ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Τρίτη 7 Αυγούστου 2012

http://www.alterthess.gr

Του Γιάννη Γκλαρνέτατζη
«Ένας αγγελιοφόρος έφτασε εκ μέρους του αυτοκράτορα των Ρωμαίων, του ευσεβούς βασιλιά Λέοντα [Στ΄ του Σοφού]. Μας ανακοίνωσε την επίθεση των βαρβάρων, και εννοώ τους καταραμένους Σαρακηνούς. Μας έδινε τη διαταγή να εξοπλιστούμε το ταχύτερο δυνατόν και να προετοιμαστούμε για πόλεμο. Μας έλεγε ακόμη πως έφτασαν σε εκείνον κάποιοι που λιποτάκτησαν από τους βαρβάρους και πληροφόρησαν τον αυτοκράτορα για την απόφασή τους: οι βάρβαροι επρόκειτο να επιτεθούν με όλη τους τη δύναμη εναντίον της πόλης μας, γιατί είχαν μάθει από κάποιους αιχμαλώτους ότι ήταν ατείχιστη από την πλευρά της θάλασσας και ότι θα μπορούσε εύκολα να αλωθεί με μια ναυτική επίθεση […]
Έφτασε κάποιος για να μας ανακοινώσει ότι τα πλοία των βαρβάρων πλησίαζαν ήδη στον αυχένα του Εκβόλου [Καραμπουρνού], που προαναφέραμε. Ήταν τα χαράματα της Κυριακής 29 Ιουλίου του 6412 [904]. […]

Αυτός ο αγριάνθρωπος, αυτός ο αποστάτης, ο Λέων [ο Τριπολίτης], διέτρεξε με το πλοίο του την παραλία κατά μήκος του θαλάσσιου τείχους για να το εξετάσει και να σχεδιάσει με το εγκληματικό του μυαλό πού έπρεπε να κάνει την επίθεσή του […]
Πήραν λοιπόν αυτή την απόφαση στην αρχή της νύχτας και έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιό τους, που ήταν ταυτόχρονα πολύμορφο και σύνθετο. άναψαν παντού φωτιές και έζευξαν τα πλοία τους ανά δύο, το ένα δίπλα στο άλλο. Έδεσαν σταθερά τα πλάγια των πλοίων με δυνατά παλαμάρια και σιδερένιες αλυσίδες για να μην μπορούν να χωριστούν εύκολα και με τα ξάρτια που είναι πάνω από την πλώρη ύψωσαν τα ξύλα που βρίσκονται στη μέση, αυτά που οι ναυτικοί αποκαλούν κατάρτια […] Έδεσαν τις άκρες των πηδαλίων που βρίσκονταν προς την πλώρη με πολύ δυνατά δεσίματα και κατασκεύασαν με τη βοήθεια αυτού του τεχνάσματος πύργους πιο λειτουργικούς από αυτούς που βρίσκονται πάνω στα τείχη της ξηράς. Σε αυτούς τους πύργους τοποθέτησαν οπλισμένους άνδρες, ξεχωριστούς για τη φυσική τους δύναμη και τον παράτολμο χαρακτήρα τους […]
Και να, λοιπόν, τα πλοία, με όλη την αρματωσιά τους, πήραν θέση μάχης και επιτέθηκαν σε διάφορα σημεία του τείχους, παρέχοντας σε όλους ένα θέαμα πρωτοφανές και παράξενο. Κάθε ζεύγος πλοίων έφερε πάνω την έξυπνη εκείνη κατασκευή από ξύλινους πύργους που υψωνόταν πολύ πάνω από το τείχος […] Όταν λοιπόν εκείνοι είδαν ότι σε κάποια σημεία το τείχος ήταν σε άσχημη κατάσταση, εκεί όπου είχαμε κατασκευάσει ξύλινα φράγματα, και ότι τα νερά της θάλασσας στο σημείο εκείνο ήταν πιο βαθιά, κατηύθυναν ένα ζεύγος πλοίων δεμένων μαζί, οδηγώντας το αργά με τα κουπιά, ώσπου το έφτασαν και το άγγιξαν με την πλώρη των πλοίων τους. Έπειτα, καθώς οι υπερασπιστές που βρίσκονταν στο ξύλινο φράγμα προσπαθούσαν να τους ρίξουν πέτρες, οι βάρβαροι που βρίσκονταν στους πύργους που αναφέραμε, έβγαλαν μια δυνατή και άγρια πολεμική κραυγή και έριξαν πέτρες πολύ πιο μεγάλες από εκείνες που χωρά η παλάμη. Κανείς δεν μπορούσε να αντισταθεί σε αυτές τις ρίψεις. Έριχναν επίσης φωτιά στον αέρα με σιφόνια και εξακόντιζαν στην εσωτερική πλευρά του τείχους σκεύη που περιείχαν επίσης φωτιά. Εξέπληξαν έτσι και τρομοκράτησαν πολύ όσους βρίσκονταν στο τείχος. Πήδηξαν λοιπόν κάτω με όλη τους την ταχύτητα και έτρεξαν να σωθούν αφήνοντας άδειο το διάδρομο που περιέτρεχε το τείχος».
Ιωάννη του Καμινιάτη, κληρικού και κουβουκλεισίου, Για την άλωση της Θεσσαλονίκης στο Χρονικά των αλώσεων της Θεσσαλονίκης, μτφρ. Χάρης Μέσσης, εισ.-σχόλ. Paolo Odorico, Άγρα, Αθήνα 2009.

Popular Posts

Blog Archive

Download

Translate

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Αναζήτηση του ιστολογίου

Copyright © ΦΡΥΚΤΩΡΙΑ | Powered by Blogger
Design by Dizzain Inc | Blogger Theme by Lasantha - PremiumBloggerTemplates.com