ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Κυριακή 13 Μαΐου 2012

ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗ*

 Η βαθιά κρίση της ελληνικής Δεξιάς

Στις εκλογές καταγράφηκε η πολιτική πολυδιάσπαση της ευρύτερης Δεξιάς, αλλά κυρίως η πολυδιάσπαση του «αστικού κοινωνικού μπλοκ» ως προς τα κόμματα τα οποία υποστηρίζει. Σε πολιτικό - ιδεολογικό επίπεδο η ελληνική Δεξιά βρίσκεται σήμερα διασπασμένη σε τέσσερα τουλάχιστον «κόμματα», απολύτως αποκλίνοντα μεταξύ τους: την αμφίσημη μεταξύ νεοφιλελευθερισμού και λαϊκής Δεξιάς Ν.Δ., τον αμιγώς νεοφιλελεύθερο πόλο (ΔΗΣΥ, Δράση, Δημιουργία Ξανά), τον εκφραστή της παραδοσιακής λαϊκής (αντιμνημονιακής) Δεξιάς, το κόμμα Ανεξάρτητοι Έλληνες και, τέλος, την ανοικτά φασιστική ακροδεξιά της Χρυσής Αυγής. Υπάρχει βεβαίως και ο ΛΑΟΣ, μόρφωμα που προσπάθησε να αλιεύσει ταυτόχρονα και από τα τέσσερα παραπάνω ρεύματα, γεγονός που τον αποσυγκρότησε ιδεολογικά και τον οδήγησε εκτός Κοινοβουλίου.


Σε επίπεδο πολιτικής αντιπροσώπευσης η ψήφος της 6ης Μαΐου κατέδειξε μια πρωτοφανή διάλυση όλων των συντεταγμένων της κλασικής «αστικής ψήφου». Μεσοαστικά και παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα που επλήγησαν από την οικονομική και κοινωνική κρίση μετακινήθηκαν από τον κατεξοχήν εκπρόσωπό τους που ήταν η Ν.Δ. προς όλες τις δυνατές εκλογικές διαφυγές που είχαν, ακόμη και προς κόμματα της Αριστεράς. Ενδεικτικά, το ποσοστό της Ν.Δ. στην παραδοσιακή μικροαστική τάξη της μικρής και μεσαίας ιδιοκτησίας (εμπόριο, βιοτεχνία) έφτασε μόλις το 9,6%, ενώ οι Ανεξάρτητοι Ελληνες κατέγραψαν 13% και η Χρυσή Αυγή αναδείχτηκε πρώτο κόμμα με ποσοστό 19.2%. Ακόμα και στις ανώτερες επιχειρηματικές και εργοδοτικές τάξεις η Ν.Δ. κατέγραψε ένα ισχνό ποσοστό (10%), πρωτοφανές για την κοινωνική εκλογική ιστορία τού κατεξοχήν αστικού κόμματος της χώρας.
Η μοναδική κοινωνική κατηγορία που παρέμεινε (σχετικώς) πιστή στο κόμμα της Ν.Δ. ήταν οι (αυτοαπασχολούμενοι) αγρότες (26,2%).
Τα δεδομένα της ψήφου δείχνουν μια πρωτοφανή κρίση της ελληνικής Δεξιάς και Κεντροδεξιάς. Η κρίση είναι ταυτόχρονα κρίση ηγεσίας, κρίση στρατηγικού προσανατολισμού, κρίση αντιπροσώπευσης. Η «φωτογραφία» των εκλογών έδειξε έναν βαριά ασθενή οργανισμό. Οι ανακατατάξεις είναι σχεδόν σίγουρο ότι, υπό αυτές τις συνθήκες, θα συνεχιστούν, με πιθανότερο θύμα τη σημερινή Ν.Δ. και τον αμιγώς νεοφιλελεύθερο πόλο.

Η διάλυση του μεταπολιτευτικού ΠΑΣΟΚ

Όπως ήταν απολύτως αναμενόμενο και προβλεπόμενο, το ΠΑΣΟΚ υπέστη μια απίστευτης έντασης εκλογική ήττα. Η απώλεια περίπου 2.200.000 ψήφων μέσα σε δυόμισι χρόνια αποτελεί μια πρωτοφανή τρομακτική εκλογική μετατόπιση. Το ΠΑΣΟΚ απώλεσε όλα τα κοινωνικά του ερείσματα. Στους μισθωτούς του δημοσίου τομέα (παραδοσιακή εκλογική δεξαμενή γι' αυτό) κατάφερε να καταγράψει ποσοστό 10,6%. Στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα το ποσοστό του συρρικνώθηκε στο 7,7%. Στη μάζα των ανέργων που έχασε την εργασία της τα τελευταία χρόνια το ποσοστό του έφτασε το 4,1%. Στον χώρο των μικρομεσαίων επαγγελματιών, εμπόρων και βιοτεχνών το ποσοστό του έφτασε το 6,8%. Επιπλέον το ΠΑΣΟΚ υπέστη μια συντριπτική ήττα σε όλες τις εργατικές - λαϊκές περιοχές της χώρας και κυρίως του Λεκανοπεδίου, ευρισκόμενο σε πολλές περιπτώσεις στην πέμπτη θέση. Ακόμα και εκεί όπου τα ποσοστά του είναι ανεκτά (π.χ. αγρότες 23,1%, συνταξιούχοι Δημοσίου 25%, συνταξιούχοι ιδιωτικού τομέα 20,8%), η μείωση φτάνει και ξεπερνάει το 50% της προηγούμενης επιρροής.
Το ΠΑΣΟΚ σήμερα είναι ένα κόμμα «ηλικιακά» ξεπερασμένο. Στην κατηγορία 18-24 ετών κατέγραψε ποσοστό 2,6% (!!), ήταν σε μονοψήφιο ποσοστό σε όλες τις ηλικιακές ομάδες έως 54 ετών (δηλαδή στον πυρήνα των παραγωγικών ηλικιών), ενώ κατέκτησε το 23,1% στην ομάδα των 65+, όντας και εδώ σημαντικά συρρικνωμένο. Η γεωγραφία -και πολύ περισσότερο η δυναμική της ψήφου του- δείχνει ένα κόμμα που απέρχεται από τον πολιτικό χάρτη. Με φθαρμένο πολιτικό προσωπικό, χωρίς πυξίδα στρατηγικής τοποθέτησης στο κομματικό σύστημα, με φθίνον εκλογικό σώμα, βρίσκεται ένα βήμα πριν από την οριστική συρρίκνωση, ακολουθώντας την πορεία του μεταδικτατορικού Κέντρου (ΕΔΗΚ).

Ο χώρος της Αριστεράς

Οι εκλογές της Κυριακής αποτέλεσαν ένα ορόσημο για το εκλογικό ποσοστό της ελληνικής Αριστεράς. Το άθροισμα των τριών κυριότερων μορφωμάτων (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ) (26,4%) ξεπέρασε για πρώτη φορά από το 1958 το φράγμα του 25%, το οποίο αποτελούσε και το όριο της εκλογικής επιρροής της Αριστεράς μετεμφυλιακά. Αν σε αυτό προστεθεί και τουλάχιστον ένα τμήμα της ΔΗΜ.ΑΡ. και των Οικολόγων Πρασίνων το ποσοστό ξεπερνά πιθανώς το 30%, γεγονός που αποτελεί τομή στην εκλογική ιστορία της χώρας.
Το σημαντικότερο ωστόσο γεγονός της 6ης Μαΐου είναι ότι από τα εκλογικά αποτελέσματα προκύπτει πως η δυναμική του ποσοστού αυτού είναι σαφώς ανοδική. Ενδεικτικά στην ηλικιακή ομάδα 45-54 ετών το άθροισμα ΣΥΡΙΖΑ - ΚΚΕ έφτασε το 35,2% (25,1% για τον ΣΥΡΙΖΑ και 10,1% για το ΚΚΕ). Η ίδια εικόνα προκύπτει σε όλες τις ηλικιακές ομάδες πλην αυτής των 65+, όπου έφτασε μόλις το 16%.
Οι εκλογές του Μαΐου κατέδειξαν επίσης μια νέα ταξικότητα της ψήφου, αποκαθιστώντας την «κλασική» σχέση μεταξύ μισθωτής εργασίας και κομμάτων της Αριστεράς. Πάλι ενδεικτικά θα αναφέρουμε ότι στο σύνολο των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα το άθροισμα ΣΥΡΙΖΑ - ΚΚΕ έφτασε το 30%, ενώ στις χαμηλότερες βαθμίδες της κατηγορίας αυτής (τις πιο «εργατικές» δηλαδή) ξεπέρασε το 45%. Αντίστοιχα, στο σύνολο των μισθωτών του δημοσίου τομέα, το άθροισμα ΣΥΡΙΖΑ - ΚΚΕ έφτασε το 34%, ενώ στις χαμηλότερες βαθμίδες ξεπέρασε το 52%. Μαζί δε με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ αγγίζεται ένα ποσοστό 55%.
Η άνοδος αυτή, που κυρίως οφείλεται στον ΣΥΡΙΖΑ, παρατηρήθηκε σε όλες τις εργατικές - λαϊκές συνοικίες της χώρας και ιδίως του Λεκανοπεδίου. Ωστόσο δεν πρέπει να υποτιμηθεί το γεγονός ότι η τεράστια οικονομική κρίση που διέρχεται η χώρα έχει ανατρέψει συνολικά όλες τις παλαιές δομές της εκλογικής αντιπροσώπευσης. Χαρακτηριστικά, στην επαγγελματική κατηγορία των αυτοαπασχολούμενων αγροτών, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε ένα πρωτοφανές γι' αυτόν 21,5%, ποσοστό που τον έφερε σχεδόν ισοδύναμο με ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.
Είναι προφανές ότι από πλευράς κοινωνικών μετατοπίσεων η χώρα βρίσκεται σε ένα είδος «επαναστατικής κατάστασης». Οι τάσεις που περιγράφηκαν παραπάνω το πιθανότερο είναι ότι θα εξελιχθούν περαιτέρω. Ο επόμενες εκλογές συνεπώς (όποτε κι αν γίνουν) θα είναι εκλογές ολοκλήρωσης των δυναμικών που καταγράφηκαν στις 6 Μαΐου. Τηρουμένων των εκλογικο-κοινωνικών αναλογιών, θα λέγαμε καθ' υπερβολήν ότι οι εκλογές της Κυριακής ήταν οι αντίστοιχες του 1977 και οι επόμενες θα είναι αυτές του 1981. Αρκεί βεβαίως οι πρωταγωνιστές να αρθούν στο ύψος των ιστορικών περιστάσεων.


*Ο Χριστόφορος Βερναρδάκης είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης ΑΠΘ, επιστημονικός σύμβουλος της VPRC

Popular Posts

Blog Archive

Download

Translate

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Αναζήτηση του ιστολογίου

Copyright © ΦΡΥΚΤΩΡΙΑ | Powered by Blogger
Design by Dizzain Inc | Blogger Theme by Lasantha - PremiumBloggerTemplates.com