά από την κρίση» δήλωσε ο Ευ. Βενιζέλος αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας επενδύσεων. Μάλλον μια πιο προχωρημένη δήλωση από τις γνωστές διαβεβαιώσεις στελεχών της κυβέρνησης ότι «οδεύουμε για έξοδο από την κρίση».
Τι συμβαίνει λοιπόν; Πρόκειται για αισιοδοξία της βούλησης του αντιπροέδρου της κυβέρνησης που υπερέβη ακόμα και τον Γιάννη Στουρνάρα; Η μήπως, όπως ίσως θα ήθελαν οι «58» της Κεντροαριστεράς, για αναγκαίο νεύμα φυγής από τη συλλογική κατάθλιψη;
Υποθέτω όμως ότι αναγκαία συνθήκη εξόδου από την κρίση είναι η αναγνώριση των διαστάσεών της. Είναι η αποτίμηση του ύψους των ζημιών, ο αναλογισμός της απώλειας, έστω μεροληπτικός και αξιολογικά φορτισμένος. Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει επίσης επίγνωση του κινδύνου που έχει η μετωπική σύγκρουση του πολιτικού λόγου και της κοινωνικής εμπειρίας. Η εμπειρία, λένε κάποιοι, δεν λέει πάντοτε την αλήθεια γι' αυτό που συμβαίνει στο μακροεπίπεδο της οικονομίας. Έχουν δίκιο μόνο ως προς τις αποσπασματικές ατομικές μας εμπειρίες. Αλλά η αισιοδοξία δεν μπορεί να χτιστεί πάνω στον εξωραϊσμό του απαράδεκτου. Και είναι αυτό το επίμονο απαράδεκτο που ξεδιπλώνεται στα κοινωνικά γεγονότα της συγκυρίας. Τα μεγέθη και κυρίως τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της πρωτοφανούς ανεργίας δεν επιτρέπουν εξωραϊσμούς. Η βύθιση ενός σημαντικού τμήματος της μεσαίας τάξης και η επικράτηση νέων μορφών ένδειας και υποβαθμισμένης ζωής, επίσης. Οι εργασιακές σχέσεις που διαμορφώνονται πλέον στους αυτοματισμούς της αγοράς αποτελούν τεράστια οπισθοδρόμηση. Με μια λέξη, η ταξική διάσταση της κρίσης δεν είναι επινόημα της αριστερής φαντασίας.
Και εξάλλου η κρίση δεν είναι μόνο δημοσιονομική. Οι άλλες της πλευρές και ιδίως το ρήγμα εμπιστοσύνης μεταξύ λαού και ελίτ παραμένει αγεφύρωτο. Το ότι είναι σε μεγάλο βαθμό ένα βουβό ρήγμα ή δεν εκδηλώνεται με τους θεαματικούς όρους της λεγόμενης κοινωνικής έκρηξης, δεν σημαίνει ότι το ρήγμα μίκρυνε. Οι κλυδωνισμοί στο ηθικό - πολιτικό επίπεδο καλά κρατούν. Και η εμφανής κόπωση των ανθρώπων δεν σβήνει την οργή ούτε τα μίση που επισωρεύτηκαν αυτά τα χρόνια. Τα υλικά της απόρριψης εκβάλλουν απλώς σε μυριάδες κατευθύνσεις σχηματίζοντας μια κινούμενη άμμο. Οι επιμέρους δυσαρέσκειες δεν φτιάχνουν ένα «τσουνάμι οργής», όπως το θέλει η δημοσιογραφική γλώσσα, αλλά μοριακούς κυματισμούς δυσφορίας. Και είναι τούτη η κινούμενη άμμος η οποία μπορεί, απροειδοποίητα, να γεννήσει νέα ακροδεξιά βλαστήματα.
Οι λεκτικές ωραιοποιήσεις αποτελούν λοιπόν πρόβλημα. Κι αυτές με τη σειρά τους ξύλινη γλώσσα είναι. Όχι γιατί υπηρετούν την κυβερνητική αφήγηση για τα πράγματα, αλλά γιατί προκαλούν τους θυμωμένους και τους απογοητευμένους. Ακόμα κι αυτούς που είναι πραγματικά αισιόδοξες φύσεις.
Υπάρχει βέβαια η εντύπωση ότι το σοκ της κρίσης έχει ενσωματωθεί στις νέες στρατηγικές επιβίωσης των ατόμων και των νοικοκυριών. Αυτό παράγει μια εικόνα σταθερότητας χαμηλής ποιότητας. Όταν όμως εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες δίχως ηλεκτρικό ρεύμα ακούνε ότι τα δύσκολα πέρασαν, ότι είμαστε ήδη λίγα μέτρα από την αιθρία, τα ελλείμματά τους πολλαπλασιάζονται. Και μπορεί κανείς να υποθέσει ότι όσο περισσότερο η ρητορική των πλεονασμάτων έρχεται σε αντίθεση με αυτά τα βαθιά ανθρώπινα ελλείμματα, τόσο μεγαλώνει και η κρίση νοήματος στην κοινωνία μας. Κάτι τελικά πολύ πιο σοβαρό από τα σλάλομ που θα δοκιμάσουν οι «αξιωματούχοι των δανειστών» πριν την επόμενη συμφωνία.
Πηγή Αυγή της Κυριακής
«Τώρα βγαίνουμε πραγματικά από την κρίση» δήλωσε ο Ευ. Βενιζέλος αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας επενδύσεων. Μάλλον μια πιο προχωρημένη δήλωση από τις γνωστές διαβεβαιώσεις στελεχών της κυβέρνησης ότι «οδεύουμε για έξοδο από την κρίση».
Τι συμβαίνει λοιπόν; Πρόκειται για αισιοδοξία της βούλησης του αντιπροέδρου της κυβέρνησης που υπερέβη ακόμα και τον Γιάννη Στουρνάρα; Η μήπως, όπως ίσως θα ήθελαν οι «58» της Κεντροαριστεράς, για αναγκαίο νεύμα φυγής από τη συλλογική κατάθλιψη;
Υποθέτω όμως ότι αναγκαία συνθήκη εξόδου από την κρίση είναι η αναγνώριση των διαστάσεών της. Είναι η αποτίμηση του ύψους των ζημιών, ο αναλογισμός της απώλειας, έστω μεροληπτικός και αξιολογικά φορτισμένος. Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει επίσης επίγνωση του κινδύνου που έχει η μετωπική σύγκρουση του πολιτικού λόγου και της κοινωνικής εμπειρίας. Η εμπειρία, λένε κάποιοι, δεν λέει πάντοτε την αλήθεια γι' αυτό που συμβαίνει στο μακροεπίπεδο της οικονομίας. Έχουν δίκιο μόνο ως προς τις αποσπασματικές ατομικές μας εμπειρίες. Αλλά η αισιοδοξία δεν μπορεί να χτιστεί πάνω στον εξωραϊσμό του απαράδεκτου. Και είναι αυτό το επίμονο απαράδεκτο που ξεδιπλώνεται στα κοινωνικά γεγονότα της συγκυρίας. Τα μεγέθη και κυρίως τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της πρωτοφανούς ανεργίας δεν επιτρέπουν εξωραϊσμούς. Η βύθιση ενός σημαντικού τμήματος της μεσαίας τάξης και η επικράτηση νέων μορφών ένδειας και υποβαθμισμένης ζωής, επίσης. Οι εργασιακές σχέσεις που διαμορφώνονται πλέον στους αυτοματισμούς της αγοράς αποτελούν τεράστια οπισθοδρόμηση. Με μια λέξη, η ταξική διάσταση της κρίσης δεν είναι επινόημα της αριστερής φαντασίας.
Και εξάλλου η κρίση δεν είναι μόνο δημοσιονομική. Οι άλλες της πλευρές και ιδίως το ρήγμα εμπιστοσύνης μεταξύ λαού και ελίτ παραμένει αγεφύρωτο. Το ότι είναι σε μεγάλο βαθμό ένα βουβό ρήγμα ή δεν εκδηλώνεται με τους θεαματικούς όρους της λεγόμενης κοινωνικής έκρηξης, δεν σημαίνει ότι το ρήγμα μίκρυνε. Οι κλυδωνισμοί στο ηθικό - πολιτικό επίπεδο καλά κρατούν. Και η εμφανής κόπωση των ανθρώπων δεν σβήνει την οργή ούτε τα μίση που επισωρεύτηκαν αυτά τα χρόνια. Τα υλικά της απόρριψης εκβάλλουν απλώς σε μυριάδες κατευθύνσεις σχηματίζοντας μια κινούμενη άμμο. Οι επιμέρους δυσαρέσκειες δεν φτιάχνουν ένα «τσουνάμι οργής», όπως το θέλει η δημοσιογραφική γλώσσα, αλλά μοριακούς κυματισμούς δυσφορίας. Και είναι τούτη η κινούμενη άμμος η οποία μπορεί, απροειδοποίητα, να γεννήσει νέα ακροδεξιά βλαστήματα.
Οι λεκτικές ωραιοποιήσεις αποτελούν λοιπόν πρόβλημα. Κι αυτές με τη σειρά τους ξύλινη γλώσσα είναι. Όχι γιατί υπηρετούν την κυβερνητική αφήγηση για τα πράγματα, αλλά γιατί προκαλούν τους θυμωμένους και τους απογοητευμένους. Ακόμα κι αυτούς που είναι πραγματικά αισιόδοξες φύσεις.
Υπάρχει βέβαια η εντύπωση ότι το σοκ της κρίσης έχει ενσωματωθεί στις νέες στρατηγικές επιβίωσης των ατόμων και των νοικοκυριών. Αυτό παράγει μια εικόνα σταθερότητας χαμηλής ποιότητας. Όταν όμως εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες δίχως ηλεκτρικό ρεύμα ακούνε ότι τα δύσκολα πέρασαν, ότι είμαστε ήδη λίγα μέτρα από την αιθρία, τα ελλείμματά τους πολλαπλασιάζονται. Και μπορεί κανείς να υποθέσει ότι όσο περισσότερο η ρητορική των πλεονασμάτων έρχεται σε αντίθεση με αυτά τα βαθιά ανθρώπινα ελλείμματα, τόσο μεγαλώνει και η κρίση νοήματος στην κοινωνία μας. Κάτι τελικά πολύ πιο σοβαρό από τα σλάλομ που θα δοκιμάσουν οι «αξιωματούχοι των δανειστών» πριν την επόμενη συμφωνία.
Πηγή Αυγή της Κυριακής