Του Γιάννη Γκλαρνέτατζη
Η διακύμανση του συναλλάγματος μέσα σε λίγες μόνο ημέρες φαίνεται στον παρακάτω πίνακα:
Πίνακας 1
Τιμές λίρας, δολαρίου, φράγκου και λιρέτας 31.7 – 3.8.1923[2]
|
31.7 |
1.8 |
2.8 |
3.8 |
||||
|
Θ. |
Α. |
Θ. |
Α. |
Θ. |
Α. |
Θ. |
Α. |
Λίρα |
254 |
262 |
268 |
281 |
297 |
304 |
270 |
282 |
Δολλάριον |
57 |
57 |
58,5 |
62 |
65 |
66,45 |
58,8 |
60 |
Φράγκον |
3,35 |
3,36 |
3,45 |
3,70 |
3,75 |
3,82 |
3,4 |
3,55 |
Λιρέττα |
2,45 |
2,50 |
2,58 |
2,65 |
2,85 |
2,87 |
2,5 |
2,71 |
Οι ισοτιμίες ήταν διαφορετικές μεταξύ Θεσσαλονίκης και Αθήνα, με τις τιμές του συναλλάγματος στην πρωτεύουσα να είναι πιο υψηλές. Όπως βλέπουμε η τιμή της λίρας Αγγλίας αυξήθηκε κατά 16-17% εντός δύο μόλις ημερών. Το μόνο νόμισμα που δεν σημείωνε καμία διακύμανση ήταν το «κακόμοιρο» το μάρκο, καθώς και η Γερμανία αντιμετώπιζε τότε έντονο πληθωρισμό.[3]
Η κατάσταση αυτή προκάλεσε απόγνωση στον εμπορικό και επαγγελματικό κόσμο. «Απηχούντες γνώμην 26 επαγγελματικών οργανώσεων συνελθουσών εν εκτάκτω Γενική Συνελεύσει, εξαιτούμεθα άμεσον και αμείλικτον επέμβασιν της Επαναστατικής πυγμής προς πάταξιν λαοκτόνων κερδοσκόπων και πρόληψιν δευτέρας συμφοράς επαγγελματικού κόσμου διατασσομένης Εθνικής Τραπέζης επέβη ενεργώς προς αναστήλωσιν δραχμής, αφού άλλως τα, ως μη ώφειλε, συνετέλεσεν εις την πτώσιν αυτής διά δανείου 40 εκατομμυρίων προς αντεθνικούς χρηματιστάς», αναφέρει τηλεγράφημα του Συνδέσμου Συντεχνιών Σωματείων Θεσσαλονίκης (υπογραφές: Προεδρεύων Ν. Ασκεπίδης, Γραμματεύς: Ιω. Βαρδουλάκης).[4]
Αν όμως ο επαγγελματοβιοτεχνικός κόσμος κινδύνευε, ο εργατοπροσφυγικός πεινούσε ήδη πριν τη συναλλαγματική κρίση. «Η διεύθυνσις Επισιτισμού κατόπιν διαταγής προβαίνει εις επίταξιν 100 τόννων αλεύρων Αυστραλιανών διά τας ανάγκας της πόλεως», διαβάζουμε στις εφημερίδες.[5] Αυτό το αλεύρι, μάλλον, προορίζονταν για την κατασκευή ψωμιού για τους πρόσφυγες που έπαιρναν με δελτίο 100 δράμια ψωμί την ημέρα.[6] Αν βέβαια έβρισκαν, καθώς «οι αρτοποιοί ισχυρίζονται ότι η έλλειψις άρτου οφείλεται εις την μη χορήγησιν αλεύρων. Η υπηρεσία Επισιτισμού ανακοινοί ότι άλευρα εχορηγήθησαν πλέον των απαιτουμένων και η έλλειψις άρτου οφείλεται εις την κακήν θέλησιν των αρτοποιών. Εν τω μεταξύ όμως ο κοσμάκης υποφέρει και αναγκάζεται να μένη ολοκλήρους ώρας προ των φούρνων διαπληκτιζόμενος όπως προμηθευθή ένα κομμάτι ψωμί».[7] Ενίοτε, βέβαια, ο κίνδυνος ήταν να βρεθεί αυτό το ρημάδι «κομμάτι ψωμί»! «Εις των εγκρίτων εμπόρων της αγοράς μας, διά μακράς επιστολής του εκφράζει την έκπληξίν του πως επετράπη να δοθούν εις την κατανάλωσιν άλευρα κηρυχθέντα ακατάλληλα προς βρώσιν»,[8] ενώ ο Φουντανόπουλος συμπληρώνει πως «πολλές ήταν οι φορές που ο προσφυγικός άρτος βρέθηκε ακατάλληλος για κατανάλωση».[9]
Οι στρατιωτικοί, που κυβερνούσαν μετά το κίνημα του ’22, προέβαιναν σε συλλήψεις κάποιων χρηματιστών για «πράξεις επί του συναλλάγματος κατά παράβασιν του σχετικού Νόμου»,[10] ενώ προσπαθούσαν και να αποτρέψουν τις λαϊκές διαμαρτυρίες. «Ο κ. Πλαστήρας εξέδωκε διαταγήν δι’ ης εντέλλεται την απαγόρευσιν λαϊκών συγκεντρώσεων και την διάλυσιν αυτών διά της βίας. Η Επανάστασις είπεν δεν δέχεται εκνόμους ενεργείας».[11] Μάταια, όμως. «Ο κόσμος εξηγέρθη χθες, κατόπιν προκλήσεως αηδούς υπό των χρηματιστών, και επετέθη κατ’ αυτών. […] Μετά τας Αθήνας ο Βόλος και μετ’ αυτόν η Θεσσαλονίκη επεζήτησαν βία να διακόψουν τας εργασίας των κυβιστών και να σταματήσουν την αδικαιολόγητον ανατίμησιν του ξένου συναλλάγματος. Και χθες μεν προελήφθη το σπάσιμον μερικών κακών κεφαλών και η κατασύντριψις των γραφείων από τα οποία αναπηδά η άτιμος και αντεθνική υπερτίμησις. Κανείς όμως δεν δύναται να εγγυηθή τι θα συμβή αύριον», γράφει η «Μακεδονία» στις 2.8 σε πρωτοσέλιδο άρθρο της με τον τίτλο: «Να κυνηγηθούν αμείλικτα οι κυβισταί και να κληθούν προς της δικαιοσύνης». Και το μακροσκελές δίστηλο συνεχίζει με παραινέσεις προς την κυβέρνηση για την καταδίωξη «της κυβείας και της υπαγωγής των αγοραπωλησιών συναλλάγματος εις ανεγνωρισμένα τραπεζιτικά ιδρύματα», την πλήρη κατάργηση «των επί προθεσμία κυρίως πωλήσεων, αίτινες ουδένα λόγον έχουν πλην της ευκόλου και άνευ ουδενός απολύτως κεφαλαίου μεταμορφώσεως ενίων αέργων εις εκατομμυριούχους» και ζητά περισσότερο κρατικό παρεμβατισμό επειδή «αλλοίμονον όμως αν το Κράτος την ρύθμισιν αυτής [της δραχμής] αφήση εις τα οδούς και παρόδους της οδού Σοφοκλέους […] Εις τους δρόμους δεν υπάρχουν μόνον πωληταί συναλλάγματος, αλλά και πολίται, των οποίων αρκετά εδοκιμάσθη έως τώρα η υπομονή».[12] Η «κυβεία», τώρα, και οι «κυβισταί» μπορεί να παραπέμπουν σε μοντέρνα τέχνη, αλλά χρειάζεται μονάχα λίγη φαντασία για να σκεφθούμε ότι το ζάρι είναι κύβος οπότε η εφημερίδα αναφέρεται σε τζογαδόρους που κάνουν αγοραπωλησίες προσδοκιών, κάτι μάλλον εύκολα κατανοητό (αλλά δύσκολα αντιμετωπίσιμο) στις μέρες μας.
Την επόμενη ημέρα τα πράγματα αγρίεψαν περισσότερο. «Οι εργάται και αι εργάτριαι», λοιπόν, σύμφωνα με τη «Μακεδονία», «συγκεντρωθέντες εις το Εργατικόν Κέντρον περί την 6ην ώραν εξεκίνησαν κατευθυνόμεναι εις τον τόπον της χρηματαγοράς, προηγουμένων των εργατριών εν οις και δύο Μουσουλμανίδες. Λόγω του χθεσινού επεισοδίου οι χρηματισταί δεν συνεκεντρώθησαν εις τον συνήθη τόπον σήμερον καθ’ όλην την ημέραν ίνα διενεργήσουν πράξεις επί του συναλλάγματος, αλλά περιωρίσθησαν εις πράξεις εντός των γραφείων των. Ως εκ τούτου η διαδήλωσις των εργατών εστράφη κατά των χρηματιστηριακών γραφείων, των ευρισκομένων εις την οδόν Τραπέζης. Παρατυχόντες χρηματισταί εδάρησαν ανηλεώς. Η ολίγη δύναμις της Χωροφυλακής μη δυναμένη να τους αναχαιτίση συμπαρεσύρθη μετ’ αυτών. Οι διαδηλωταί φθάσαντες εις το Passage όπου η Τράπεζα Αμάρ ήρχισαν θραύοντες τας υέλους όλων των εν τη στοά ευρισκομένων καταστημάτων, όσα δεν επρόλαβαν να κλείσουν. Επί αρκετόν διάστημα παρέμειναν οι διαδηλωταί εν τη στοά φωνάζοντες και απειλούντες ότι θα ρίψουν βόμβας εις τους χρηματιστάς. Διάφοροι ρήτορες ιδία γυναίκες εξεφώνουν διαφόρους προχείρους λόγους διαμαρτυρόμενοι διά την μεγάλην υπερτίμησιν του συναλλάγματος οφειλομένην εις την κυβείαν των χρηματιστών. Οι διαδηλωταί εξελθόντες εκ της στοάς κατηυθύνθησαν προς την οδόν Ουγκώ και εκείθεν προς την της Βερροίας. Πανικός κατέλαβε πάντας και όλοι ήρχισαν να κλείνουν τα καταστήματά των. Διερχόμενοι οι διαδηλωταί προς του καταστήματος του Ιωσήφ Φρανσέζ ήρχισαν σπάζοντες τας υέλους διά ράβδων και λίθων. Άγριος αγών διεξήχθη μεταξύ διαδηλωτών επιχειρούντων να εισέλθωσι βία εις το άνω κατάστημα και των υπαλλήλων του χρηματιστικού γραφείου. Τρεις εργάτριαι κατέκοψαν τας χείρας των εκ των συντριμμάτων των υέλων, και τα αίματα κατεπλημμύρουν τα ενδύματά των. Εν τούτοις δεν αφίνουν τας θύρας του καταστήματος. Ευτυχώς κατέφθασε ισχυρά δύναμις του λόχου φρουράς [στρατιωτική δύναμη με αστυνομικά καθήκοντα που δεν αποτελούνταν από κληρωτούς αλλά από εθελοντές], και χωροφυλακής κατορθώσασα να διαλύση μετ’ ησυχίαν τους διαδηλωτάς οι οποίοι συνεκεντρώθησαν εις το Κέντρον των. Ζημίας εκ της επιθέσεως υπέστη και το γραφείον της Στάνταρ εντός της στοάς Αλλατίνι».[13]
Πιο ανάλαφρο τόνο δίνει στην περιγραφή του ο «Ταχυδρόμος». «Νέαι κωμικοτραγικαί σκηναί έλαβον χώραν χθες το απόγευμα εις το περίφημον υπαίθριον χρηματιστήριον όπου οι ως άμμος της θαλάσσης πληθυνθέντες “χρηματισταί” όλων των φυλών και όλων των θρησκευμάτων πωλούν και αγοράζουν χιλιάδας λιρών “αέρα”. Μερικαί εργάτριαι διερχόμεναι εκ της οδού Τραπεζών είπον γελώσι προς όμιλον “αεριτζήδων” χρηματιστών ισραηλιτών. – Κάτω η λίρα! Τούτο εξηγρίωσε τους χρηματιστάς οι οποίοι ήρχισαν να υβρίζουν ισπανοεβραϊστί χυδαίως τας εργατρίας. Παρατυχών εργάτης, ισραηλίτης και αυτός, εννοήσας τας ύβρεις έκαμε την παρατήρησιν εις τους χρηματιστάς ότι δεν πρέπει να υβρίζουν τας εργάτριας αι οποίαι ενώ εργάζονται πεινούν διότι οι χρηματισταί απορροφούν το αίμα του λαού. Μεταξύ ισραηλιτών χρηματιστών και ισραηλίτου εργάτου διεξήχθη σφοδρά λογομαχία εν τέλει δε εις εκ των χρηματιστών απεπειράθη να ραπίση τον εργάτην. Την στιγμήν εκείνην διήρχοντο εκείθεν πολλοί εργάται οίτινες μόλις είχον εξέλθει εκ των παρακειμένων εργοστασίων, τελειώσαντες την εργασίαν των, αντιληφθέντες δε το επεισόδιον επετέθησαν κατά των χρηματιστών οι οποίοι ετράπησαν εις φυγήν. Εις εκ των χρηματιστών από τινος παραθύρου των γραφείων Αλλαττίνι Χαν, όπου είχε καταφύγει ήρχισε να υβρίζη τους εργάτας απειλών ότι θ’ ανεβάση τη λίρα στα 500! Τούτο ήρκεσε διά να εξαγριωθούν οι εργάται και να ορμήσουν κατά των γραφείων θραύσαντες όλα σχεδόν τα παράθυρα. Εν τω μεταξύ κατέφθασεν αστυνομική δύναμις ήτις διέλυσε τα πλήθη».[14]
Αν και οι περιγραφές των δύο εφημερίδων που μελετήσαμε έχουν διαφορές (αυτή, μάλιστα, του «Ταχυδρόμου» έχει πολλές συμπτώσεις, ενώ της «Μακεδονίας» θεωρεί τα επεισόδια ως πιο οργανωμένα) υπάρχουν κάποια στοιχεία στα οποία συμφωνούν: Επίκεντρο των επεισοδίων είναι η περιοχή που και τώρα ακόμη ονομάζεται πλατεία Χρηματιστηρίου, εκεί που βρίσκεται η σημερινή Στοά Μαλακοπής, όπου τότε βρίσκονταν τα γραφεία της Τράπεζας Θεσσαλονίκης, η οποία είχε κτιστεί στον χώρο που πριν καταλάμβαναν οι κήποι της αστικής κατοικίας της οικογένειας Αλλατίνι. Η οικία αυτή ακόμα βρίσκεται ακριβώς πίσω, επί της οδού Συγγρού απέναντι από την αρχή της οδού Πάικου (η ευρύτερη περιοχή είναι πλέον γεμάτη από μπαρ, καφενεία, μπυραρίες κλπ. καταστήματα ψυχαγωγίας). Οι οδοί Ουγκώ και Βεροίας εξακολουθούν να έχουν το ίδιο όνομα και βρίσκονται λίγο παρακάτω. Επίσης στο όλο σκηνικό πρωταγωνιστούν σαφώς οι εργάτριες.
Την επόμενη «κατόπιν της διπλής συνεχούς επιθέσεως κατά των χρηματιστών, ελήφθησαν έκτακτα στρατιωτικά μέτρα υπό της Αστυνομίας. Ούτω ισχυρά τμήματα ευζώνων εφύλαττον επί της διασταυρώσεως των οδών Φράγγων και Τραπεζών, επίσης δε επί της οδού Β. Ουγκώ και Βερροίας ζώνη ευζώνων απηγόρευε την άνοδον εις τους πολίτας, επιτρέπουσα την κάθοδον. Προσέτι ισχυραί περιπολίαι, διέτρεχον τας οδούς του Φραγκομαχαλά, έτοιμαι να εμποδίσουν πάσαν απόπειραν επιθέσεως κατά των χρηματιστών, οίτινες παρά τα στρατιωτικά μέτρα, εφοβούντο να συγκεντρωθούν και ενεργήσουν συναλλαγματικάς αγοραπωλησίας. Ούτω κατόπιν των ληφθέντων ως άνω μέτρων, απόλυτος ησυχία επεκράτησε χθες εις τον Φραγκομαχαλάν».[15]
Παράλληλα, όμως, το Εργατικό Κέντρο εξέδωσε μια κατευναστική ανακοίνωση στην οποία έγραφε: «Συνιστώμεν προς άπαντας τους οργανωμένους εργάτας και εργατρίας όπως παύσωσι τας αυτοβούλους και αυθορμήτους ενεργείας των κατά των χρηματιστών (αεριτζήδων), διότι τοιαύται ενέργειαι είνε δυνατόν να έχουν δυσαρέστους συνεπείας, του Εργατικού Κέντρου όντως αποφασισμένου να ενεργήση πάση θυσία, όπου δει και όπως δει, διά την κατάπαυσιν της ληστεύσεως του λαού υπό των αναλγήτων εκμεταλλευτών».[16] Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι επιθέσεις δεν ήταν οργανωμένες από το ίδιο το ΕΚΘ, αν και μάλλον έγιναν από μέλη των σωματείων του. Εντωμεταξύ, αντιπροσωπεία της ΓΣΕΕ συναντήθηκε με τον ναύαρχο Χατζηκυριάκο και απείλησε με γενική απεργία.[17] Τέλος με υπόμνημα προς την κυβέρνηση, που υπογράφει ο γενικός γραμματέας της Φ. Καμμώνας, η Ομοσπονδιακή Αλληλοβοηθητική Ένωσις Παλαιών Πολεμιστών Θεσσαλονίκης (η οποία, όπως τότε και το ΕΚΘ αλλά ακόμη και η ΓΣΕΕ, βρίσκονταν υπό την επιρροή του ΣΕΚΕ) ζητεί:
«1) Την αυστηράν τιμωρίαν των υπαιτίων διά την τελευταίαν αδικαιολόγητον πτώσιν της δραχμής.
2) Την τελείαν απαγόρευσιν των επί προθεσμία πράξεων.
3) Τον αυστηρόν έλεγχον των Τραπεζών, όπως μη μετέχωσιν εις χρηματιστικάς επί προθεσμία πράξεις, πλήτουσαι ούτω τον λαόν διά των ιδίων του οικονομιών.
4) Την απαγόρευσιν της συγκεντρώσεως των χρηματιστών εις την οδόν Αριστείδου ή αλλαχού.
5) Το κλείσιμον του χρηματιστηρίου Θεσσαλονίκης του οποίου η ύπαρξις μακράν του να εκπληροί ανάγκην τινά απ’ εναντίας επαυξάνει την δημιουργίαν χρηματιστικών τεχνασμάτων εκ μέρους των διαφόρων αεριτζήδων και συντελεί ούτω εις την πτώσιν της δραχμής, προσέτι δε παρουσιάζει οικτρόν και απαίσιον θέαμα διά της απρεπούς και θορυβώδους συγκεντρώσεως των διαφόρων χρηματιζομένων κηφήνων εις τας κεντρικωτέρας οδούς της πόλεως και επαυξάνει την απελπισίαν και την αγανάκτησιν του λαού.
6) Την απαγόρευσιν των συγκεντρώσεων των χρηματιστών εις τας παρόδους της οδού Φράγκων ή και αλλαχού.
7) Την λήψιν μέτρων ριζικών διά την παγίωσιν του Εθνικού νομίσματος και την τελείαν εξουδετέρωσιν των χρηματιστικών τεχνασμάτων».[18]
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, δηλ. κυβερνητικές πιέσεις αλλά και λαϊκές επιθέσεις, επειδή όμως κυκλοφόρησαν και οι ειδήσεις για την έγκριση του προσφυγικού δανείου, επήλθε η κάμψη της τιμής του συναλλάγματος,[19] όπως φαίνεται και στον πίνακα 1. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η κατάσταση των φτωχών βελτιώθηκε αισθητά κι έτσι αργότερα μέσα στον Αύγουστο του 1923 ξέσπασε ένα εκτεταμένο απεργιακό κίνημα.[20]
Παραπομπές:
[1] Κώστας Φουντανόπουλος, Εργασία και εργατικό κίνημα στη Θεσσαλονίκη: Ηθική οικονομία και συλλογική δράση στο Μεσοπόλεμο, Νεφέλη, Αθήνα 2005, σ. 211.
[2] Μακεδονία, 1-4.8.1923 (στις 2.8 στη Θεσσαλονίκη η τιμή του φράγκου αναγράφεται ως 2,75 αλλά θεωρώ ότι είναι μάλλον τυπογραφικό λάθος, καθώς δεν ταιριάζει καθόλου με τις υπόλοιπες τιμές).
[3] Μακεδονία, 1-4.8.1923.
[4] Μακεδονία, 1.8.1923.
[5] Μακεδονία & Ταχυδρόμος της Βορείου Ελλάδος, 1.8.1923.
[6] Κ. Φουντανόπουλος, Εργασία και εργατικό κίνημα στη Θεσσαλονίκη…, ό.π., σ. 211.
[7] Ταχυδρόμος της Βορείου Ελλάδος, 3.8.1923.
[8] Μακεδονία, 4.8.1923.
[9] Κ. Φουντανόπουλος, Εργασία και εργατικό κίνημα στη Θεσσαλονίκη…, ό.π., σ. 213.
[10] Ταχυδρόμος της Βορείου Ελλάδος, 2.8.1923.
[11] Ταχυδρόμος της Βορείου Ελλάδος & Μακεδονία, 1.8.1923.
[12] Μακεδονία, 2.8.1923.
[13] Μακεδονία, 3.8.1923.
[14] Ταχυδρόμος της Βορείου Ελλάδος, 3.8.1923.
[15] Ταχυδρόμος της Βορείου Ελλάδος, 4.8.1923.
[16] Εφημερίς των Βαλκανίων, 4.8.1923, όπως παρατίθεται στο Κ. Φουντανόπουλος, Εργασία και εργατικό κίνημα στη Θεσσαλονίκη…, ό.π., σ. 211.
[17] Ταχυδρόμος της Βορείου Ελλάδος, 3.8.1923.
[18] Ταχυδρόμος της Βορείου Ελλάδος, 5.8.1923.
[19] Ταχυδρόμος της Βορείου Ελλάδος, 5.8.1923.
[20] Βλ. Κ. Φουντανόπουλος, Εργασία και εργατικό κίνημα στη Θεσσαλονίκη…, ό.π.,