ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

Του Γαβριήλ Σακελλαρίδη, Οικονομολόγου, μέλους της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ

Σε μία χώρα που ετοιμάζεται να υποδεχτεί το έκτο, συναπτό έτος σε βαθιά ύφεση, που έχει απολέσει το 25% σχεδόν του παραγόμενου πλούτου και σχεδόν το ένα τρίτο του ενεργού πληθυσμού θα είναι άνεργο στο τέλος του 2013, η ανάπτυξη πρέπει να θεωρείται πολύ σοβαρή υπόθεση. Ήδη ο κ. Σαμαράς προσπαθώντας να υποσχεθεί ότι μπροστά μας βρίσκονται καλύτερες μέρες, σε συνεργασία με τον κ. Χατζηδάκη, βλέπουν σημάδια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Το πρόβλημα είναι ότι τα βλέπουν μόνο αυτοί, ενώ η υπόλοιπη κοινωνία χειμάζεται υπό το βάρος της όλο και διογκούμενης ύφεσης.

Η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά στην ουσία υπόσχεται ότι θα έρθουν «καλύτερες μέρες» και θα επιτευχθεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μέσω δύο πολιτικών. Η πρώτη είναι η λεγόμενη πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, δηλαδή μέσω της συρρίκνωσης των μισθών, των εργοδοτικών εισφορών αλλά και την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, η οποία συμπαρασύρει κάθε έννοια εργασιακής προστασίας που έχει κατακτηθεί κατά τον 20ο αιώνα. Η πολιτική αυτή αποβλέπει στη συρρίκνωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος κατά 15% την τριετία 2012-2014, και σύμφωνα με την Ενδιάμεση Νομισματική Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος ο στόχος αυτός θα υπερκεραστεί και θα φτάσει το 16%. Η μετατροπή της Ελλάδας σε ένα πάρκο αναψυχής για το κεφάλαιο είναι στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης Σαμαρά. Όμως για να το πετύχει αυτό, πρέπει να διαμορφώσει συνθήκες «Κίνας» για τους εργαζόμενους στην χώρα.

Η δεύτερη προτεραιότητα της κυβέρνησης για την ανάπτυξη είναι οι ιδιωτικοποιήσεις κερδοφόρων δημοσίων επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τις εξαγγελίες, αυτές θα προσελκύσουν ξένα κεφάλαια, θα αυξήσουν τις επενδύσεις και θα δημιουργήσουν περισσότερες θέσεις εργασίας. Το ξεπούλημα των επιχειρήσεων νερού, του ΟΠΑΠ, της ΛΑΡΚΟ και της ΔΕΗ εντάσσονται σε αυτή τη στρατηγική.

Οι παραπάνω δύο άξονες της κυβέρνησης Σαμαρά για την ανάπτυξη είναι καταδικασμένοι να αποτύχουν. Η «κινεζοποίηση» της ελληνικής οικονομίας αποσκοπεί στην μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγών. Ποιος μπορεί όμως να επενδύσει στην «ανάπτυξη μέσω εξαγωγών» όταν η παγκόσμια ζήτηση για εισαγωγές συρρικνώνεται λόγω της ύφεσης; Και ακόμη, ποιος μπορεί να πάρει σοβαρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομία, όταν πλέον όλοι παραδέχονται ότι η ανταγωνιστικότητα εξαρτάται όχι μόνο από τους μισθούς, αλλά από την έρευνα και την τεχνολογία, το ανθρώπινο κεφάλαιο, την κοινωνική συνοχή και μία σειρά από άλλους ποιοτικούς παράγοντες; Όμως ακόμη κι αν η κυβέρνηση ενδιαφέρεται να γίνουν τα ελληνικά προϊόντα φθηνότερα σε σχέση με ξένα, γιατί εστιάζει αποκλειστικά στο κόστος εργασίας, αφού η τιμή τους επηρεάζεται και από τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων, που ακόμη και σήμερα στην Ελλάδα παρουσιάζουν αύξηση;

Όμως και οι ιδιωτικοποιήσεις από την άλλη, δεν πρόκειται να συνεισφέρουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά αντιθέτως η πιο συνηθισμένη πρακτική που ακολουθεί μία ιδιωτικοποίηση είναι οι απολύσεις. Το μόνο που θα πετύχει το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας είναι η αναδιανομή του οφέλους από την εκμετάλλευση επικερδών δραστηριοτήτων από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα.

Σε κάθε περίπτωση όμως, η στρατηγική της κυβέρνησης να δημιουργήσει συνθήκες ανάπτυξης προσκρούει, όχι μόνο στην αδυναμία της εσωτερικής υποτίμησης και των ιδιωτικοποιήσεων ως προς αυτό, αλλά και σε έναν επιπλέον παράγοντα: την αδυναμία της να επιλύσει, από κοινού με την τρόικα, το ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Όσο και αν η κυβέρνηση εξαγοράζει χρόνο, όσο κι αν αντιμετωπίζει το ζήτημα αυτό με παυσίπονα, η κοινή πεποίθηση, ότι υπό αυτές τις πολιτικές το δημόσιο χρέος θα συνεχίσει να καλπάζει, δεν αφήνει περιθώρια για νέες επενδύσεις. Ποιος άλλωστε θα επένδυε σε μία χώρα, που γνωρίζει ότι έχει ένα δημόσιο χρέος που δεν μπορεί να αποπληρωθεί και αυτό το γεγονός θα μπορούσε να προκαλέσει αλυσιδωτές συνέπειες; Επομένως, το ζήτημα της αντιμετώπισης του δημόσιου χρέους με όρους σοβαρούς και ρεαλιστικούς συνδέεται άμεσα και με το ζήτημα της ανάπτυξης.

Την ίδια στιγμή η ανυπαρξία θεσμών σχεδιασμού και εφαρμογής ενός ολοκληρωμένου μοντέλου παραγωγικής ανασυγκρότησης, η απουσία τραπεζών ειδικού σκοπού που θα χρηματοδοτούν αυτό το παραγωγικό μοντέλο καθώς και η αντιμετώπιση της εργασίας ως ένα επιπλέον «κόστος» στην παραγωγική διαδικασία, και όχι ως ένα «ενεργητικό» που πρέπει να αναβαθμίζεται και να προστατεύεται, συντείνουν στο συμπέρασμα ότι οι «καλύτερες μέρες» αργούν βασανιστικά. Και η «ανάπτυξη» είναι πολύ σημαντική υπόθεση για να αφεθεί στον κ. Σαμαρά και την παρέα του.


Πηγή: 6 Μέρες

Popular Posts

Blog Archive

Download

Translate

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

ένα φως που δεν σβήνει ποτέ

Αναζήτηση του ιστολογίου

Copyright © ΦΡΥΚΤΩΡΙΑ | Powered by Blogger
Design by Dizzain Inc | Blogger Theme by Lasantha - PremiumBloggerTemplates.com