ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Αναδημοσίευση από την Εποχή - Τη συ­νέ­ντευ­ξη πή­ρε ο Στά­θης Κου­τρου­βί­δης

Νέα σκληρά μέτρα, καθόλου τελευταία, οδηγούν την κοινωνία και την οικονομία σε αδιέξοδο. Και η Αριστερά; Πώς συντονίζεται με την κοινωνία που εγκυμονεί εκρήξεις; Πώς συγκροτείται το ριζοσπαστικό, ανανεωτικό, κριτικό ρεύμα της; Και σε ποιες συμμαχίες μπορεί να ελπίζει για να κατακτήσει το στόχο της νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας; 



Ση­μειώ­νο­νται ρα­γδαίες α­να­τρο­πές σε ό­λα τα ε­πί­πε­δα στην ελ­λη­νι­κή κοι­νω­νία με την ε­φαρ­μο­γή αλ­λε­πάλ­λη­λων μέ­τρων. Πώς θα μπο­ρού­σα­με να πε­ρι­γρά­ψου­με την κοι­νω­νία που δρο­μο­λο­γεί­ται;
Ο στό­χος έ­χει αρ­χί­σει να γί­νε­ται έ­ντο­να ο­ρα­τός: να γί­νει η ελ­λη­νι­κή κοι­νω­νία σαν την βουλ­γα­ρι­κή ή, α­κρι­βέ­στε­ρα, σαν την κι­νέ­ζι­κη. Με μι­σθούς α­πί­στευ­τα χα­μη­λούς, χω­ρίς κοι­νω­νι­κό κρά­τος, χω­ρίς δη­μό­σιο το­μέα, με Ει­δι­κές Οι­κο­νο­μι­κές Ζώ­νες, ως προ­εόρ­τιο ό­λη η Ελλά­δα να γί­νει Ε­ΟΖ. Για να α­νοί­ξουν στο κε­φά­λαιο νέ­οι χώ­ροι κερ­δο­φο­ρίας. Η ι­διω­τι­κο­ποίη­ση της Αγρο­τι­κής και του Τα­χυ­δρο­μι­κού Τα­μιευ­τη­ρίου τέ­τοιους χώ­ρους α­νοί­γει. Εκεί α­πο­σκο­πούν ό­λες οι ι­διω­τι­κο­ποιή­σεις που έρ­χο­νται, το ά­νοιγ­μα των ε­παγ­γελ­μά­των, η διά­λυ­ση των ερ­γα­σια­κών σχέ­σεων, η συρ­ρί­κνω­ση των νο­σο­κο­μείων, η κα­τα­στρο­φή της παι­δείας. Πρό­κει­ται για μια ε­φ’ ό­λης της ύ­λης ε­πί­θε­ση ε­νά­ντια σε κά­θε κοι­νω­νι­κό θε­σμό που ά­ντε­χε μέ­χρι σή­με­ρα. Και ό­λα αυ­τά υ­πό ε­ντει­νό­με­νο κρα­τι­κό αυ­ταρ­χι­σμό.


Λέ­γα­με ως Αρι­στε­ρά ό­τι το σχέ­διο του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού θέ­λει να δη­μιουρ­γή­σει μια κοι­νω­νία ό­που τα 2/3 θα ζουν ι­κα­νο­ποιη­τι­κά, αλ­λά το 1/3 θα ε­ξα­θλιώ­νε­ται. Έχω την ε­ντύ­πω­ση ό­τι η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα εί­ναι α­ντί­στρο­φη.
Απο­λύ­τως α­ντί­στρο­φη. Η κοι­νω­νία των 2/3 ή­ταν στό­χος υ­πό συν­θή­κες α­πρό­σκο­πτου νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, πριν την κρί­ση. Τα με­σαία στρώ­μα­τα μπο­ρού­σαν να δα­νεί­ζο­νται και να υ­περ­κα­τα­να­λώ­νουν, να δη­μιουρ­γεί­ται σε πολ­λούς αί­σθη­ση ευη­με­ρίας, έ­στω ε­πι­σφα­λούς. Με­τά την κρί­ση, το σχέ­διο αυ­τό κα­ταρ­ρέει. Δεν μπο­ρού­με πλέ­ον να μι­λά­με για κοι­νω­νία των 2/3, αλ­λά για κοι­νω­νία που διαι­ρεί­ται σε κά­τι σαν 10% προς 90%. Πρό­κει­ται για πο­ρεία που δια­λύει τις με­σαίες τά­ξεις και στε­ρεί α­πό τις πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού τα πα­ρα­δο­σια­κά κοι­νω­νι­κά τους στη­ρίγ­μα­τα. Σή­με­ρα δεν εί­ναι ο­ρα­τή κα­μιά μορ­φή κοι­νω­νι­κής συ­ναί­νε­σης, έ­να νέο κοι­νω­νι­κό συμ­βό­λαιο α­νά­με­σα στους φο­ρείς του νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου κα­πι­τα­λι­σμού και τα με­σαία στρώ­μα­τα. Άρα, ως μό­νη δυ­να­τή ‘λύ­ση’ προ­βάλ­λει ο αυ­ταρ­χι­σμός. Η Κί­να δεί­χνει και ε­δώ τον δρό­μο: «ο­λο­κλη­ρω­τι­κός κα­πι­τα­λι­σμός». Να μια έκ­φρα­ση που μπο­ρεί να συ­μπυ­κνώ­σει τα πα­ρα­πά­νω.


Θα α­ντι­δρά­σει η κοι­νω­νία;

Και η α­ντί­δρα­ση της κοι­νω­νίας;
Εί­δα­με τα τε­λευ­ταία δύο χρό­νια ό­λων των μορ­φών κι­νη­το­ποιή­σεις, α­περ­γίες, συ­γκε­ντρώ­σεις, πο­λύ­μορ­φες δια­μαρ­τυ­ρίες, το Σύ­νταγ­μα και τις δυο «πλα­τείες» του. Η κοι­νω­νία α­ντέ­δρα­σε. Και το εν­δια­φέ­ρον εί­ναι ό­τι ό­λη αυ­τή η α­ντί­δρα­ση, α­πό έ­να ση­μείο και ύ­στε­ρα, ε­πι­κε­ντρώ­θη­κε στο πο­λι­τι­κό ε­πί­πε­δο. Πα­ρα­μο­νές των ε­κλο­γών και ι­δίως στο με­σο­διά­στη­μα α­νά­με­σα στις δύο ε­κλο­γές, ή­ταν σαν να εί­χε στα­μα­τή­σει η κοι­νω­νι­κή κί­νη­ση -με την πα­ρα­δο­σια­κή έν­νοια της δια­δή­λω­σης ή του συλ­λα­λη­τη­ρίου - ε­πει­δή ο κό­σμος εί­χε κα­τα­λά­βει ό­τι το παι­χνί­δι παί­ζε­ται στις ε­κλο­γές. Έτσι ε­ξη­γεί­ται η δι­κή μας ά­νο­δος. Αλλά και η ά­νο­δος της Χρυ­σής Αυ­γής.


Έτσι ε­ξη­γεί­ται και η α­μη­χα­νία της κοι­νω­νίας α­μέ­σως με­τά τις ε­κλο­γές...
Ναι, έ­γι­ναν οι ε­κλο­γές και προέ­κυ­ψε αυ­τό το τε­ρά­στιο πο­σο­στό του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ/ΕΚΜ. Για ε­μάς ή­ταν πο­λύ με­γά­λο σε σχέ­ση με ό,τι εί­χα­με συ­νη­θί­σει να πε­ρι­μέ­νου­με και προ­φα­νώς μας θέ­τει κα­θή­κο­ντα ε­ντε­λώς άλ­λης τά­ξης. Αλλά ε­κεί­νοι που μας ψή­φι­σαν, αι­σθάν­θη­καν το ε­κλο­γι­κό α­πο­τέ­λε­σμα ως ήτ­τα. Δια­ψεύ­σθη­κε η προσ­δο­κία, η ελ­πί­δα α­να­τρο­πής, το ό­τι μπο­ρούν να αλ­λά­ξουν ρι­ζι­κά τα πράγ­μα­τα. Από ε­κεί και με­τά, η κοι­νω­νι­κή κί­νη­ση η­ρε­μεί. Τα κε­φά­λια μέ­σα. Μό­νο με την α­περ­γία της πε­ρα­σμέ­νης Τε­τάρ­της και τις με­γά­λες δια­δη­λώ­σεις σε ό­λη την Ελλά­δα φαί­νε­ται να παίρ­νει η κοι­νω­νία ξα­νά ε­μπρός. Βε­βαίως, τα πράγ­μα­τα δεν ε­πα­να­λαμ­βά­νο­νται. Δεν μου εί­ναι ο­ρα­τό το πώς θα ε­ξε­λιχ­θεί η κα­τά­στα­ση, το κα­τά πό­σο το κα­θε­στώς θα κα­τορ­θώ­σει να ρί­ξει στά­χτη στα μά­τια, να ξα­να­καλ­λιερ­γή­σει την πο­λι­τι­κή α­να­σφά­λεια και τον φό­βο εν γέ­νει. Δεν ξέ­ρω πώς θα πυ­κνώ­σει και πά­λι ο πο­λι­τι­κός χρό­νος, αλ­λά το βέ­βαιο εί­ναι ό­τι θα πυ­κνώ­σει. Για­τί πραγ­μα­τι­κή α­νά­σα για την κοι­νω­νία δεν δια­φαί­νε­ται στον ο­ρί­ζο­ντα...


Υπάρ­χει διευ­ρυ­μέ­νο α­κρο­α­τή­ριο για την Αρι­στε­ρά;
Ακρι­βώς. Αλλιώς δεν ε­ξη­γεί­ται ό­τι μας ψή­φι­σε το 27% του ε­κλο­γι­κού σώ­μα­τος, ό­τι πε­τύ­χα­με πο­λύ ση­μα­ντι­κά πο­σο­στά σε μι­κρο­με­σαίους, σε α­γρό­τες, σε ό­λες τις ε­νερ­γές κοι­νω­νι­κά τά­ξεις, χω­ρίς να αλ­λά­ξου­με κα­θό­λου τον α­ρι­στε­ρό, ρι­ζο­σπα­στι­κό μας λό­γο. Και αυ­τό εί­ναι ε­ντυ­πω­σια­κό. Ίσως εί­ναι πρω­το­φα­νές.


Αλλά­ζει κά­τι στην στρα­τη­γι­κή του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ/ΕΚ­Μ;
Κα­τά τη γνώ­μη μου α­πο­λύ­τως τί­πο­τα. Απλώς ο λό­γος μας α­παι­τεί εμ­βά­θυν­ση ως προς πολ­λές δια­στά­σεις και ε­πί­πε­δα. Αν το κα­τορ­θώ­σου­με τό­σο στο κι­νη­μα­τι­κό ό­σο και στο προ­γραμ­μα­τι­κό ε­πί­πε­δο, αν πα­ρα­μεί­νου­με στρα­τη­γι­κά α­διάλ­λα­κτοι, τα­κτι­κά ευέ­λι­κτοι, α­νοι­χτοί σε νέες ι­δέες και πρω­το­βου­λίες, ό­χι μό­νο δεν θα μας φο­βη­θεί ο κό­σμος αλ­λά θα ε­πι­κρο­τή­σει: ό­ντως αυ­τοί μπο­ρούν να κά­νουν και­νούρ­για και ζωο­γό­να πράγ­μα­τα. Μου έ­λε­γε έ­νας φί­λος ό­τι εί­χε μια εν­δια­φέ­ρου­σα συ­ζή­τη­ση με ε­φο­ρια­κούς. Έλε­γα­ν: ε­μείς δεν μπο­ρού­με να α­ντέ­ξου­με την πίε­ση που α­σκού­με σε αν­θρώ­πους που δεν έ­χουν να πλη­ρώ­σουν τους φό­ρους. Αλλά συ­μπλή­ρω­να­ν: αρ­κε­τοί α­πό αυ­τούς που δεν έ­χουν να πλη­ρώ­σουν μας δή­λω­ναν με έ­ντα­ση ό­τι, αν ερ­χό­ταν ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στα πράγ­μα­τα, θα έ­κα­ναν το παν για να βρουν τα χρω­στού­με­να. Για­τί τό­τε θα ή­ξε­ραν πού πά­νε τα λε­φτά τους. Τέ­τοιες ε­μπει­ρίες –και εί­ναι πια πολ­λές- δεί­χνουν ό­τι σε ε­ξαι­ρε­τι­κές πε­ρι­στά­σεις το φρό­νη­μα γί­νε­ται υ­λι­κή δύ­να­μη.


Η α­νά­λυ­σή σου αυ­τή ται­ριά­ζει ό­μως με ο­ρι­σμέ­νες κι­νή­σεις, ό­πως η δια­κη­ρυ­κτι­κή πο­λι­τι­κή πε­ρί «δη­μο­κρα­τι­κής πα­ρά­τα­ξης της α­ρι­στε­ράς», ή η πα­ρου­σία βου­λευ­τών του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στην πο­ρεία των α­στυ­νο­μι­κώ­ν;
Δεν θεω­ρώ ό­τι αυ­τά δη­μιουρ­γούν πρό­βλη­μα, αν και το κά­θε θέ­μα εί­ναι ξε­χω­ρι­στό και θέ­λει ει­δι­κή συ­ζή­τη­ση. Η φρά­ση «δη­μο­κρα­τι­κή πα­ρά­τα­ξη της α­ρι­στε­ράς» προ­σω­πι­κά δεν μου α­ρέ­σει ι­διαι­τέ­ρως. Για­τί εί­ναι λί­γο κλι­σέ. Και για­τί η φρά­ση, σαν φρά­ση, δεν μπο­ρεί α­πό μό­νη της να πε­τύ­χει πολ­λά πράγ­μα­τα. Εάν κά­ποιος α­πό μας που εκ­φω­νεί τη φρά­ση πι­στεύει ό­τι έ­τσι πλη­σιά­ζει αν­θρώ­πους που δεν εί­ναι α­ρι­στε­ροί, πι­στεύω πως κά­νει λά­θος. Εκεί­νοι που έρ­χο­νται κο­ντά μας δεν βλέ­πουν, νο­μί­ζω, τα πράγ­μα­τα έ­τσι. Δεν θέ­λουν αυ­τό που σή­με­ρα προ­σεγ­γί­ζουν να τους θυ­μί­ζει ε­κεί­νο που ε­γκα­τέ­λει­ψαν. Θέ­λουν, βέ­βαια, να τους α­να­γνω­ρι­στεί ό­τι το γε­γο­νός ό­τι δεν ψή­φι­ζαν την Αρι­στε­ρά, δεν τους κα­θι­στά αυ­τό­χρη­μα α­πα­τεώ­νες ή ι­διο­τε­λείς. Θέ­λουν, δι­καίως, να τους α­να­γνω­ρι­στεί ό­τι α­νή­καν σε έ­να χώ­ρο και σε έ­να ρεύ­μα ι­δεών στο ο­ποίο πί­στευαν και το ο­ποίο κά­ποια στιγ­μή ε­γκα­τέ­λει­ψαν εί­τε για­τί θεώ­ρη­σαν ό­τι προ­δό­θη­καν εί­τε για λό­γους προ­σω­πι­κής ε­ντι­μό­τη­τας εί­τε για­τί α­πλώς άλ­λα­ξαν γνώ­μη. Οφεί­λου­με αυ­τήν την α­να­γνώ­ρι­ση. Όχι για λό­γους πο­λι­τι­κούς ή μι­κρο­πο­λι­τι­κούς, αλ­λά για­τί αυ­τή εί­ναι η α­λή­θεια.  
Σε σχέ­ση με το δεύ­τε­ρο σκέ­λος της ε­ρώ­τη­σης, θα α­πα­ντού­σα λέ­γο­ντας ό­τι ο Που­λα­ντζάς, σω­στά κα­τά τη γνώ­μη μου, λέει ό­τι το κρά­τος, ε­κτός α­πό ό­λα τα άλ­λα, εί­ναι και πε­δίο τα­ξι­κής πά­λης. Κα­τά συ­νέ­πεια, κά­θε κρα­τι­κός θε­σμός ή μη­χα­νι­σμός λει­τουρ­γεί­ται α­πό αν­θρώ­πους με δια­φο­ρε­τι­κές κλί­σεις, α­πό­ψεις, α­ντι­λή­ψεις, συ­μπε­ρι­φο­ρές. Σί­γου­ρα αυ­τό συμ­βαί­νει με τον τρό­πο του και στην α­στυ­νο­μία. Και ε­πει­δή πριν φτά­σου­με στο βα­θύ κομ­μου­νι­σμό δεν νο­εί­ται κυ­βέρ­νη­ση χω­ρίς α­στυ­νο­μία, το να έ­χου­με μια α­στυ­νο­μία δη­μο­κρα­τι­κά εκ­παι­δευ­μέ­νη και προ­ση­λω­μέ­νη στα κα­λώς εν­νοού­με­να κα­θή­κο­ντά της εί­ναι κα­λό πράγ­μα. Ομο­λο­γώ ό­τι, για αυ­τούς και άλ­λους λό­γους, το γνω­στό «μπά­τσοι, γου­ρού­νια, δο­λο­φό­νοι» πο­τέ δεν μου ά­ρε­σε. Και σή­με­ρα, με τη δια­πι­στω­μέ­νη ε­πιρ­ροή της Χρυ­σής Αυ­γής στην α­στυ­νο­μία, γί­νε­ται α­κό­μη πιο ε­πι­τα­κτι­κό να υ­πάρ­χουν και να καλ­λιερ­γη­θούν ό­λες οι α­να­γκαίες δια­φο­ρο­ποιή­σεις. Δη­λα­δή, πρέ­πει να α­πο­μο­νω­θούν οι δυ­νά­μεις της Χρυ­σής Αυ­γής α­κό­μη και στο ε­σω­τε­ρι­κό της α­στυ­νο­μίας.


Αυ­το­δυ­να­μία ή συμ­μα­χίες;

Υπάρ­χει η α­ντί­λη­ψη του πο­λυ­συλ­λε­κτι­σμού στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ; Σε α­πα­σχο­λεί, σε α­νη­συ­χεί αυ­τό το εν­δε­χό­με­νο;
Με βά­ση τις ε­μπει­ρίες που έ­χω, θα έ­λε­γα ό­τι ζή­τη­μα πο­λυ­συλ­λε­κτι­σμού δεν τί­θε­ται α­πό κα­νέ­ναν. Θα έ­λε­γα μά­λι­στα ό­τι εί­μαι αι­σιό­δο­ξος προς την α­ντί­θε­τη κα­τεύ­θυν­ση. Οι α­νοι­χτές συ­νε­λεύ­σεις δεν ο­δη­γούν στο φλου­τά­ρι­σμα των α­πό­ψεων. Αντί­θε­τα. Οι συ­ζη­τή­σεις δεί­χνουν ό­τι α­κό­μη και αυ­τοί που μας πλη­σιά­ζουν ερ­χό­με­νοι α­πό μα­κριά, θέ­λουν ει­λι­κρι­νά να κα­τα­λά­βουν τις θέ­σεις και τις α­πό­ψεις μας. Δεν θέ­λουν να κο­λα­κέ­ψου­με τις προ­ε­λεύ­σεις τους. Μπο­ρεί να υ­πάρ­χουν δια­φο­ρο­ποιή­σεις στις ε­κτι­μή­σεις, αν έ­πρε­πε ή δεν έ­πρε­πε να ει­πω­θεί αυ­τό ή ε­κεί­νο, αν έ­πρε­πε ή δεν έ­πρε­πε να γί­νει τού­το ή το άλ­λο, αλ­λά πρό­κει­ται για εύ­λο­γες δια­φο­ρές ε­κτι­μή­σεων που κα­τά κα­νέ­ναν τρό­πο δεν ο­δη­γούν σε δια­φο­ρε­τι­κές γε­νι­κές γραμ­μές.


Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ εί­ναι α­νά­δελ­φο κόμ­μα; Σε ρω­τώ με δε­δο­μέ­νη τη στά­ση του ΚΚΕ και της ΔΗ­ΜΑΡ.
Νο­μί­ζω ό­τι βρι­σκό­μα­στε σε πρω­τό­γνω­ρη κα­τά­στα­ση, της ο­ποίας το α­νά­λο­γό της, αν υ­πάρ­χει, το συ­να­ντά­με μό­νο την πε­ρίο­δο της κα­το­χής. Το Ενω­τι­κό Κοι­νω­νι­κό Μέ­τω­πο με τις ε­πι­μέ­ρους συ­νι­στώ­σες του ή το ΔΗΚ­ΚΙ, για πα­ρά­δειγ­μα, δεν λει­τουρ­γούν ως σύμ­μα­χοι της Αρι­στε­ράς, αλ­λά υ­πό ε­νιαία λο­γι­κή με ό­λους ε­μάς τους υ­πό­λοι­πους. Με τις δια­φο­ρο­ποιή­σεις και τις α­πο­χρώ­σεις τους, βέ­βαια, αλ­λά δια­φο­ρο­ποιή­σεις και α­πο­χρώ­σεις συν­θέ­σι­μες στο πλαί­σιο ε­νός ε­νιαίου πο­λι­τι­κού σχη­μα­τι­σμού. Η πο­λι­τι­κή της ε­νό­τη­τας, πο­λι­τι­κή που δεν θέ­λει να κα­πε­λώ­σει κα­νέ­ναν, φαί­νε­ται ό­τι έ­χει α­πο­δώ­σει πολ­λούς καρ­πούς. Άρα συ­νε­χί­ζου­με την α­πεύ­θυν­ση, συ­νε­χί­ζου­με να διεκ­δι­κού­με την ε­νό­τη­τα της Αρι­στε­ράς χω­ρίς η­γε­μο­νεύ­σεις. Δεν ζη­τά­με α­πό άλ­λες δυ­νά­μεις να ε­νταχ­θούν σε ε­μάς, αλ­λά τους κα­λού­με στην κοι­νή δρά­ση και τους α­φή­νου­με να α­ντι­δρά­σουν ό­πως νο­μί­ζουν. Η δυ­να­μι­κή των πραγ­μά­των, πά­ντως, δεί­χνει ό­τι δυ­νά­μεις των δυ­νά­μει συμ­μά­χων μειώ­νο­νται. Για­τί κά­ποιες α­πό αυ­τές θέ­τουν τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ/ΕΚΜ ως κύ­ριο α­ντί­πα­λο. Και αυ­τό οι δι­κοί τους ο­πα­δοί αρ­χί­ζουν να μην το α­νέ­χο­νται.
 Όταν ξε­κί­νη­σε το Ε­ΑΜ πολ­λοί έ­λε­γα­ν: μό­νο με το ΚΚΕ, θα φτιά­ξου­με την α­ντί­στα­ση; Όχι. Οπό­τε, έ­λα και ε­σύ Τσι­ρι­μώ­κε, έ­λα και ε­σύ Σβώ­λε. Το Ε­ΑΜ συ­γκρό­τη­σε μέ­τω­πο, αλ­λά ό­λοι ή­ξε­ραν ό­τι η βά­ση και η δύ­να­μή του ή­ταν το ΚΚΕ. Χω­ρίς αυ­τό να α­πο­τυ­πώ­νε­ται στις δο­μές του Ε­ΑΜ. Αυ­τό εν­νοώ ως α­να­λο­γία. Για­τί, α­πό ό,τι φαί­νε­ται και πα­ρά τις προ­σπά­θειές μας, ού­τε το ΚΚΕ, ού­τε φυ­σι­κά η ΔΗ­ΜΑ­Ρ, ού­τε η Α­ΝΤΑΡ­ΣΥΑ θέ­λουν να συμ­μα­χή­σουν με τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ/ΕΚΜ. Αντί­θε­τα, τον α­ντι­μά­χο­νται. Αλλά ε­νώ τον α­ντι­μά­χο­νται, οι ο­πα­δοί τους τον ψη­φί­ζουν.


Συ­νε­πώς ο στό­χος πρέ­πει να εί­ναι η αυ­το­δυ­να­μία, ή προ­χω­ρά­με και βλέ­που­με;
Πα­ρό­τι φαί­νε­ται και­ρο­σκο­πι­κό, θα έ­λε­γα το δεύ­τε­ρο. Διό­τι δεν ξέ­ρου­με πώς θα δια­μορ­φω­θεί το πο­λι­τι­κό το­πίο. Τι δια­σπά­σεις θα γί­νουν, εάν γί­νουν, τι θα α­κο­λου­θή­σει τη ψή­φι­ση των μέ­τρων, αν αυ­τά τε­λι­κά ψη­φι­στούν. Δια­πι­στώ­νου­με πως οι κοι­νο­βου­λευ­τι­κές ο­μά­δες και των τριών κομ­μά­των της ε­ξου­σίας βρί­σκο­νται σε α­να­τα­ρα­χή. Εάν υ­πάρ­ξουν δια­σπά­σεις, αυ­τοί που θα φύ­γουν τι θα κά­νου­ν; Άγνω­στο. Πι­στεύω ό­τι δεν πρέ­πει ε­π’ ου­δε­νί να κλεί­σου­με το μέλ­λον σε κά­ποιο a priori κα­τα­σκευα­σμέ­νο σχή­μα.


Κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς

Εί­πες στην αρ­χή, ό­τι, αν ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ α­να­λά­βει τη δια­κυ­βέρ­νη­ση της χώ­ρας, θα υ­πάρ­ξουν δυ­σκο­λίες. Πώς θα α­ντι­με­τω­πι­στούν αυ­τές; Με λο­γι­κή ρή­ξης με το σύ­στη­μα ή με λο­γι­κή ρε­α­λι­σμού;

Μια κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς εί­ναι υ­πο­χρεω­μέ­νη να πά­ρει πρώ­τα α­π΄ ό­λα πρω­το­βου­λίες, ώ­στε να στα­μα­τή­σει ο κα­τή­φο­ρος της οι­κο­νο­μίας και της κοι­νω­νίας. Και ε­πί­σης να πά­ρει πρω­το­βου­λίες κα­τα­στρο­φής του υ­πάρ­χο­ντος δια­πλε­κό­με­νου και πλή­ρους διε­φθαρ­μέ­νου κρά­τους, κα­ταρ­χήν στις κο­ρυ­φές του. Αυ­τό θα έ­χει δυ­σκο­λίες α­πό πολ­λές με­ριές, τό­σο ε­δώ ό­σο και στην Ευ­ρώ­πη. Εί­μαι ω­στό­σο πε­πει­σμέ­νος ό­τι τέ­τοιες πρω­το­βου­λίες μιας κυ­βέρ­νη­σης της Αρι­στε­ράς θα δη­μιουρ­γή­σουν έ­να με­γά­λο κύ­μα χα­ράς, έ­να ξέ­σπα­σμα και­νο­το­μιών και δη­μιουρ­γι­κό­τη­τας. Μια κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς πρέ­πει να εί­ναι έ­τοι­μη να εν­θαρ­ρύ­νει αυ­τό το ξέ­σπα­σμα και, με την κα­θο­ρι­στι­κή συν­δρο­μή του κό­σμου, να προ­χω­ρή­σει στις ρι­ζι­κές το­μές που θα α­παι­τή­σουν οι πε­ρι­στά­σεις. Δεν θα μπο­ρέ­σουν βέ­βαια να γί­νουν ό­λα μα­ζί. Θα α­παι­τη­θούν ιε­ραρ­χή­σεις με βά­ση πά­ντα την κοι­νω­νι­κή κί­νη­ση. Βε­βαίως θα α­παι­τη­θούν και συμ­βι­βα­σμοί. Και μια κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς ο­φεί­λει να εί­ναι σε θέ­ση να πεί­σει για την α­να­γκαιό­τη­τα των συμ­βι­βα­σμών αυ­τών. Να υ­πο­γραμ­μί­σω το προ­φα­νές: δεν μπο­ρούν να γί­νουν πραγ­μα­τι­κές το­μές, αν δεν κι­νη­θεί ο ί­διος ο κό­σμος. Το στοί­χη­μα εί­ναι να δη­μιουρ­γη­θούν συν­θή­κες α­μοι­βαίας ε­μπι­στο­σύ­νης με­τα­ξύ κυ­βέρ­νη­σης της Αρι­στε­ράς και κοι­νω­νίας.


Ο ε­νιαίος ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ

Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ/ΕΚΜ προ­χω­ρά στη συν­διά­σκε­ψή του. Εί­ναι το πρώ­το βή­μα για το με­τα­σχη­μα­τι­σμό του σε ε­νιαίο φο­ρέα. Με βά­ση τις συ­ζη­τή­σεις που έ­χουν γί­νει έως τώ­ρα, εί­ναι έ­νας ρε­α­λι­στι­κός δρό­μος;
Η ει­κό­να που έ­χω εί­ναι ό­τι, σε κε­ντρι­κό ε­πί­πε­δο, οι τρι­βές εί­ναι πο­λύ πε­ριο­ρι­σμέ­νες. Εκεί που ε­ντο­πί­ζο­νται τρι­βές εί­ναι στην έλ­λει­ψη κα­τα­νό­η­σης του «ε­πά­νω» με το «κά­τω». Κυ­ρίως λό­γω ορ­γα­νω­τι­κής α­μορ­φίας, έλ­λει­ψης πλη­ρο­φό­ρη­σης και εν γέ­νει κα­χυ­πο­ψίας. Στην πο­ρεία, οι σχέ­σεις των αν­θρώ­πων του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ/ΕΚΜ πρέ­πει να γί­νουν πυ­κνό­τε­ρες. Μό­νο έ­τσι θα αρ­θούν οι κα­χυ­πο­ψίες. Όσο θα πυ­κνώ­νουν οι σχέ­σεις σε ό­λα τα λε­γό­με­να εν­διά­με­σα ε­πί­πε­δα, τό­σο θα ε­νι­σχύο­νται οι δε­σμοί, τό­σο θα α­πο­χτά ο φο­ρέ­ας ε­νιαίο λό­γο, τό­σο θα ε­μπι­στευό­μα­στε ο έ­νας τον άλ­λο. Και αυ­τά δεν α­φο­ρούν μό­νον τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ/ΕΚΜ ως πο­λι­τι­κό φο­ρέα. Τα ί­δια και πε­ρισ­σό­τε­ρα πρέ­πει να γί­νουν σε συν­δι­κά­τα, πα­ρα­τά­ξεις, δη­μο­τι­κές κι­νή­σεις, τα τα­μεία των ορ­γα­νώ­σεων, τα έ­ντυ­πα του χώ­ρου. Αν ό­λα αυ­τά δεν αρ­χί­σου­με να τα συ­ζη­τού­με πα­ράλ­λη­λα, ε­μπλέ­κο­ντας ό­λους τους αν­θρώ­πους που συμ­με­τέ­χουν και δια­χέ­ο­ντας μια κουλ­τού­ρα ε­νό­τη­τας, η συν­διά­σκε­ψη λί­γα πράγ­μα­τα θα μπο­ρέ­σει να πε­τύ­χει.


Φο­ρέ­ας πο­λυ­τα­σι­κός;
Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ θα μπο­ρού­σε ί­σως να ε­νιαιο­ποιη­θεί και να συ­νυ­πάρ­χουν σε αυ­τόν ό­χι τά­σεις - συ­νι­στώ­σες με ε­σω­τε­ρι­κές δο­μές, αλ­λά α­νοι­χτά ρεύ­μα­τα ι­δεών. Δεν ξέ­ρω ό­μως αν βρι­σκό­μα­στε σε αυ­τό το ση­μείο, πα­ρό­λο που με τα πολ­λά που με­σο­λά­βη­σαν τα στε­γα­νά τεί­νουν να μειω­θούν. Απαι­τεί­ται α­νοι­χτό μυα­λό και γεν­ναιο­δω­ρία...


* Ο Αρι­στεί­δης Μπαλ­τάς εί­ναι ο­μό­τι­μος κα­θη­γη­τής του Ε­ΜΠ.

Popular Posts

Blog Archive

Download

Translate

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Αναζήτηση του ιστολογίου

Copyright © ΦΡΥΚΤΩΡΙΑ | Powered by Blogger
Design by Dizzain Inc | Blogger Theme by Lasantha - PremiumBloggerTemplates.com