του Ευκλείδη Τσακαλώτου
Το 2002 ο Άλεξ Φέργκιουσον, ο προπονητής της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, πούλησε τον Γιάαπ Σταμ γιατί θεώρησε ότι τα καλύτερα χρόνια του μεγάλου Ολλανδού αμυντικού ήταν πίσω του. Αυτή την απόφαση, μας λένε οι Κρις Άντερσον και Ντέιβιντ Σάλι, στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο τους για την όλο και μεγαλύτερη χρησιμοποίηση των στατιστικών στοιχείων στον αθλητισμό (The Numbers Game, εκδόσεις Viking), την πήρε με βάση τις μειωμένες επεμβάσεις (τάκλιν) του παίκτη από χρόνο σε χρόνο. Αλλά δυστυχώς για τον σερ Άλεξ βασίστηκε σε λάθος στατιστικό στοιχείο - ο Σταμ συνέχισε με μεγάλη επιτυχία την καριέρα του στη Λάτσιο και στη Μίλαν: οι μεγάλοι αμυντικοί δεν χρειάζεται να κάνουν πολλά "κοψίματα", απλώς πρέπει να καλύπτουν τους χώρους με τέτοιον τρόπο ώστε να αποτρέπουν τους επιθετικούς.
Το φαινόμενο της κατάχρησης των στατιστικών στοιχείων επηρεάζει όχι μόνο τον αθλητισμό, αλλά σχεδόν όλες τις πτυχές της ζωής μας. Τον τελευταίο καιρό το μέγεθος του πρωτογενούς πλεονάσματος έχει αναδειχθεί ως σημαντικότατο μέγεθος, με σχεδόν μαγικές ιδιότητες για το μέλλον της χώρας μας. Δεν θα επιμείνω στα επιχειρήματα περί δημιουργικής λογιστικής που έχουν αναδειχθεί από πολλές πλευρές. Απλώς να επισημάνω ότι, με τον τρόπο που παρουσιάζει τα στοιχεία η κυβέρνηση, δεν έχουμε ούτε καλή εικόνα της στιγμής ούτε ικανοποιητική αίσθηση της δυναμικής των δημοσιονομικών μεγεθών - όταν η "επιτυχία" βασίζεται στη μείωση των δημόσιων επενδύσεων ή τη μη επιστροφή φόρων, τότε ξέρουμε ότι τα προβλήματα θα σκάσουν κάποτε στο μέλλον.
Παρά ταύτα, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, η κυβέρνηση στο τέλος του χρόνου μπορεί να παρουσιάσει ένα μικρό πλεόνασμα. Γνώμη μου είναι ότι το 2013 τα δημοσιονομικά της χώρας έπεσαν έξω σε σχέση με σημαντικούς στόχους, αλλά όχι σε τέτοιο σημείο που να μην μπαλώνονται αν υπάρχει η βούληση για πολιτική κάλυψη από τη μεριά των πιστωτών μας. Αποτελεί το παραπάνω οπισθοχώρηση από τη μεριά μας; Δεν νομίζω. Θα ήταν παράλογο να πιστεύει η Αριστερά ότι αν πάρεις ένα πακέτο 11 δισ. ευρώ, όπως πήρε η κυβέρνηση με το πολυνομοσχέδιο του περασμένου Νοέμβρη, τότε το πλεόνασμα, τουλάχιστον σε μια πρώτη φάση, δεν θα μπορούσε να βελτιωθεί. Εξάλλου, θα μπορούσε η κυβέρνηση να έχει ακόμα μεγαλύτερη "επιτυχία" σε αυτό τον τομέα, κλείνοντας ακόμη δέκα νοσοκομεία ή καμιά διακοσαριά σχολεία.
Η Αριστερά δεν είναι παράλογη. Αλλά ξέρει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα δεν είναι απλώς ένα στοιχείο, συγκροτεί μια ολόκληρη δέσμη επιχειρημάτων. Η κυβέρνηση φαίνεται να πιστεύει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί αναγκαίο, ίσως και επαρκή, όρο για να βγει η χώρα από την κρίση. Μόνο που το επίτευγμα του πλεονάσματος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκ των υστέρων για να δικαιολογήσει τις κοινωνικές επιπτώσεις από την επιλεγμένη στρατηγική. Ο λόγος θυσίας-οικονομικού αποτελέσματος ήταν, σε όλα τα χρόνια στην εποχή των Μνημονίων, εντελώς αρνητικός. Χώρια δε την ανάλυση τόσων οικονομολόγων, ακόμα και εντός της κυρίαρχης οικονομικής σκέψης, και τόσων μελετών και εκθέσεων, ότι ολόκληρος ο Νότος θα μπορούσε να φτάσει σε παρόμοια αποτελέσματα με πολύ πιο ήπια προγράμματα.
Ακόμα πιο σημαντικό ερώτημα από τα παραπάνω είναι αν το πρωτογενές πλεόνασμα θα πρέπει να αποτελεί άμεσο στόχο της οικονομικής πολιτικής. Ένας αριστερός οικονομολόγος μπορεί να ανησυχεί για την ύπαρξη ελλειμμάτων, αλλά να προτείνει, ιδιαίτερα στη μέση μιας μεγάλης ύφεσης, ότι θα διορθωθούν ως αποτέλεσμα μιας άλλης στρατηγικής παραγωγικής ανασυγκρότησης στην οικονομία και μεγάλων μεταρρυθμίσεων στο κράτος. Αντιμετωπίζοντας, δηλαδή, τις αιτίες και όχι τα συμπτώματα. Αλλιώς, κινδυνεύεις η όποια επιτυχία στο πλεόνασμα να είναι κοινωνικά καταστροφική και οικονομικά μη βιώσιμη.
Το πρόβλημα του σερ Άλεξ και του Γιάννη Στουρνάρα είναι κοινό. Δεν ήξεραν σε πια στατιστικά στοιχεία να βασιστούν ούτε πώς να τα ερμηνεύσουν.
πηγή ΑΥΓΗ
Το 2002 ο Άλεξ Φέργκιουσον, ο προπονητής της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, πούλησε τον Γιάαπ Σταμ γιατί θεώρησε ότι τα καλύτερα χρόνια του μεγάλου Ολλανδού αμυντικού ήταν πίσω του. Αυτή την απόφαση, μας λένε οι Κρις Άντερσον και Ντέιβιντ Σάλι, στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο τους για την όλο και μεγαλύτερη χρησιμοποίηση των στατιστικών στοιχείων στον αθλητισμό (The Numbers Game, εκδόσεις Viking), την πήρε με βάση τις μειωμένες επεμβάσεις (τάκλιν) του παίκτη από χρόνο σε χρόνο. Αλλά δυστυχώς για τον σερ Άλεξ βασίστηκε σε λάθος στατιστικό στοιχείο - ο Σταμ συνέχισε με μεγάλη επιτυχία την καριέρα του στη Λάτσιο και στη Μίλαν: οι μεγάλοι αμυντικοί δεν χρειάζεται να κάνουν πολλά "κοψίματα", απλώς πρέπει να καλύπτουν τους χώρους με τέτοιον τρόπο ώστε να αποτρέπουν τους επιθετικούς.
Το φαινόμενο της κατάχρησης των στατιστικών στοιχείων επηρεάζει όχι μόνο τον αθλητισμό, αλλά σχεδόν όλες τις πτυχές της ζωής μας. Τον τελευταίο καιρό το μέγεθος του πρωτογενούς πλεονάσματος έχει αναδειχθεί ως σημαντικότατο μέγεθος, με σχεδόν μαγικές ιδιότητες για το μέλλον της χώρας μας. Δεν θα επιμείνω στα επιχειρήματα περί δημιουργικής λογιστικής που έχουν αναδειχθεί από πολλές πλευρές. Απλώς να επισημάνω ότι, με τον τρόπο που παρουσιάζει τα στοιχεία η κυβέρνηση, δεν έχουμε ούτε καλή εικόνα της στιγμής ούτε ικανοποιητική αίσθηση της δυναμικής των δημοσιονομικών μεγεθών - όταν η "επιτυχία" βασίζεται στη μείωση των δημόσιων επενδύσεων ή τη μη επιστροφή φόρων, τότε ξέρουμε ότι τα προβλήματα θα σκάσουν κάποτε στο μέλλον.
Παρά ταύτα, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, η κυβέρνηση στο τέλος του χρόνου μπορεί να παρουσιάσει ένα μικρό πλεόνασμα. Γνώμη μου είναι ότι το 2013 τα δημοσιονομικά της χώρας έπεσαν έξω σε σχέση με σημαντικούς στόχους, αλλά όχι σε τέτοιο σημείο που να μην μπαλώνονται αν υπάρχει η βούληση για πολιτική κάλυψη από τη μεριά των πιστωτών μας. Αποτελεί το παραπάνω οπισθοχώρηση από τη μεριά μας; Δεν νομίζω. Θα ήταν παράλογο να πιστεύει η Αριστερά ότι αν πάρεις ένα πακέτο 11 δισ. ευρώ, όπως πήρε η κυβέρνηση με το πολυνομοσχέδιο του περασμένου Νοέμβρη, τότε το πλεόνασμα, τουλάχιστον σε μια πρώτη φάση, δεν θα μπορούσε να βελτιωθεί. Εξάλλου, θα μπορούσε η κυβέρνηση να έχει ακόμα μεγαλύτερη "επιτυχία" σε αυτό τον τομέα, κλείνοντας ακόμη δέκα νοσοκομεία ή καμιά διακοσαριά σχολεία.
Η Αριστερά δεν είναι παράλογη. Αλλά ξέρει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα δεν είναι απλώς ένα στοιχείο, συγκροτεί μια ολόκληρη δέσμη επιχειρημάτων. Η κυβέρνηση φαίνεται να πιστεύει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί αναγκαίο, ίσως και επαρκή, όρο για να βγει η χώρα από την κρίση. Μόνο που το επίτευγμα του πλεονάσματος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκ των υστέρων για να δικαιολογήσει τις κοινωνικές επιπτώσεις από την επιλεγμένη στρατηγική. Ο λόγος θυσίας-οικονομικού αποτελέσματος ήταν, σε όλα τα χρόνια στην εποχή των Μνημονίων, εντελώς αρνητικός. Χώρια δε την ανάλυση τόσων οικονομολόγων, ακόμα και εντός της κυρίαρχης οικονομικής σκέψης, και τόσων μελετών και εκθέσεων, ότι ολόκληρος ο Νότος θα μπορούσε να φτάσει σε παρόμοια αποτελέσματα με πολύ πιο ήπια προγράμματα.
Ακόμα πιο σημαντικό ερώτημα από τα παραπάνω είναι αν το πρωτογενές πλεόνασμα θα πρέπει να αποτελεί άμεσο στόχο της οικονομικής πολιτικής. Ένας αριστερός οικονομολόγος μπορεί να ανησυχεί για την ύπαρξη ελλειμμάτων, αλλά να προτείνει, ιδιαίτερα στη μέση μιας μεγάλης ύφεσης, ότι θα διορθωθούν ως αποτέλεσμα μιας άλλης στρατηγικής παραγωγικής ανασυγκρότησης στην οικονομία και μεγάλων μεταρρυθμίσεων στο κράτος. Αντιμετωπίζοντας, δηλαδή, τις αιτίες και όχι τα συμπτώματα. Αλλιώς, κινδυνεύεις η όποια επιτυχία στο πλεόνασμα να είναι κοινωνικά καταστροφική και οικονομικά μη βιώσιμη.
Το πρόβλημα του σερ Άλεξ και του Γιάννη Στουρνάρα είναι κοινό. Δεν ήξεραν σε πια στατιστικά στοιχεία να βασιστούν ούτε πώς να τα ερμηνεύσουν.
πηγή ΑΥΓΗ