Η τελευταία διάσπαση στον χώρο μας έγινε στο όνομα της ανανεωτικής αριστεράς, όρο με βαρύ πολιτικό φορτίο και αναφορές στο 1968 και σε άλλες σημαντικές για το αριστερό κίνημα χρονολογίες. Παρόλα αυτά -και πολύ εύστοχα κατά την γνώμη μου-, οι σύντροφοι που αποχώρησαν δεν επέλεξαν να ονομάσουν το νέο κόμμα «ανανεωτική», αλλά «δημοκρατική» αριστερά. Μπορεί η ανανεωτική αριστερά να έχει θετικό πολιτικό φορτίο σε όσους πέρασαν ή παραμένουν σε αυτήν, αλλά προκαλεί αλλεργία στο πιο μεγάλο κομμάτι του συστήματος εξουσίας που εξέφρασε (κυρίως) το ΠΑΣΟΚ. Δεν ήταν λίγες οι φορές που επιχειρήθηκε η πλήρης απαξίωση του κομματικού φορέα και των μελών της αριστερής ανανέωσης από το σύστημα εξουσίας και διαπλοκής, ακόμα και από την ίδια την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ.
Για το κομμάτι που αποχώρησε από τον Συνασπισμό ήταν φανερό ότι από την αρχή το μάτι δεν ήταν στραμμένο στο -περιορισμένο τότε- ακροατήριο της ανανεωτικής αριστεράς. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα οι αναφορές στη δημοκρατική αριστερά υπερκεράστηκαν από αυτές στην «υπεύθυνη» αριστερά. Ο όρος «υπεύθυνη» δεν σηματοδοτεί και τίποτε ιδιαίτερο από μόνος του. Υπεύθυνη μπορεί να χαρακτηριστεί και η επιχειρηματολογία Βενιζέλου σήμερα, όταν καλεί σε σιωπητήριο τα κόμματα και σε ακινησία την κοινωνία μπροστά στο νέο Μνημόνιο, τη νέα δανειακή σύμβαση και τα μέτρα που θα ακολουθήσουν. «Για το καλό της πατρίδας».
Υπεύθυνη για το πολιτικό σύστημα ήταν και η στάση του ΚΚΕ τον Δεκέμβρη του 2008. Η επιλογή του επιθετικού προσδιορισμού «υπεύθυνη» πριν την αριστερά, έγινε μόνο και μόνο για να στηριχθεί η αφήγηση του πολιτικού κατεστημένου, ότι υπάρχει και η ανεύθυνη αριστερά που προπηλακίζει, υπερασπίζεται συντεχνίες, κλείνει πλατείες και έχει έναν στείρο καταγγελτικό λόγο, χωρίς προτάσεις και πρόγραμμα. Δηλαδή, η -κατά τη μανδραβέλεια επιχειρηματολογία- «παρανοϊκή» αριστερά. Αλλά και για να προετοιμάσει το επόμενο βήμα. Σήμερα οι αναφορές για την υπεύθυνη αριστερά έχουν αντικατασταθεί από αυτές για την «κυβερνώσα» αριστερά.
Σε πολύ σύντομο πολιτικό χρόνο διανύθηκε μία τεράστια απόσταση από την «ανανεωτική» στην «κυβερνώσα» αριστερά. Αυτό από μόνο του δεν είναι κακό. Αρκεί ο πολιτικός φορέας να ξεκαθαρίζει με ποιους θέλει να κυβερνήσει και κυρίως με τι πρόγραμμα. Εδώ είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα για την ηγεσία και το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς.
Στα φιλόξενα μέσα ενημέρωσης, αν δεν κάνουν επίθεση στα άλλα κόμματα της αριστεράς, εκφέρουν έναν αποϊδεολογικοποιημένο λόγο χωρίς καμία απολύτως πρόταση. Γεγονός που άρχισαν να επισημαίνουν ακόμα και εκσυγχρονιστικές γραφίδες. Στη Βουλή, όπου πρέπει να τοποθετηθούν επί συγκεκριμένων μέτρων και νομοσχεδίων, δεν έχουν καταφέρει να ψηφίσουν ούτε τροπολογία διαφορετικά από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το έχει διαπιστώσει αυτό μέχρι και ο Πάγκαλος. Στις διεργασίες για τη συγκρότηση της κυβέρνησης Παπαδήμου συμμετείχαν και πέτυχαν έτσι να αθωώσουν το σύστημα και τη διαπλοκή που κατάφεραν να επιβάλλουν μία κυβέρνηση τραπεζιτών-ακροδεξιών. Την τελευταία στιγμή όμως δήλωσαν πως θα την καταψηφίσουν, εκνευρίζοντας ακόμα και ένα μέλος της κοινοβουλευτικής τους ομάδας. Στα δελτία Τύπου και στις δηλώσεις καταγγέλλουν γενικώς και αορίστως μέτρα, χωρίς καμία απολύτως αναφορά σε αυτούς που τα επιβάλουν και σε αυτούς που τα ψηφίζουν. Στα καλέσματα και στις συζητήσεις για την ενότητα της αριστεράς, αν δεν τα απορρίψουν από την αρχή, προσέρχονται και αποχωρούν αμέσως, με την ίδια ευκολία που κάτι αντίστοιχο και με τον ίδιο δογματισμό κάνει και το ΚΚΕ.
Για τη ΔΗΜ.ΑΡ. υπάρχει μόνο μία και ξεκάθαρη στρατηγική επιλογή. Να εκφράσει τον σκληρό πυρήνα του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ. Να κυβερνήσει με αυτόν, κόβοντας ταυτόχρονα κάθε δεσμό με την αριστερά. Μπορεί η ΔΗΜ.ΑΡ. να μην κατεβαίνει με συγκροτημένο μπλοκ ακόμα και στις πορείες για το Πολυτεχνείο, εύκολα όμως κάνει εκδηλώσεις με τον κ. Σημίτη και το οικονομικό του επιτελείο.
Με πολλές και διαφορετικές τακτικές επιχειρεί μία πολιτική κλωνοποίηση. Στη θεωρία των πολιτικών παιγνίων αυτές οι κινήσεις είναι κινήσεις υψηλού ρίσκου. Μπορεί εύκολα να οδηγήσει η ηγεσία της ΔΗΜ.ΑΡ. το κόμμα της στην επόμενη κυβέρνηση, υπό τον κ. Παπαδήμο, όπως ονειρεύεται η διαπλοκή, αλλά μπορεί και να οδηγήσει σε αδιέξοδο. Μπορεί να σε κάνει συμπαθή στα δελτία των 8 και φορέα υποδοχής ενός κόσμου που είναι πολιτικά άστεγος, αλλά μπορεί και να σε τοποθετήσει στο κάδρο των πολιτικά χρεωκοπημένων. Το μόνο σίγουρο είναι πως η υπερπροσπάθεια να γίνεις «κυβερνώσα» χωρίς πολιτικό λόγο και πρόγραμμα, μπορεί να σε οδηγήσει να μην είσαι πια αριστερά.
Πηγή Η ΑΥΓΗ